Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
 

Το Bookia αναζητά μόνιμους συνεργάτες σε κάθε πόλη τής χώρας για την ανάδειξη τής τοπικής δραστηριότητας σχετικά με το βιβλίο.

Γίνε συνεργάτης τού Bookia στη δημοσίευση...

- Ρεπορτάζ.
- Ειδήσεις.
- Αρθρογραφία.
- Κριτικές.
- Προτάσεις.

Επικοινωνήστε με το Bookia για τις λεπτομέρειες.
Άννα Δάρδα-Ιορδανίδου, μιλάει στην Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη για το «Τρανσαλόνικα»
Διαφ.

Γράφει: Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη

Η Άννα Δάρδα-Ιορδανίδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, τελείωσε το Κολλέγιο Ανατόλια, σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο ΑΠΘ, Αγγλοϊρλανδική Λογοτεχνία στο Trinity College στο Δουβλίνο και Γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ, όπου και έκανε διδακτορική διατριβή. Ασχολήθηκε με την έρευνα σε θέματα Γλωσσολογίας, εργάστηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και στο ΤΕΙ Πειραιά. Είναι μέλος της Ελληνικής Λέσχης Αστυνομικής Λογοτεχνίας (ΕΛΣΑΛ). Ήταν συνεργάτης του περιοδικού Πολάρ και έχει γράψει παραμύθια, αστυνομικά μυθιστορήματα και διηγήματα που δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά.

Το «Τρανσαλόνικα» είναι μια νουάρ νουβέλα της Άννας Δάρδα-Ιορδανίδου, που κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2025 από τις Εκδόσεις Καστανιώτη. Πρόκειται για ένα σκοτεινό, πολυφωνικό αφήγημα που διαδραματίζεται στη Θεσσαλονίκη και στα Βαλκάνια, με έντονα στοιχεία μυστηρίου, έρωτα και υπαρξιακής αναζήτησης. Μέσα στις σελίδες του συναντιούνται στην ομιχλώδη Θεσσαλονίκη μια μοδίστρα που κουβαλάει ένα κρίμα.Ένας νταλικέρης που αναρωτιέται πώς ξεκινούν οι ιστορίες.Ένας νονός της νύχτας που τιμωρεί τους υπονομευτές της εξουσίας του.Ένας καπνέμπορος που ξεκινά τις νέες του επιχειρήσεις.Μια ηθοποιός που μπλέκει σε μια αγάπη.Και άλλοι που οι ζωές τους διασταυρώνονται κι αλλάζουν ρότα. Η περιπέτεια ξεκινά με μια σύγκρουση και μια κηδεία και τα χαράματα της επομένης παίρνει τον δρόμο για τους Ευζώνους. Σκόπια, ΤίτοβΒέλες, Nίσσα, Bελιγράδι. Σαν γραμμή στην παλάμη. Οι ήρωες δεν ξέρουν παρά μόνο ό,τι τους αγγίζει.Εικασίες, υποψίες, έρωτες, μυστικά, σχέδια εκδίκησης και τιμωρίας συνθέτουν μια σκοτεινή νουβέλα όπου διακυβεύεται η τύχη ενός γάμου, τα σχέδια ενός Βαλκάνιου οπλαρχηγού, το μεγαλοϊδεατικό όνειρο ενός παπά, η αυτογνωσία μιας ψυχαναλύτριας. Το πεπρωμένο μιας πόλης που περιπλανιέται στον χρόνο μαθημένη στη φθορά. Όπως γράφει στο οπισθόφυλλο, είναι ένα άγριο παραμύθι για μεγάλους.

Κυρία Δάρδα-Ιορδανίδου ευχαριστώ για τον χρόνο σας. Η πορεία σας ως συγγραφέας φαίνεται να κινείται από τη συγγραφή παραμυθιών προς το έγκλημα και την αστυνομική λογοτεχνία. Υπάρχει κοινό νήμα ανάμεσα στην αθωότητα των παραμυθιών και τη σκοτεινή πραγματικότητα της αστυνομικής αφήγησης;

Τα παραμύθια δεν είναι αθώα. Είναι βίαια, σκληρά και άσεμνα. Στον παραμυθικό κόσμο συμβαίνουν ειδεχθή εγκλήματα. Λόγου χάρη, η παραλλαγή της Ωραίας Κοιμωμένης του Μπασίλε, εύκολα θα μπορούσε να είναι υπόθεση σκανδιναβικού αστυνομικού. Στο παραμύθι η κακιά μάγισσα βυθίζει σε βαθύ ύπνο την Τάλια. Ο βασιλιάς την ξυπνά βιάζοντάς την και την αφήνει έγκυο. Κάποια στιγμή τη φέρνει στο παλάτι με τα δυο τους παιδιά. Η βασίλισσα, η γυναίκα του, τη ζηλεύει και διατάζει  τον μάγειρα να τη σφάξει μαζί με τα παιδιά της και να μαγειρέψει τα κομμάτια για το δείπνο του βασιλιά. Αυτός το καταλαβαίνει και καίει τη γυναίκα του στην πυρά. Γενικά, τα αστυνομικά και τα παραμύθια έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά και όχι μόνο θεματολογικά, αλλά και  δομικά. Το πιο γνωστό είναι το «καλό τέλος». Όσο τρομακτικό κι αν είναι το παραμύθι στο τέλος αυτοί ζουν καλά κι εμείς καλύτερα. Όση αναστάτωση, φόβο, ανασφάλεια κι αν προκαλεί το έγκλημα, στο τέλος επικρατεί η τάξη, η ασφάλεια θα αποκαθίσταται.

Σπουδάσατε Αγγλική Φιλολογία στο ΑΠΘ, Αγγλοϊρλανδική Λογοτεχνία στο Trinity College στο Δουβλίνο αλλά και Γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ, όπου και κάνατε τη διδακτορική σας διατριβή. Υπάρχει στη γραφή σας μια αίσθηση γλωσσολογικής ακρίβειας, σαν να αφουγκράζεστε κάθε λέξη. Πώς επηρεάζει η γλωσσολογική σκέψη τη λογοτεχνική σας γλώσσα;

Η γλωσσολογία σε ευαισθητοποιεί σε θέματα γλώσσας. Όπως η οικονομία του λόγου, η συνέπεια της εξιστόρησης, τι μπορεί να κρύβει και τι να φανερώνει μια γλωσσική επικοινωνία, και πιθανόν πολλά άλλα που δε συνειδητοποιεί κανείς. Εσείς περιγράφετε τη σχέση καλύτερα από μένα.

Το μυστήριο στην ομιχλώδη Θεσσαλονίκη, μια πόλη που, ήδη από τη φύση και την ιστορία της, εμπεριέχει στοιχεία αινίγματος, πολλαπλών ταυτοτήτων, και ατμοσφαιρικής γραφής, είναι αυτή που σας οδήγησε στον δρόμο της αστυνομικής λογοτεχνίας;

Όχι, θεώρησα το αστυνομικό ασφαλή φορέα, όπου μπορεί κάποιος να φωτίσει ό,τι θέλει. Όσο θέλει. Ταυτοχρόνως η δομή του δεν επιτρέπει πολλά ξεστρατίσματα.

Η πόλη κουβαλά πληγές συλλογικής μνήμης, όπως την εξόντωση της εβραϊκής κοινότητας, τις διώξεις της Κατοχής, του Εμφυλίου, του παρακράτους και της Χούντας. Πιστεύετε πως αυτές οι ιστορικές τραυματικές διαδρομές έχουν αναγνωριστεί επαρκώς ή παραμένουν στο περιθώριο της δημόσιας συνείδησης; Ποια είναι η δική σας θέση απέναντι σε αυτή τη σιωπή ή επιλεκτική μνήμη;

Όσο μεγαλώνει η απόσταση από το σκοτεινό γεγονός πιθανόν κάποια σημεία φωτίζονται και άλλα ξεχνιούνται. Αλλά δεν είμαι και βέβαιη ότι η δημόσια αναγνώριση  του παρελθόντος λειτουργεί λυτρωτικά, ή μπορεί να αποκαταστήσει κάτι.  Επιπλέον, δεδομένου, ότι η μνήμη είναι επιλεκτική, όπως λέτε, και κάθε ανακοίνωση κουβαλά τα συμφέροντά της, ίσως είναι και επικίνδυνη. Τελικά, συμφωνώ με τη ρήση, ό,τι θυμάται ο καθένας χαίρεται. Πιστεύω ωστόσο ότι με το χρόνο τα πράγματα κατασταλάζουν στη συλλογική συνείδηση με κάποια μορφή.

Η Θεσσαλονίκη γράφεται αλλιώς τη νύχτα; Και τι συμβαίνει όταν χαράζει;

Αλλάζει ο κόσμος.

Στο έργο σας, τα επικίνδυνα απόβλητα στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης δε λειτουργούν μόνο ως περιβαλλοντική απειλή, αλλά και ως μεταφορά μιας βαθύτερης αποσύνθεσης — πολιτικής, ηθικής ή ψυχικής. Πώς γεννήθηκε αυτή η σύνδεση μέσα σας; Τι είναι αυτό που ‘σαπίζει’ πραγματικά στο λιμάνι της αφήγησής σας;

Τίποτα δε σαπίζει, όλα συνεχίζουν τη μακραίωνη πορεία τους επαναπροσδιοριζόμενα και σε αρμονία με τις νέες συνθήκες.

Στο έργο σας, οι αποικιακές συμβάσεις —είτε ως νομικές δομές είτε ως πολιτισμικά κατάλοιπα, φαίνεται να διαπερνούν όχι μόνο τον χώρο, αλλά και το σώμα, τη γλώσσα, τις επιθυμίες των ηρώων. Πώς αντιμετωπίζετε τη σχέση μεταξύ επίσημης εξουσίας και εσωτερικευμένης αποικιοκρατίας στη μυθοπλασία σας;

Είστε τυχερή αν θεωρείτε ότι η αποικιοκρατία είναι κατάλοιπο. Εμένα μου φαίνεται δύσκολο να διαγνώσω όρια μεταξύ ελεύθερης και αποικιοποιημένης βούλησης, τόσο σε επίπεδο ατόμων, όσο και κρατών.

Στο έργο σας διαφαίνεται πως “γη και ύδωρ” συνεχίζουμε να παραδίδουμε στους ξένους, όχι μόνο ως φυσικούς πόρους, αλλά και ως έννοιες ταυτότητας, ιστορίας και κυριαρχίας. Γιατί, κατά τη γνώμη σας, δεν μπορούμε (ή δε θέλουμε) να τα διαχειριστούμε εμείς οι ίδιοι;

Είναι δύσκολη και επικίνδυνη ιστορία η αυτοδιαχείριση ακόμη και αν αφηνόταν στη διάθεση του καθενός. Θέλει αρετή και τόλμη, όπως έλεγε ένας φίλος. Μετά την επανάσταση του ’21, δεν ξέρω αν έγινε ποτέ εθνική επιδίωξη. Έχει τις χάρες της η εθελοδουλεία. Είναι πανάκριβες οι αυταπάτες, αλλά τι δεν είναι.

Στο έργο σας μιλάτε για μια πατρίδα-κουφάρι: πολύχρωμη στην επιφάνεια, αλλά άδεια ή αποσυντεθειμένη στο βάθος. Τι είναι αυτό πουκατά τη γνώμη σας κουβαλάμε και μας βαραίνει περισσότερο; Η μνήμη, η ντροπή, η απώλεια ή η αυταπάτη; Και πού, μέσα στη φθορά, εντοπίζετε ακόμη σφυγμό;

Αυτά που λέτε αλλά και η έλλειψη μνήμης. Αν και μπορεί να είναι σωτήρια. Άλλωστε η φθορά είναι φυσική κατάσταση. Στις μέρες μας αντιμετωπίζεται τόσο αρνητικά.  Η τρέλα της στιγμής, υποδηλώνει σφυγμό, έτσι δεν είναι; Και η ιστορία μας είναι γεμάτη περιστασιακά ανδραγαθήματα.

Στο έργο σας φαίνεται πως οι μεγάλες ιδέες —όσο φωτεινές κι αν μοιάζουν, συχνά λειτουργούν σαν ρουφήχτρες που απορροφούν ενέργεια, ελευθερία και ίσως και την ίδια την αλήθεια. Πώς διαχειρίζεστε την ένταση μεταξύ πάθους για μια ιδέα και της προσωπικής φθοράς που αυτή επιφέρει;

Όταν τα πάθη κατακλύζουν κάποιον ή και ένα κράτος, υπάρχει, λέτε, επιλογή; Η τρέλα της στιγμής που λέγαμε παραπάνω, κι ας γίνει ό,τι θέλει, είναι ίσως και κάποιου είδους ελευθερία. Έχει συνέπειες, βέβαια. Αλλά, τι δεν έχει.

Περιγράφετε την κοινωνία σαν ένα χαρμάνι λαών που άλλοτε ενώνεται και άλλοτε συγκρούεται με μανία. Πώς ερμηνεύετε αυτή τη διαρκή αταξία και την ένταση ανάμεσα στο ‘εμείς’ και στο ‘αυτοί’; Είναι αυτή η κατάσταση καθρέφτης της ανθρώπινης φύσης ή μια ιστορική παγίδα από την οποία δεν μπορούμε να ξεφύγουμε;

Αναφέρομαι στους Βαλκανικούς λαούς, όπου επί αιώνες πολίτες όλοι τριών αυτοκρατοριών μάθαμε στα σούρτα φέρτα.

Ο ‘Μακεδονικός Δεσμός’ λειτουργεί στο έργο σας ως σύμβολο ταυτότητας, ιστορίας και διχασμού. Πώς βλέπετε τη σχέση ανάμεσα σε αυτήν την ιστορική έννοια και τις σύγχρονες διαμάχες γύρω από την ταυτότητα και την πολιτική μνήμη στη Βόρεια Ελλάδα; Πόσο βαραίνει αυτός ο δεσμός τις ζωές και τις αφηγήσεις των χαρακτήρων σας;

Δε με νοιάζουν πολύ οι ταυτότητες. Τις θεωρώ νεωτερική επίπλαστη ανάγκη. Ο διχασμός υπάρχει παντού και πάντα. Οι συμφιλιώσεις και οι ισορροπίες είναι δύσκολες και εξίσου οδυνηρές.

Πιστεύετε ότι η λογοτεχνία μπορεί να επηρεάσει τον δημόσιο διάλογο για τέτοια ζητήματα;

Όχι. Εκτός αν είναι μέρος μιας ήδη διαμορφωμένης ιδεολογικής κίνησης, οπότε εξυπηρετεί συμφέροντα.

Οι παράνομες εξορύξεις συνεχίζουν να πληγώνουν τον τόπο, συχνά με την ανοχή ή τη σιωπή των αρχών. Πώς τοποθετείστε απέναντι σε αυτή τη διαχρονική συνενοχή; Ποια θεωρείτε ότι είναι τα διακυβεύματα πίσω από αυτή τη σιωπή;

Με θυμώνει. Θεωρώ παράλογες και άθλιες τέτοιες καταστροφικές συναλλαγές  που μόνο στον ιδιοτελή  πλουτισμό αποβλέπουν.

Στον Μακεδονικό Δεσμό, η Εκκλησία δεν παρουσιάζεται μόνο ως φορέας πίστης, αλλά ως ενεργός μηχανισμός εξουσίας, φορέας εθνικιστικού λόγου, ελέγχου των σωμάτων και καταστολής της μνήμης. Πώς αντιλαμβάνεστε εσείς, ως συγγραφέας, αυτόν τον ‘δεσμό; Και πώς η λογοτεχνία μπορεί να τον αποδομήσει ή να τον μετασχηματίσει;

Η λογοτεχνία δεν έχει εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Ούτε το όραμα ενός παπά αντιπροσωπεύει την εκκλησία. Επιπλέον, από όσο ξέρω, η εκκλησία διατηρεί τη μνήμη καθιστώντας τη διαχρονική πράξη. Έτσι δεν είναι;

Κυρία Δάρδα-Ιορδανίδου ευχαριστώ για τη συνομιλία μας και σας εύχομαι να είναι καλοτάξιδη η Τρανσαλόνικα.

Εγώ σας ευχαριστώ για την ευχή σας και την τόσο προσεκτική και περιεκτική ανάγνωση.

 
 
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα