Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
 

Το Bookia αναζητά μόνιμους συνεργάτες σε κάθε πόλη τής χώρας για την ανάδειξη τής τοπικής δραστηριότητας σχετικά με το βιβλίο.

Γίνε συνεργάτης τού Bookia στη δημοσίευση...

- Ρεπορτάζ.
- Ειδήσεις.
- Αρθρογραφία.
- Κριτικές.
- Προτάσεις.

Επικοινωνήστε με το Bookia για τις λεπτομέρειες.
Ελένη Κεκροπούλου, μιλάει στην Λεύκη Σαραντινού για «Το σταυροδρόμι των Ρωμιών της Πόλης»
Διαφ.

Γράφει: Λεύκη Σαραντινού

Η Ελένη Κεκροπούλου γεννήθηκε στον Ζυγό της Καβάλας, αλλά μεγάλωσε στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας που τα θεωρεί δεύτερη, αγαπημένη πατρίδα της. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών καθώς και ξένες γλώσσες. Επί δεκαοκτώ χρόνια υπήρξε μεταφράστρια λογοτεχνίας, έχοντας μεταφράσει από αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, πορτογαλικά και ιταλικά πάνω από διακόσια βιβλία, ενώ έχει μεταγράψει στη νεοελληνική έργα του Πλουτάρχου, του Παρμενίδη και του Πλάτωνα.

Έχει βραβευθεί για τη μετάφρασή της στο ποιητικό έργο του νομπελίστα Ντέρεκ Γουόλκοτ, "Όμηρος". Είναι παντρεμένη με τον Γιάννη Χαραλαμπάκο εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια και είναι μητέρα τριών παιδιών, του Παναγιώτη, της Νεφέλης και της Λήδας.Τα τελευταία χρόνια, υπηρετεί τις Εκδόσεις Ενάλιος και Ωκεανός, των οποίων είναι ιδρυτικό μέλος.

Η Κεκροπούλου, εκτός από μεταφράστρια, εκδότρια και επιμελήτρια είναι και συγγραφέας πολλών μυθιστορημάτων, κυρίως ιστορικών. Στο Bookia μας μίλησε για το τελευταίο τις πόνημα που ασχολείται με τις ζωές των Ελλήνων μεγαλεμπόρων και ευεργετών ομογενών του 19ου αιώνα. Το βιβλίο της τιτλοφορείται «Το Σταυροδρόμι των Ρωμιών της Πόλης».

Ελένη Κεκροπούλου, Το σταυροδρόμι των ρωμιών της Πόλης, Εκδόσεις Ωκεανός

Στα βιβλία σας, σας έχει απασχολήσει πολλές φορές το παρελθόν των Ελλήνων. Γιατί αυτή τη φορά επιλέξατε να ασχοληθείτε με το συγκεκριμένο θέμα, δηλαδή τις ζωές των Ελλήνων εμπόρων ομογενών της Πόλης; Ποιο υπήρξε δηλαδή το έναυσμα για τη συγγραφή του εν λόγω πονήματος;

Το παρελθόν τον Ελλήνων με απασχολεί πάντα πολύ. Είναι πολύ πλούσιο, πολύ πιο ενδιαφέρον από το καχεκτικό παρόν του. Το έναυσμα, λοιπόν, ήταν εκείνη η λαμπρή εποχή, ο λαμπρός κόσμος που έφυγε, ανεπιστρεπτί, για τον οποίο άκουγα τους παππούδες μου να μιλούν συχνά. Βέβαια, άφησε τα χνάρια του βαθιά, τόσο στην Πόλη, όσο και αργότερα κι εδώ, στην Ελλάδα. Αυτά τα χνάρια ιχνηλατώ, τα περασμένα μεγαλεία, την επιβιωτική ικανότητα των Ελλήνων στο πιο εχθρικό περιβάλλον. Και πιο εχθρικό από το οθωμανικό δεν υπήρχε.

Στο βιβλίο σας αναφέρεστε πολλάκις στους Χιώτες μεγαλεμπόρους και αναδρομικά στη Σφαγή της Χίου. Μιλήστε μας λίγο για αυτούς. Ισχύει ότι οι περισσότεροι εθνικοί ευεργέτες της μικροσκοπικής εκείνη την εποχή Ελλάδας ήταν Χιώτες στην καταγωγή;

Μα οι Χιώτες εξαιτίας του φόβου του απόλυτου αφανισμού τους, λειτούργησαν αυτοπροστατευτικά για τη ράτσα τους. Είναι αξιοθαύμαστο το παράδειγμα που έδωσαν. Έγιναν μια γροθιά, στήριξαν ο ένας τον άλλον, έφτιαξαν ένα δίκτυο, ένα σφιχτό πλέγμα κι εκεί μέσα αναγεννήθηκαν και κέρδισαν πίσω το χαμένο αίμα. Οι περισσότεροι εθνικοί μας ευεργέτες δεν είναι Χιώτες, αλλά πάρα πολλοί ήσαν πράγματι Χιώτες. Οι Χιώτες εκείνοι του μεγάλου πλούτου σκόρπισαν σε όλη την Ευρώπη. Όπως οι Ράλληδες για παράδειγμα, που μέχρι το 1961 ήταν η μεγαλύτερη επιχείρηση στην Μ. Βρετανία, με δίκτυο σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ινδία. Όπως οι Μπαλτατζήδες που ανακατεύτηκαν στα τραπεζικά όλης της Ευρώπης. Οι Χιώτες, είναι αυτοί που τίναξαν τον ελληνικό εφοπλισμό στα ύψη. Οι πρώτοι που τυποποίησαν με έξυπνο τρόπο εμπορικά προϊόντα για  λαϊκή κατανάλωση. Λειτούργησαν συνεργατικά, όπως ακριβώς και οι Εβραίοι, γι᾽αυτό και πρόκοψαν.

Γιατί επιλέξατε να επικεντρωθείτε ειδικά στις ζωές του Ανδρέα Συγγρού και του Γεωργίου Ζαρίφη; Για τις δικές τους ζωές  υπήρχαν διαθέσιμα περισσότερα στοιχεία;

Με τον Ανδρέα Συγγρό, είχαμε «γνωριστεί» παλαιότερα, όταν ερευνώντας για το Λαυρεωτικό Ζήτημα, διάβασα τα απομνημονεύματά του. Γι᾽ αυτόν υπάρχει ακόμη η άποψη και σήμερα, ότι ήταν ένας άθλιος χρυσοκάνθαρος αρχιτοκογλύφος, που έπινε το αίμα του κοσμάκη, εξαπατώντας τον. Αλλά μια μελέτη της εποχής, μου έδειξε ότι δεν ήταν ακριβώς έτσι, και φυσικά δεν έκανε τίποτε περισσότερο απ᾽αυτό που έκαναν όλοι τότε. Τον δέκατο ένατο αιώνα της βιομηχανικής επανάστασης, της γέννησης του νέου τραπεζικού συστήματος, όπου ο κόσμος χωριζόταν στην αναλφάβητη αναλώσιμη μάζα και σ᾽ αυτούς που μπορούσαν να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονταν. Επίσης για τους Ζαρίφηδες,  τους Μπαλτατζήδες και τους Ράλληδες, αλλά και άλλους, ενημερώθηκα από  υπάρχουσα βιβλιογραφία. Στοιχεία υπάρχουν, όταν επιμένεις να ψάχνεις σε βάθος. Το σημαντικό όμως είναι, πώς επεξεργάζεσαι τα στοιχεία αυτά και πώς και τί  διαβάζεις πίσω από τις γραμμές. 

Αναφέρεστε συχνά στο βιβλίο σας στη θέση των γυναικών των Ελλήνων μεγιστάνων της εποχής, η οποία απέχει παρασάγγας από τη σημερινή. Συχνά, δηλαδή, οι γυναίκες της εποχής εκείνης υπέμεναν διακρίσεις του φύλου τους από τους άνδρες και κανείς δεν ρωτούσε τη γνώμη τους. Για ποιον λόγο επιμείνατε στο θέμα αυτό; Θέλατε μήπως να δείξετε την αντίθεση με τη σημερινή εποχή;

Δεν επέμεινα στο θέμα αυτό από σκοπιμότητα. Έτσι ήταν τότε τα πράγματα. Οι γυναίκες υπέμεναν, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι υπομένουν, διότι ήταν μεγαλωμένες με ταξική και χριστιανική συνείδηση του φύλου τους. Η γυναίκα είναι υπό τον άνδρα, εξού και υπο-ανδρεύεται,  (ενώ ο άνδρας νυμφεύεται) κάνει παιδιά για να διαιωνίσουν το όνομα του συζύγου, τα μεγαλώνει, και ο ρόλος της αρχίζει και τελειώνει εκεί. Η προίκα της πλούσιας κόρης αγοράζει τον άνδρα, που με τα χρήματα αυτά προχωράει στη ζωή του. Απλά η πλούσια γυναίκα σε σχέση με την φτωχή, είναι ότι η δεύτερη γίνεται υπηρέτρια της πρώτης. Κατά τα άλλα, η θέση τους στην κοινωνία είναι ίδια.

Είναι γνωστό ότι είστε λάτρης της τέχνης της μούσας Κλειούς. Ποια είναι η αγαπημένη σας ιστορική περίοδος και για ποια θα θέλατε να γράψετε κάποτε που δεν το έχετε κάνει ακόμη;

Η οθωμανική περίοδος είναι αυτή που με απασχολεί διαρκώς τα τελευταία χρόνια, αλλά παράλληλα μελετάω και την ενετοκρατία. Θα παραμείνω στην οθωμανική περίοδο και στις αρχές του 20ου αιώνα,  πάντως, γιατί δεν τέλειωσα ακόμη με τους Ρωμιούς της Πόλης.

Οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αγνοούσαν επιδεικτικά το μικρό ελληνικό βασίλειο μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Τότε ξεκίνησαν δειλά δειλά να επενδύουν στη χώρα μας. Θέλετε να μας πείτε γιατί συνέβη αυτό;

Συνέβη γιατί άρχισε να περνάει η «μπογιά» τους, η δύναμή τους. Η Κωνσταντινούπολη είχε γίνει η πρωτεύουσα όπου μπορούσε ο κάθε τυχοδιώκτης της Ευρώπης να βγάλει λεφτά από τη μια στιγμή στην άλλη. Ήταν το οθωμανικό σύστημα τέτοιο. Συνεχείς πόλεμοι,  σπάταλοι σουλτάνοι, μεγάλες οικονομικές ανάγκες του κράτους, δάνεια από δω κι από κει… Μπαξίσια, δωροδοκίες και χρηματισμοί παντός είδους, μπορούσαν να σε κάνουν από δούλο, μέγα βεζίρη. Ενέσκηψαν σαν τις ακρίδες οι ξένοι τυχοδιώκτες τραπεζίτες, Άγγλοι, Γερμανοί, Αυστριακοί, Γάλλοι, Ιταλοί, και άλλοι, και σιγά-σιγά άρχισαν να διαγκωνίζουν τους Ρωμιούς. Το ελληνικό κράτος ήταν τότε  στα πρώτα του ελεύθερα βήματα, οπότε φάνταζε πολύ ελκυστικό για όσους είχαν διαθέσιμο χρήμα και είχαν αρχίσει να ζορίζονται στην Πόλη,  στον γιγάντιο ανταγωνισμό με τα μεγάλα τραπεζικά καταστήματα της Δύσης, Ρότσιλντ και Μπίζοφσχάιμ, για παράδειγμα.

Οι άνθρωποι που πρωταγωνιστούν στο βιβλίο σας είναι κοσμοπολίτες που ταξίδευαν διαρκώς τόσο στην Ευρώπη, όσο και στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Έλληνες στο γένος και στη συνείδηση, μα και θιασωτές πολλές φορές ευρωπαϊκών συνηθειών. Τελικά, εμείς οι σημερινοί Νεοέλληνες πού ανήκουμε; Στην Ανατολή ή στη Δύση; Και πού θέλουμε τελικά να ανήκουμε;

Οι ήρωές μου ήξεραν ότι το μέλλον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως οι ίδιοι τη διαμόρφωναν και την ήθελαν, ήταν στη Δύση. Η Δύση κέρδιζε απ' αυτήν, κι αυτή κέρδιζε από τη Δύση. Μόνο που έκαναν το λάθος να ταυτίσουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία μόνο με την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη. Πέρα από τις πόλεις αυτές που κοίταζαν πάντα δυτικά, υπήρχε και η «άλλη αυτοκρατορία» με πληθυσμούς  ακατέργαστους και πολιτισμικά στάσιμους. Κι όπως είναι γνωστόν, από την ιστορία, ο απολίτιστος, ο άξεστος και βάρβαρος είναι πάντα αυτός που νικάει στο τέλος. Αυτός που πατάει στον λαιμό τον πολιτισμένο. Επειδή δεν έχει να χάσει τίποτε κι έχει να κερδίσει τα πάντα.  Όσο για εμάς, εμείς πρέπει να θέλουμε να ανήκουμε στη Δύση, αφού η Δύση είμαστε εμείς! Πάνω στον ελληνικό πολιτισμό στηρίχτηκε η Δύση! Ο Μεσαίωνας τέλειωσε χάρις στον ελληνικό πολιτισμό, στην ελληνική ενσυναίσθηση! Απορώ με κάποιους που λένε πως «είμαστε ανατολίτες»!  (Επειδή χορεύουμε καλά τον χορό της κοιλιάς, άραγε;) Η Μικρά Ασία, δεν ήταν ποτέ Ανατολή! Τουλάχιστον δεν ήταν στην εποχή των μεγάλων σοφών της αρχαιότητας, του Θαλή, του Αναξαγόρα, του Αναξίμανδρου, του Ηράκλειτου, του Ξενοφάνη,  του Φιλόλαου και άλλων πολλών… Η Ιωνία και η Αιολία ήταν πάντα Δύση. Τώρα αν οι Τούρκοι της σήμερον, αγνοούν αυτό το δυτικό παρελθόν της γεωγραφικής περιοχής που υφάρπαξαν, αυτό δε σημαίνει ότι εμείς είμαστε ανατολίτες!

 
 
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα