Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
Το Βιβλίο στη Βιβλιοθήκη μου
Ουμπούντου
Βιβλίο Νεοελληνική πεζογραφία - Μυθιστόρημα >> Κυκλοφορεί - Εκκρεμής εγγραφή
Για να γράψετε και εσείς την κριτική σας για αυτό το βιβλίο, πρέπει πρώτα να συνδεθείτε.
Σύνδεση Τώρα

  4
Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
13-02-2020 17:04
Υπέρ  Ενδιαφέρον, Συναρπαστικό, Ανατρεπτικό, Γρήγορο, Πλούσια πλοκή
Κατά  
Σ’ ένα χωριό της Αιτωλοακαρνανίας, ο γαιοκτήμονας Δονάτος Λένης προσλαμβάνει κάθε σεζόν και διαφορετικούς λαθρομετανάστες για να δουλέψουν στα χωριά του. Εκείνη τη χρονιά η απόλυσή τους και η επιστροφή τους στην Αθήνα θα συμπέσει με την απαγωγή ενός βρέφους και τον αδόκιμο έρωτα ανάμεσα στον γιο του κτηματία και τη Σομαλή Μιλέιν. Πώς θα εξελιχθούν τα γεγονότα; Τι θα συμβεί στο αταίριαστο ζευγάρι; Πώς θα αντιδράσει ο Λένης απέναντι σε κάτι αναπόφευκτο; Τι σχέση έχει με όλες αυτές τις αναποδιές μια παλιά κατάρα; Τελικά, τα αίτια του ρατσισμού πόσο βαθιά βρίσκονται στην ανθρώπινη ψυχή αλλά και στην κοινωνία;Ο Μάνθος Σκαργιώτης έγραψε ένα δυνατό μυθιστόρημα με αφορμή το εντεινόμενο στην εποχή μας φαινόμενο της ξενοφοβίας και της επίθεσης σε λαθρομετανάστες και σε πρόσφυγες από εμπόλεμες ζώνες της Ασίας και της Αφρικής, το μπόλιασε με το προσωπικό του στυλ αφήγησης και το έντυσε με επιλεγμένες ιστορίες που συνθέτουν ένα αρραγές σύνολο περιπετειών, συναισθημάτων και αποκαλύψεων. Όλα ξεκινάνε ας πούμε ήρεμα, με την καθημερινότητα στο κτήμα, τις συνθήκες εργασίας των μεταναστών, τις εντάσεις που δημιούργησε η αποκάλυψη της ανεπιθύμητης σχέσης κι όλα αυτά αλλάζουν δραματικά όταν έρχεται η ώρα της αποπληρωμής των εργατών, μιας και το ίδιο βράδυ ο Βίκτωρ και η Μιλέιν αποφασίζουν να το σκάσουν κρυφά. Το μυθιστόρημα από εκείνο το σημείο κι έπειτα αποτελεί μια διαρκή έκπληξη, με την πλοκή να στρέφεται σε αναπάντεχα μονοπάτια, τα γεγονότα να φωτίζονται όπως τα θέλει ο συγγραφέας και μόνο όταν πλησιάζουμε στο τέλος αποκαλύπτεται μια σκληρή αλήθεια που με άφησε άφωνο.Κύρια θέση φαίνεται να έχει η οικογένεια Λένη, με τον πλούσιο αφέντη του σπιτιού και αξιοπρεπή ταυτόχρονα εργοδότη, μιας και δεν κακομεταχειρίζεται τους εργάτες, με την Εργίνα κλασική μάνα να προσέχει και να φροντίζει τον γιο της και να κρατάει τις ισορροπίες του νοικοκυριού της («Για να φτάσει στην Ελλάδα η Μιλέιν, πέρασε κάβους και πέλαγα, δεν θα κατάφερνε τον Βίκτωρα; Η γυναίκα που νικάει τη θάλασσα νικάει όλους τους ανθρώπους», ισχυρίζεται στη σελίδα 49), με τον Βίκτωρα να ζει ένα πρωτόγνωρο πάθος με τη Μιλέιν και με τον ετεροθαλή αδελφό του Δονάτου να γράφει μια λαϊκή όπερα για τη ζωή του Δημήτρη Τσαφέντα, που δολοφόνησε το 1966 τον Νοτιοαφρικανό πρωθυπουργό Χέντρικ Φέρβουρντ, πατέρα του απαρτχάιντ. Εκείνη τη μοιραία βραδιά ο Βίκτωρ θα εξαφανιστεί κι αυτό θα είναι η αρχή μόνο μερικών πολύ σοβαρών προβλημάτων που εμφανίζονται στη συνέχεια, μπλέκοντας για τα καλά την υπόθεση και δημιουργώντας απανωτές παρεξηγήσεις. Διάβαζα με φρενήρεις ρυθμούς, προσπαθώντας να μάθω τι συνέβη στον γιο του Λένη, τι απέγινε η ερωμένη του, γιατί ο επιστάτης ισχυρίζεται πως μέτρησε σωστά τους εργάτες που μετέφερε στην Αθήνα κι ένα σωρό άλλα περιστατικά, με αποκορύφωμα την απαγωγή του γιου ενός τραπεζίτη!Η γραφή είναι εντελώς προσωπική, με ένα λεξιλόγιο που ισορροπεί ανάμεσα στον ρεαλισμό και την ποιητικότητα («αφηνιασμός», «κοντόβραδο», «αποθηριωμένη», «καρδιοσωμός» κ. ά.) και μια ηθελημένη παράλειψη οριστικών άρθρων και αριθμητικών ουσιαστικών που δίνουν γρηγοράδα στην αφήγηση και τη στεγνώνουν από περιφραστικότητα. Οι διάλογοι λίγοι, σα να πασπαλίζουν την αφήγηση, και μόνο με τις απαραίτητες λέξεις. Γλυκές και ξεχωριστές παρομοιώσεις και μεταφορές («Η νύχτα τους τύλιγε σαν μάνα», σελ. 85), αρκετές φράσεις και παροιμίες που ενώνουν την ελληνική με την αφρικανική κουλτούρα και εκτενείς περιγραφές της άγριας ζούγκλας μα και της ελληνικής υπαίθρου.Στο μυθιστόρημα υπάρχουν διάσπαρτες ψηφίδες ποικίλης θεματολογίας, από τη ζωή των λευκών με τους ντόπιους στο Γιοχάνεσμπουργκ και το Κέιπ Τάουν, τον ρατσισμό που γιγαντώνεται στην εποχή μας με την αθρόα προσέλευση λαθρομεταναστών και την αγωνία της μητέρας που ψάχνει το παιδί της στα στέκια των μεταναστών (ανατριχιαστικά αληθινή η περιήγηση της Εργίνας στο βρώμικο, άθλιο και όμως παλλόμενο από ζωή κέντρο της πρωτεύουσας) ως τη δύναμη της κατάρας που είναι ικανή να κάνει κακό μέχρι και επτά γενιές μετά, τα όρια κάποιων που θέλουν να χτυπήσουν την πλουτοκρατία και τη ζωή και τον θάνατο του Έλληνα που δολοφόνησε τον δημιουργό του φυλετικού διαχωρισμού στη Νότια Αφρική. Ειδικά ως προς το τελευταίο, έμαθα πολλά πράγματα, μιας και ο συγγραφέας, με αφορμή το όραμα του Γιοχάνες Λένη να φωτίσει πολύπλευρα μια προσωπικότητα που τη θεώρησαν παρανοϊκή και πέθανε αδικημένη, καταγράφει τμηματικά διάφορα ενδιαφέροντα κομμάτια της ζωής του Δημήτρη Τσαφέντα από το εικοσάχρονο μπάρκο του σε καράβια ως την εγκατάστασή του στο Κέιπ Τάουν. Επιπλέον, αυτή η έρευνα φέρνει στο φως τις συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή που άκμαζε το δουλεμπόριο («…τον αγόρασε ο Βρετανός δουλέμπορος με αντίτιμο πέντε χάλκινες χύτρες»!) αλλά και τον τρόπο αντιμετώπισης των ινδιάνων της Αμερικής από τους πρώτους λευκούς εποίκους, καθώς και τα βιώματα του Μαχάτμα Γκάντι που ως Ινδός μετανάστης είχε φυλακιστεί πολλές φορές στη Νότια Αφρική για ανυπακοή στους νόμους του κράτους.«Ουμπούντου» σημαίνει «Είμαι, επειδή είμαστε» και ξεκίνησε ως φράση από μια ομάδα παιδιών που συμμετείχαν σε αγώνισμα δρόμου με έπαθλο ένα καλάθι φρούτα, όπου οι νικητές μοιράστηκαν το βραβείο με τους άλλους συμμετέχοντες αντί να το κρατήσουν όπως δικαιούνταν. Με αυτόν τον δεσμό φωτογραφίζονται κάποια πρόσωπα της ιστορίας που δοκιμάζονται ως το τέλος της ιστορίας και η εφαρμογή του τίτλου στο καθαυτό κείμενο είναι ευρηματική. Το μυθιστόρημα είναι ένα συναρπαστικό κείμενο γεμάτο ανατροπές και απρόσμενες εξελίξεις, τονίζει τις σκοτεινές πτυχές του ρατσισμού, καταγράφει ακριβοδίκαια τον μετανάστη μα και τον ντόπιο και συγκροτεί μια πολυποίκιλη ιστορία ανθρωπιάς, αγάπης, περιπέτειας και μοναξιάς.
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;  
Ναι
  /  
Όχι
  

  4
Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
15-06-2019 20:22
Υπέρ  Ενδιαφέρον, Καθηλώνει, Γρήγορο, Πλούσια πλοκή
Κατά  
Ο Δονάτος Λένης γεννήθηκε στην Νότια Αφρική και όταν μεγάλωσε γύρισε στην Ελλάδα και έζησε με την γυναίκα του και τον γιό του Βίκτωρα στην Ήπειρο, όπου ασχολήθηκε με ένα κτήμα που κληρονόμησε από έναν συγγενή του, το οποίο ήταν "δεμένο" με την κατάρα μιας όμορφης κοπέλας που είχε άσχημο τέλος. Εκεί απασχολεί-εκμεταλλεύεται λαθρομετανάστες από τη Σομαλία, το Κέιπ Τάουν, την Νότια Αφρική και το Γιοχάνεσμπουργκ κατά το διάστημα που είναι η καλλιεργητική περίοδος. Όταν ο γιός του ερωτεύτηκε μια μετανάστρια και συγκρούστηκε με τους γονείς του και από το διπλανό χωριό απαγάγουν το μωρό του τραπεζίτη η εξέλιξη των γεγονότων θα είναι απρόβλεπτη και όσα θα αποκαλυφθούν θα συγκλονίσουν. Επίσης ο Γιοχάνες, ο αδελφός του Δονάτου Λένη, μέσα από την ζωή του Δημήτρη Τσαφέντα (γεννημένος στη Μοζαμβίκη με πατέρα Κρητικό και πάλεψε για ίσα δικαιώματα), μας γνωρίζει την ζωή των μαύρων σκλάβων, που δεν είχαν δικαιώματα και δεν υπολογίζονταν σαν άνθρωποι, δεν είχαν καμιά αξία. Ένα υπέροχο βιβλίο.
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;  
Ναι
  /  
Όχι
  

  5
Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
28-03-2019 18:00
Υπέρ  Ενδιαφέρον, Καθηλώνει, Ανατρεπτικό, Διδακτικό, Γρήγορο, Πλούσια πλοκή, Τεκμηριωμένο
Κατά  
Μάνθος Σκαργιώτης-Ουμπούντου-Εκδόσεις Διόπτρα

Γράφει η Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη

«Ουμπούντου». Δηλαδή, «υπάρχω, γιατί υπάρχουμε». Αλλιώς, «δεν μπορούμε να είμαστε χαρούμενοι, αν έστω κι ένας από εμάς είναι λυπημένος».

Αλήθεια; Πόσοι από μας έχουμε νιώσει ή έχουμε πει αυτή τη φράση όπως αυτή η φυλή στα βάθη της Αφρικής που εμείς τους θεωρούμε απολίτιστους; Στην πολιτισμένη Ελλάδα λέμε «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα» ή «έξω από την πόρτα μας να κάνουν ότι θέλουν».

Ξεκινώ μ’ αυτή τη πρόταση που ενυπάρχει σ’ αυτό το νέο εξαιρετικό βιβλίο «ΟΥΜΠΟΥΝΤΟΥ» του συγγραφέα Μάνθου Σκαργιώτη από τις εκδόσεις Διόπτρα. Και το λέω εξαιρετικό γιατί εκτός από τις ανατροπές που υπάρχουν στις σελίδες του και θα τις ανακαλύψουν μόνοι τους οι αναγνώστες, βρίθει από αντιρατσιστικά μηνύματα και προβληματισμούς. Οι δέκτες μπορεί να είναι αντιρατσιστές αλλά δεν αποκλείονται και όσοι έχουν παρασυρθεί από την σημερινή κατάσταση που έχει έρθει η χώρα μας και ρίχνουν τις ευθύνες σ’ αυτούς τους ανθρώπους που ήρθαν ως πρόσφυγες για επιβίωση.

Ο συγγραφέας μας πήγε στην Αφρική, τότε που οι λευκοί άποικοι, -και οι Έλληνες- εκμεταλλεύτηκαν τους ιθαγενείς στο έπακρον, τους φέρθηκαν απάνθρωπα έχοντας την κάλυψη των κυβερνώντων αφού το απαρτχάιντ ήταν στις δόξες του. Αυτό το βιβλίο αφιερώνεται στη μνήμη του Έλληνα Δημήτρη Τσαφέντα που στις 6 Σεπτεμβρίου του 1966, μέσα στο χώρο του κοινοβουλίου, δολοφόνησε, μαχαιρώνοντάς τον τέσσερις φορές εντός του κοινοβουλίου, τον Πρωθυπουργό της χώρας, Χέντρικ Φερβούρντ. Να θυμίσω τους αναγνώστες πώς σύμφωνα με τους φυλετικούς νόμους του Απαρτχάιντ, ο Τσαφέντας ήταν λευκός. Όμως επειδή λόγω της μιγάδας μητέρας του είχε σκούρο δέρμα αντιμετώπιζε συνεχώς τα ρατσιστικά σχόλια και τις κοροϊδίες της λευκής νοτιοαφρικάνικης κοινωνίας. Επειδή ήταν λευκός δεν μπορούσε σύμφωνα με τους φυλετικούς νόμους να παντρευτεί γυναίκα μη λευκή, έτσι κάποια στιγμή ο Τσαφέντας ζήτησε να καταχωρηθεί ως «Έγχρωμος», μια νομική κατηγορία για μιγάδες που πρόσδιδε λιγότερα προνόμια απ' τους λευκούς αλλά περισσότερα απ' τους μαύρους, προκειμένου να παντρευτεί την μιγάδα φίλη του, ωστόσο η αίτησή του απορρίφθηκε. Έτσι έφτασε στον φόνο και τον συνέλαβαν. Με κέντρο τον Τσαφέντα λοιπόν ο συγγραφέας στήνει ολόκληρο το σκηνικό, με καλοδουλεμένη πλοκή, με ήρωες που είτε θα τους συμπαθήσει είτε θα τους μισήσει ο αναγνώστης, κι εκεί είναι η επιτυχία του, μας φέρνει μπροστά σε γεγονότα άγνωστα στους περισσότερους.

Μας δίνει την εικόνα της διαφθοράς και των κυκλωμάτων, μας μιλά για τα δάνεια και το τραπεζικό σύστημα πριν και μετά την κρίση, και πως η δύναμη του χρήματος καλύπτει το δίκιο και την αλήθεια, μπαίνοντας στη κλειδαρότρυπα των οικογενειών του Ευγένη και της Βασιλένιας, της Εργίνας και του Δονάτου, της οικογένειας της Λούσιως που οι προκαταλήψεις τους πλέκουν την ιστορία και ζούμε απανωτές ανατροπές. Στις περισσότερες από αυτές τις τραγωδίες βλέπουμε κατάματα την διαχρονική αλαζονεία και το ανελέητο κυνηγητό των αδύναμων κοινωνικά ανθρώπων. Ζούμε την Ελλάδα των πολλών πολιτισμών που η μνήμη χάνεται και γινόμαστε έρμαια του φυλετικού φανατισμού. Ξεχνούμε πώς μας αποκαλούσαν «Βρωμοέλληνες». Ξεχνούμε που δεν μας επέτρεπαν να πηγαίνουμε στα μαγαζιά όπου συνευρίσκονταν οι κάτοικοι που μας φιλοξενούσαν κι αντί να μας γίνουν μαθήματα όλα εκείνα, τους φερόμαστε κι εμείς απάνθρωπα. Ο συγγραφέας παραλληλίζει τους σύγχρονους μετανάστες του δουλεμπορίου με τους μετανάστες παλαιότερων ετών καθώς και τη ζωή του Δημήτρη Τσαφέντα, μέσα από το έργο του μουσουργού ετεροθαλή αδερφού του γαιοκτήμονα, ο οποίος μέσα από τη λαϊκή του όπερα δείχνει τα δεινά που προκαλεί ο άνθρωπος στον άνθρωπο, αποτυπώνοντας κάθε ιδεολογία του τότε αλλά και του σύγχρονου ανθρώπου και αφυπνίζει συνειδήσεις. Μέσα από τις σελίδες του ο αναγνώστης θα νιώσει τη ταπείνωση και την εκμετάλλευση μέσα από τη ζωή μεγάλων αγωνιστών όπως του Μαχάτμα Γκάντι και του Νέλσον Μαντέλα.

Θαρρείς πώς η λευκή φυλή είμαστε κυρίαρχη και έχουμε δικαιώματα στη ψυχή και το σώμα τους. Σίγουρα η ανέχεια δημιουργεί ρατσιστικά τέτοια φαινόμενα θα μπορούσαν να πουν κάποιοι για να δικαιολογηθούν αλλά αν πιστεύουμε στη Χριστιανική πίστη, δεν δικαιούμαστε να μιλούμε κατά των κυνηγημένων αυτών προσφύγων. Είναι εύκολο να παρερμηνεύουμε τα λόγια Του και δυστυχώς αυτές οι εθνικιστικές εξάρσεις είναι από ανθρώπους που κρατούν τον σταυρό και τη σημαία. Αναφέρεται ένας Θεός ίσος για όλες τις φυλές της γης. «Το βλέμμα των κατατρεγμένων είναι το ίδιο όπου γης». Στη σελίδα 79 διαβάζουμε «Οι Μαύροι άνθρωποι είναι διασταύρωση του Κάιν με θηλυκό πίθηκο. Καμία ενοχή» κι όταν αυτά τα λόγια ξεστομίζονται από τα χείλη ιερέων , τότε σοκαρίζεσαι περισσότερο. Ενώ οι ήρωες λένε στη σελίδα 91 «Αποπαίδια είναι ,πουτανοπιάσματα του Σατανά. Ο Θεός λάθεψε και αντί να τους κάνει ζώα τους έκανε μαύρους. Και ύστερα μας τους έδωσε να μας υπηρετούν»

Ο συγγραφέας μέσα από αυτά τα γεγονότα που μας συγκλονίζουν, που μας θυμώνουν και μας εξοργίζουν, προσπαθεί και μας ηρεμεί, μας χαλαρώνει με πανέμορφες εικόνες της ελληνικής φύσης γεμάτες «ήπιες ρεματιές, ήμερα γκριζωπά βράχια, άσπρο εκκλησάκι σε απλοτοπιά, κουμαριές, κέδρα, φιλίκια και αμάλαγα βοσκοτόπια. Ήταν σίγουρα απαραίτητες για να αποφορτίσουν.

Ο συγγραφέας στον παραλληλισμό του, μας φέρνει την κρίση των τελευταίων χρόνων όπου το τραπεζικό σύστημα μας ισοπέδωσε, μας εξαθλίωσε και μας έκανε θηρία ώστε να μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Οι μετανάστες και οι πρόσφυγες είδαν απέναντι τους ένα λαό που θέλει να φάει τη σάρκα τους, που τους εκμεταλλεύτηκε ξανά σε νέες Μανωλάδες και βλέπει τα παιδιά με τα μαύρα μπλουζάκια που με τα συνθήματα, τους τρομάζουν, τους κυνηγούν και τους σκοτώνουν με τη σημαία και τον σταυρό.

Στη σελίδα 229 αναρωτιόμαστε «νομίζεις πώς ευθύνονται οι ξένοι για τη κατάντια μας;»

Όχι, δεν ευθύνονται οι ξένοι μα η έλλειψη της ατομικής μας ευθύνης. Για να φτάσουμε εδώ που είμαστε, εμείς οι ίδιοι φταίμε. Καλοτάξιδο να είναι κύριε Σκαργιώτη κι ας ευχηθώ να γίνουν κτήμα μας τα μηνύματα του. Ναι, ένα βιβλίο σαν αυτό μπορεί να αλλάξει τον κόσμο αρκεί να πάρουμε την ευθύνη. Το αυγό του φιδιού εκκολάπτεται όταν εμείς το επιτρέψουμε..

Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;  
Ναι
  /  
Όχι
  

Το ανταλλάσσουν 1
Όλες οι σχέσεις του βιβλίου
Το ακολουθούν
0
Το έχουν
2
Το θέλουν
0
Αγαπημένο τους
1
Το δανείζουν
0
Το δάνεισαν
0
Το δανείστηκαν
0
Το διάβασαν
1
Το διαβάζουν
0
Το χαρίζουν
0
Το ανταλλάσσουν
1
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα