Γράφει: Δημήτρης Σακισλίδης
Ο Παναγιώτης Γκούβερης είναι διδάκτορας Κοινωνικής Ανθρωπολογίας. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώνονται στις μορφές κακοποίησης ανηλίκων. Έχει συγγράψει τα βιβλία «Μην κλαις, ρε Γοργόνα!» (εκδ. Γαβριηλίδης) και «Μινχάουζεν δια αντιπροσώπου» (εκδ. Παπαζήση). Είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων. Ζει και εργάζεται στην πόλη των Σερρών.
Από το Οπισθόφυλλο του βιβλίου
Ιστορίες σχεδόν αληθινές για γονείς που, μετά το διαζύγιο, χώρισαν κι από τα παιδιά τους.
Διηγήματα εμπνευσμένα από δικαστήρια, αποφάσεις και παιδικά δωμάτια αδειανά.
Γονείς που μένουν λίγα τετράγωνα μακριά απ' τα παιδιά τους, κι όμως έχουν χρόνια να τα δουν.
Πόσο άδικο, κι όμως τόσο συνηθισμένο.
Τρυφερές τραγωδίες δωματίου.

Στο βιβλίο σας «Μπαμπά σου λείπω;» παρουσιάζονται ιστορίες βασισμένες σε πραγματικά γεγονότα και δικαστικές αποφάσεις; Πόσο δύσκολη ήταν η διαδικασία συλλογής και παρουσίασης αυτών των διηγημάτων;
Στο Μπαμπά σου λείπω; βρίσκουμε ιστορίες που «ίσως και να ’ταν αληθινές». Συνήθως, κάπου, κάπως, κάποτε, ακούω ένα συμβάν που μου κάνει εντύπωση – και μετά αφήνομαι. Επιτρέπω στον εαυτό μου να σκηνοθετήσει την ίδια τη ζωή. Για αυτό το βιβλίο διάβασα ένα σωρό δικαστικές αποφάσεις ενδοοικογενειακού δικαίου. Ένα σωρό σενάρια γραμμένα από χέρια δικαστών και εισαγγελέων. Χαραμίζονται αυτοί οι άνθρωποι. Θα μπορούσαν να είναι συγγραφείς!
Τι σας ώθησε να γράψετε για το τόσο ευαίσθητο και κοινωνικά σημαντικό θέμα της γονικής αποξένωσης; Υπήρξε κάποια προσωπική ή επαγγελματική εμπειρία που σας ενέπνευσε;
Όλοι εμείς που εργαζόμαστε στη «ψυχική υγεία» νιώθουμε συχνά πως τα χέρια μας είναι δεμένα όταν διαχειριζόμαστε δυο γονείς που αντιδικούν. Μπορούμε να κάνουμε ουσιαστικές παρεμβάσεις σε ένα σωρό δυσκολίες – από αυτισμό έως εφηβικούς αυτοτραυματισμούς. Όμως όταν πρόκειται για μια οξυμένη διάζευξη, τα πράγματα αλλάζουν. Είναι σαν να μη θέλουν να βοηθηθούν οι ίδιοι οι γονείς, λες και σταμάτησαν να αγαπάνε το παιδί τους με τον τρόπο που το αγαπούσαν μέχρι τότε. Και όλα τούτα είναι –δυστυχώς ή ευτυχώς– πηγή αστείρευτης λογοτεχνικής έμπνευσης.
Η γονική αποξένωση αποτελεί ένα φαινόμενο που πολλοί δε γνωρίζουν σε βάθος. Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, η μεγαλύτερη παρανόηση ή στερεότυπο που επικρατεί γύρω από αυτό;
Είναι ένα φαινόμενο συγκρουσιακό. Άλλοι το δέχονται ως «σύνδρομο», άλλοι έχουν σοβαρές επιφυλάξεις. Ένα όμως είναι σίγουρο: όταν ένα παιδί σταματά «ν’ αγαπά» έναν γονιό από τη μια στιγμή στην άλλη, κάτι συμβαίνει – και χρειάζεται παρέμβαση. Δεν πρέπει να χρονίζουν αυτές οι καταστάσεις. Και κάτι ακόμη: όλα αυτά δεν αφορούν μόνο πατέρες. Έχω συναντήσει αρκετές αποξενωμένες μητέρες στην πορεία μου.
Σε αρκετά διηγήματα του βιβλίου βλέπουμε την οπτική τόσο των παιδιών όσο και των γονιών. Πόσο σημαντικό –και δύσκολο– ήταν για εσάς να δείξετε και τις δύο πλευρές της ιστορίας;
Ένιωθα σαν ένας εξερευνητής που βαστούσα στα χέρια μου έναν φακό. Πότε φώτιζα τον γονιό, πότε τον δικαστή. Ωστόσο, μεγαλύτερη συγγραφική φωτογένεια είχε το παιδί. Οι προβολείς, λοιπόν, πάνω του!
Τι μήνυμα θα θέλατε να περάσετε στους γονείς που βιώνουν γονική αποξένωση, αλλά και στους επαγγελματίες που ασχολούνται με το ζήτημα;
Η λογοτεχνία είναι εδώ. Αυτό είναι το μήνυμα. Για όλους και για όλα. Η επιστήμη… δεν είναι αρκετή.
Πώς φαντάζεστε την εξέλιξη της γονικής αποξένωσης στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια; Υπάρχει, κατά τη γνώμη σας, χώρος για αλλαγές στην αντίληψη και την πολιτική;
Νομίζω πως το νερό έχει μπει στ’ αυλάκι. Με δειλά αλλά σταθερά βήματα, η κοινή γονεϊκή επιρροή στο παιδί –και από τη μαμά και από τον μπαμπά– αρχίζει να μη φαίνεται παράξενη. Απλώς, αργεί πολύ αυτή η αλλαγή. Και, στο μεταξύ, τα αποξενωμένα παιδιά έγιναν πια αποξενωμένοι ενήλικες.
Τι επόμενα συγγραφικά σχέδια έχετε; Θα συνεχίσετε να ασχολείστε με κοινωνικά θέματα μέσα από τη λογοτεχνία;
Αυτή την περίοδο συνεργάζομαι με την κόρη μου – φοιτήτρια πια… Προσπαθούμε να φτιάξουμε μερικές εικονογραφημένες ιστορίες. Εγώ γράφω, εκείνη σχεδιάζει…

































Πρόσκληση φίλων