Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
 

Το Bookia αναζητά μόνιμους συνεργάτες σε κάθε πόλη τής χώρας για την ανάδειξη τής τοπικής δραστηριότητας σχετικά με το βιβλίο.

Γίνε συνεργάτης τού Bookia στη δημοσίευση...

- Ρεπορτάζ.
- Ειδήσεις.
- Αρθρογραφία.
- Κριτικές.
- Προτάσεις.

Επικοινωνήστε με το Bookia για τις λεπτομέρειες.
Βασίλης Δανέλλης, μιλάει στην Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη για το βιβλίο του «Ο άνθρωπος που έχασε τον εαυτό του»
Διαφ.

Γράφει: Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη

Ο Βασίλης Δανέλλης γεννήθηκε το 1982 στην Αθήνα. Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν τέσσερα μυθιστορήματά του: Μαύρη μπίρα (2011), Λιβάδια από ασφοδίλι (2014), Άνθρωπος στο τρένο (2016) και Νεκρές ώρες (2017). Ο Άνθρωπος στο τρένο ήταν υποψήφιο για τρία λογοτεχνικά βραβεία, ενώ η Μαύρη μπίρα και οι Νεκρές ώρες έχουν μεταφραστεί στα τουρκικά.

Επίσης, έχει συνεπιμεληθεί τις συλλογές διηγημάτων BalkaNoir (με τον Γιάννη Ράγκο, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2018) και Yunankarası (με την Damla Demirözü, İstos, Τουρκία 2018). Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί στα τουρκικά, σλοβενικά, γερμανικά και ιαπωνικά. Είναι ιδρυτικό μέλος της ΕΛΣΑΛ (Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας) και μέλος της συντακτικής ομάδας της επιθεώρησης αστυνομικής λογοτεχνίας Πολάρ.

Θέλησα να μιλήσω μαζί του για να μου μιλήσει για τα ταξίδια του, λογοτεχνικά και πραγματικά για να τον γνωρίσουν οι αναγνώστες του Bookia.

Βασίλης Δανέλλης, Ο άνθρωπος που έχασε τνο εαυτό του, εκδόσεις Καστανιώτη

Κύριε Δανέλλη ευχαριστώ για τον χρόνο σας. Αναρωτιέστε στο πρώτο σας διήγημα, «Ο πρωτομάρτυρας», για το πόσο είναι ανεξάρτητες οι προτιμήσεις και οι πεποιθήσεις μας από τις πορείες που χαράσσουμε. Για εσάς πότε χαράχτηκε η πορεία σας στην αστυνομική λογοτεχνία; Η αγάπη σας γι’ αυτή έγινε επάγγελμα;

Εγώ σας ευχαριστώ για την πρόσκληση. Σίγουρα, οι προτιμήσεις και οι πεποιθήσεις μου με έχουν οδηγήσει σε μονοπάτια που δεν ακολούθησα απολύτως συνειδητά και έχουν διαμορφώσει τον «κόσμο» μου, όπως συμβαίνει με τον καθένα. Η σχέση μου με τη λογοτεχνία ξεκίνησε από πολύ νωρίς, γιατί η μητέρα μου και η θεία μου φρόντισαν να με κάνουν να αγαπήσω τα βιβλία πριν ακόμα αρχίσω να διαβάζω. Αν σκεφτεί κανείς ότι οι δυο τους γνωρίστηκαν επειδή είχαν βιβλιοπωλεία η μία δίπλα στην άλλη κι έπειτα η θεία μου σύστησε τη μητέρα μου στον πατέρα μου, είναι εύκολο να συμπεράνει ότι τα βιβλία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου! Η θεία μου, η Τιτίνα Δανέλλη, ήταν και συγγραφέας και μέχρι τον θάνατό της με καθοδήγησε στο ταξίδι της συγγραφής. Δεν αγαπώ μόνο την αστυνομική λογοτεχνία, ωστόσο, αλλά τη λογοτεχνία γενικώς. Γι’ αυτό δε γράφω μόνο αστυνομικά. Στην πραγματικότητα, από τα πέντε βιβλία μου που έχουν εκδοθεί μόνο τα δύο είναι αστυνομικά. Στα διηγήματα της συλλογής «Ο άνθρωπος που έχασε τον εαυτό του και άλλες αληθινές ιστορίες» πειραματίζομαι με άλλες φόρμες και είδη, όπως ο μαγικός ρεαλισμός. Για να απαντήσω στο τελευταίο ερώτημά σας: δεν έκανα τη συγγραφή επάγγελμα -ακόμα και αν το επεδίωκα, δε νομίζω ότι θα ήταν εύκολο- αλλά ευτυχώς η δουλειά μου μου επιτρέπει να έχω χρόνο γράφω.

Γράφετε στο βιογραφικό σας ότι έχετε ταξιδέψει σε νουάρ πόλεις του κόσμου αλλά η Αθήνα είναι η πιο σκοτεινή. Γιατί η πόλη του φωτός και του πολιτισμού, όπως την ονομάζουμε είναι η πιο σκοτεινή;

Το συγκεκριμένο απόσπασμα είναι από το «αυτί» του πρώτου μου βιβλίου. Όταν έγραφα τη «Μαύρη μπίρα», δεν είχαμε μπει ακόμα στα μνημόνια και η Ελλάδα δε θεωρούνταν ιδανικό σκηνικό για νουάρ λογοτεχνία. Για την ακρίβεια, εκείνο το βιογραφικό σημείωμα ανέφερε: «Από μικρός ταξίδευε συχνά στο Λος Άντζελες του Ελρόι, στη Νέα Υόρκη του Μπλοκ, στο Μέχικο Σίτι του Τάιμπο, στη Μασσαλία του Ιζό, στη Βαρκελώνη του Μονταλμπάν και σε άλλες νουάρ πόλεις του κόσμου. Πάντα όμως πίστευε πως η Αθήνα είναι το ίδιο, αν όχι περισσότερο, σκοτεινή. Η "Μαύρη μπίρα" είναι η πρώτη του απόπειρα να το εξηγήσει».

Δεν κυριολεκτούσα, «ταξίδευα» μέσα από τη λογοτεχνία αυτών των συγγραφέων και θαύμαζα την αγάπη τους για τις πόλεις τους, τις πραγματικές πρωταγωνίστριες στα βιβλία τους, αλλά και το γενναίο και διορατικό ψυχογράφημα της κοινωνίας που πρόσφεραν στον αναγνώστη. Παρόλο που δεν έχουν περάσει αρκετά χρόνια, τότε ακόμα η Αθήνα δεν είχε καθιερωθεί στη συνείδηση των αστυνομικών συγγραφέων και κυρίως των αναγνωστών ως νουάρ πόλη. Είναι εντυπωσιακό πόσο γρήγορα άλλαξε αυτό.

Η Κωνσταντινούπολη είναι νουάρ πόλη και μένετε εκεί; Σας έχει εμπνεύσει σε κάποια μυθιστορήματα και αν ναι, σε ποια;

Δεν επιλέγω τον τόπο διαμονής μου ανάλογα με το πόσο νουάρ είναι, προσωπικοί λόγοι με οδήγησαν σε αυτή την πανέμορφη και ιστορική πόλη. Φυσικά και είναι νουάρ όμως. Είναι μια μεγαλούπολη που σε μέγεθος μπορεί να συγκριθεί μόνο με πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και το Τόκιο. Είναι κοσμοπολίτικη και πολυπολιτισμική και γεμάτη ακραίες αντιθέσεις, οι οποίες πάντα μπορούν να αποτελέσουν έμπνευση για έναν συγγραφέα. Μέχρι στιγμής δεν έχω τοποθετήσει κάποια πλοκή μου στην Κωνσταντινούπολη.

Οι λογοτεχνικοί τόποι, πάντως, δεν είναι πραγματικοί αλλά αμάλγαμα υπαρκτών και φανταστικών τόπων. Μπορεί μια λεπτομέρεια που έχω δει σε κάποια γωνιά της Κωνσταντινούπολης να καταλήξει σε μια ιστορία για την Αθήνα. Στα αστυνομικά μυθιστορήματα που έχω γράψει, αλλά και στο «Λιβάδια από ασφοδίλι», ένα μυθιστόρημα για την Αθήνα της κρίσης,  επεδίωξα οι περιγραφές μου να είναι αρκετά ρεαλιστικές. Στο καινούριο βιβλίο, «Ο άνθρωπος που έχασε τον εαυτό του και άλλες αληθινές ιστορίες», υπάρχουν δύο κατηγορίες διηγημάτων (με κριτήριο τον «τόπο» πάντα): τα αθηναϊκά και εκείνα όπου ο τόπος παραμένει αόριστος αλλά ταυτόχρονα γνώριμος, ώστε να μπορούσε να είναι κάποια υπαρκτή πόλη αλλά και ένας μη-τόπος.

Ποιος προγενέστερος συγγραφέας του αστυνομικού είδους, από αυτούς που έβαλαν τα θεμέλια σας αρέσει και μέχρι πού μπορείτε να το πάτε οι νεότεροι συγγραφείς;

Μου αρέσουν οι συγγραφείς που ανέφερα προηγουμένως και αρκετοί άλλοι, όπως ο Τσάντλερ, ο Χάμετ, ο Μανσέτ, ο Σάσα. Η λίστα είναι ατέλειωτη. Η αστυνομική λογοτεχνία έχει ιστορία 200 χρόνων, αυξάνοντας συνεχώς τη δημοφιλία της. Αυτό συμβαίνει γιατί έχει εντυπωσιακή προσαρμοστικότητα, παρόλο που είναι φορμαλιστικό είδος και θεωρητικά βασίζεται σε αυστηρούς κανόνες. Καταφέρνει και προσαρμόζεται επειδή στην πραγματικότητα είναι κοινωνικό μυθιστόρημα. Αντανακλά την κοινωνία, τις σχέσεις εξουσίας, το πνεύμα και τους προβληματισμούς της εποχής της, ενώ ταυτόχρονα πραγματεύεται το πιο βαθιά υπαρξιακό θέμα: τον θάνατο. Επομένως, πιστεύω ότι θα συνεχίσει να προσαρμόζεται και να εξελίσσεται.

Έχει δρόμο ακόμη η αστυνομική λογοτεχνία στο να κατακτήσει τους Έλληνες αναγνώστες;

Όχι, τα τελευταία χρόνια το έχει καταφέρει.

Ο Δον Κιχώτης γιατί έγινε ήρωάς σας σε ένα από τα διηγήματά σας; Σας ενέπνευσαν οι στόχοι του και πώς χωρά σε αστυνομικό βιβλίο;

Η έμπνευσή μου γι’ αυτό το διήγημα ήταν ένα διήγημα του Μπόρχες, το «Πιερ Μενάρ, συγγραφεύς του Δον Κιχώτη». Σε εκείνο το διήγημα ο Μπόρχες θέτει με απλό, κατανοητό αλλά μαεστρικό τρόπο ένα κεντρικό ερώτημα σχετικά με τη λογοτεχνία: ποιος καθορίζει τελικά το νόημα ενός κειμένου; Συγκεκριμένα, βάζει τον αναγνώστη να αναρωτηθεί: Αν τον «Δον Κιχώτη» τον είχε γράψει, λέξη προς λέξη, ένας άλλος συγγραφέας σε μια άλλη εποχή, θα διαβαζόταν όπως διαβάζεται σήμερα; Με άλλα λόγια, πόσο επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο διαβάζουμε ένα κείμενο, πληροφορίες εκτός αυτού, όπως το πότε γράφτηκε και από ποιον; Για παράδειγμα, εσείς προφανώς με γνωρίζετε ως αστυνομικό συγγραφέα και από την ερώτησή σας συμπεραίνω ότι διαβάσατε τη συλλογή σαν να επρόκειτο για αστυνομικά διηγήματα, ενώ η δική μου πρόθεση δεν ήταν να γράψω αστυνομική λογοτεχνία.

Όπως ανέφερα και πριν, αυτή τη φορά θέλησα να πειραματιστώ με διαφορετικές φόρμες, όπως τον μαγικό ρεαλισμό. Επέλεξα να βάλω αυτό το διήγημα πρώτο, γιατί πιστεύω ότι δίνει τον τόνο της συλλογής και δείχνει τις προθέσεις μου. Στον πυρήνα κάθε διηγήματος υπάρχει ένα ζήτημα ερμηνείας. Της πραγματικότητας, της αλήθειας, της ζωής, αλλά και της λογοτεχνίας. Στο «Αυτόματος πωλητής διηγημάτων» κεντρικός χαρακτήρας είναι ένας συγγραφέας που βλέπει τα διηγήματά του να γίνονται ανάρπαστα επειδή αποδίδονται σε ένα έξυπνο λογισμικό. Όταν επιχειρεί να δημοσιεύσει τουλάχιστον μια βιβλιοκριτική, του την απορρίπτουν καθώς θεωρούν ότι ερμηνεύει λάθος τον εαυτό του. Ποιος από τους δυο μας έχει δίκιο λοιπόν; Εσείς που διαβάζετε το διήγημά μου ως αστυνομικό ή εγώ που διαφωνώ; Προφανώς και οι δυο μας.

Δεν υπάρχει μόνο ένας τρόπος να διαβάσει κανείς ένα κείμενο. Αν και φοβάμαι ότι όποιος αναγνώστης διαβάσει το βιβλίο ως αστυνομικό μάλλον θα απογοητευτεί. Θα πρότεινα να το προσεγγίσουν με διαφορετική ματιά. Όσον αφορά τον Δον Κιχώτη, είναι ένας από τους αγαπημένους μου λογοτεχνικούς ήρωες. Με γοητεύει ο ρομαντισμός του και η επιμονή να κυνηγήσει άπιαστους στόχους. Ακόμα περισσότερο, όμως, με γοητεύει ο Σάντσο, γιατί μπαίνει σε αυτή την περιπέτεια συνειδητοποιημένος, χωρίς την προστασία της τρέλας. Δεν είναι ρομαντικός, είναι ρεαλιστής, αλλά παρόλα αυτά κυνηγάει τους ίδιους άπιαστους στόχους, τα ίδια ιδανικά κι ας ξέρει ότι το παιχνίδι είναι χαμένο.

Οι Ρούσσοι είναι συνομοσπονδία ψυχών. Θα έλεγα πως είναι ο καθένας, χαρακτήρας σε αυτογνωστικό βιβλίο παρά αστυνομικό. Τι θα λέγατε στους αναγνώστες για όλους αυτούς;

Πράγματι, είναι υπαρξιακό διήγημα και σίγουρα όχι αστυνομικό. Η ιδέα της συνομοσπονδίας των ψυχών αναφέρεται στο βιβλίο «Έτσι ισχυρίζεται ο Περέιρα» του Αντόνιο Ταμπούκι, ένα από τα πιο αγαπημένα μου μυθιστορήματα. Αναρωτιόμουν, λοιπόν, πώς θα λειτουργούσε άραγε αυτή η συνομοσπονδία. Έτσι έφερα έναν συνηθισμένο άνθρωπο, τον Μιλτιάδη Ρούσσο, αντιμέτωπο με ένα επιτακτικό δίλημμα που απαιτεί άμεση αντίδραση και μετέφερα την πλοκή μέσα στο θυμικό και τη λογική του, δηλαδή στη συνομοσπονδία των ψυχών του. Μέσα του συγκρούονται οι διάφοροι εαυτοί του, ο καθένας από τους οποίους συμβολίζει ένα διαφορετικό χαρακτηριστικό ή νοοτροπία. Αυτή η διεργασία συμβαίνει σε όλους μας, μέσα μας συγκρούονται πολλοί «εαυτοί» και άλλοτε επικρατεί ο ένας άλλοτε ο άλλος. 

Αυτόματος πωλητής διηγημάτων. Ένα διήγημα που με την πρώτη ανάγνωση, μπορούμε να εκπλαγούμε με το τι θα φέρει το μέλλον. Με τη δεύτερη, διαβάζουμε την απώλεια της χαράς της ανάγνωσης. Με αφορμή αυτό το διήγημα, είναι περισσότεροι οι συγγραφείς από τους αναγνώστες; Και πώς βλέπετε αυτή τη γερμένη ζυγαριά στο μέλλον στη χώρα μας;

Αναφέρθηκα ήδη στο συγκεκριμένο διήγημα και την κεντρική του ιδέα. Με εκπλήσσει η ερμηνεία που του δίνετε, δε σκέφτηκα ποτέ ότι θα διαβαζόταν ως «απώλεια της χαράς της ανάγνωσης». Η πρόθεσή μου ήταν το ακριβώς αντίθετο. Όλη η συλλογή είναι μια δήλωση αγάπης στη λογοτεχνία και το πώς αυτή διαμορφώνει τη σκέψη μου. Γι’ αυτό επέλεξα να την κάνω «διάφανη», να φαίνονται δηλαδή οι λογοτεχνικές επιρροές μου, ο διάλογος που προσπαθώ να ανοίξω με το έργο άλλων συγγραφέων, πολύ πιο σπουδαίων από εμένα. Βεβαίως, η πρόθεσή μου δεν είναι να υποδείξω μια συγκεκριμένη ερμηνεία των διηγημάτων, απλώς ελπίζω οι ιδέες και οι προβληματισμοί μου να ερεθίσουν δημιουργικά τη σκέψη των αναγνωστών, όπως ακριβώς συμβαίνει και με εμένα όταν διαβάζω λογοτεχνία. Απαντώντας λοιπόν στην ερώτησή σας, οι αναγνώστες είναι πάντοτε περισσότεροι από τους συγγραφείς, όχι μόνο γιατί δε γράφουν όλοι, αλλά γιατί οι συγγραφείς είναι πρώτα από όλα αναγνώστες.

Στα διηγήματά σας βρίσκουμε τον Κοέν, τον Ντοστογιέφσκι, τον Μπόρχες, τον Θερβάντες, τον ήρωα Μόμπι Ντικ, την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου και άλλους. Σας εμπνέουν αυτοί οι επώνυμοι σε όλα τα βιβλία σας, είναι χαρακτήρες δηλαδή που σας ανοίγουν τους σκοτεινούς λαβύρινθους της μυθοπλασίας;

Ήθελα ο αναγνώστης να μπορεί να αναγνωρίσει τις πηγές της έμπνευσής μου. Θα μπορούσα να πω ότι η συλλογή είναι και μια πρόταση στον αναγνώστη. Δεν είναι απαραίτητο να γνωρίζει όλους τους συγγραφείς ή τα βιβλία που αναφέρονται στη συλλογή, αλλά, αν θέλει, μπορεί να τα ψάξει ή να ανατρέξει σε αυτά αργότερα. Βεβαίως, υπάρχουν και πολλά άλλα που δεν αναφέρονται. Επέλεξα μόνο όσα «συνομιλούν» με τα διηγήματά μου σε επίπεδο ιδεών. Ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό της λογοτεχνίας, πάντως, το οποίο σχετίζεται με όσα συζητήσαμε ήδη, είναι ότι κάθε αναγνώστης εκκινώντας από ένα κείμενο ακολουθεί τις δικές του λογοτεχνικές διαδρομές και δημιουργεί διαφορετικές διασυνδέσεις, οι οποίες βασίζονται στα αναγνώσματα και τις προτιμήσεις του. Για παράδειγμα, δεν είχα ποτέ στο μυαλό μου την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, αλλά εσείς τη βρήκατε μέσα στο βιβλίο μου. Αυτή η διάδραση συγγραφέα-αναγνώστη είναι μια πολύ όμορφη διαδικασία που εμπλουτίζει τα κείμενα.

Κανείς συγγραφέας δεν έγινε από παρθενογένεση. Όλοι έχουν ένα πρότυπο που τους έδειξε τον δρόμο της λογοτεχνίας. Που τους ενέπνευσε. Εσείς είχατε τη θεία σας, την Τιτίνα Δανέλλη, δημοσιογράφο, συγγραφέα, ιδρυτικό μέλος και δεύτερη πρόεδρο της Ε.Λ.Σ.Α.Λ. Τι αποκομίσατε από εκείνη κι αν συνεχίζετε να ακολουθείτε τις συμβουλές της στη συγγραφή.

Συμφωνώ μαζί σας, στην τέχνη δεν υπάρχει παρθενογένεση. Αυτό, ίσως, είναι το πιο σημαντικό μάθημα που μου έδωσε η Τιτίνα. Με έμαθε να διαβάζω και όχι να γράφω. Να διαβάζω και να καταλαβαίνω τι διαβάζω. Η πρόσβαση που είχα στη σκέψη και την κρίση της μου έδινε σιγουριά και ασφάλεια, όπως και σε πολλούς άλλους συγγραφείς που τη συμβουλευόντουσαν. Μου λείπει πολύ, αλλά ήμουν τυχερός που την είχα στη ζωή μου και οι συζητήσεις μας και οι συμβουλές της είναι η κληρονομιά που μου άφησε. Όταν έφυγε από τη ζωή, πολλοί φίλοι της και συγγραφείς έγραψαν κείμενα για αυτή, ενώ πρόσφατα η Ε.Λ.Σ.Α.Λ. διοργάνωσε και μια εκδήλωση στη μνήμη της, την οποία μπορείτε να βρείτε στο κανάλι της λέσχης στο YouTube. Σε κάθε περίσταση μού ζητήθηκε να γράψω ή να μιλήσω κι εγώ, ως συγγενής και ως ο πιο κοντινός της άνθρωπος στον χώρο. Μου ήταν αδύνατο, δεν έβρισκα το κουράγιο να το κάνω. Της χρωστούσα όμως έναν δημόσιο αποχαιρετισμό και επέλεξα να τον κάνω μέσα από αυτή τη συλλογή, μέσω της λογοτεχνίας που ήταν η κοινή μας αγάπη, και θέλω να πιστεύω ότι θα της άρεσε. 

Πιστεύω, κρίνοντας από αυτά που έχω διαβάσει, δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτε από τα αστυνομικά του Βορρά. Το υπουργείο Πολιτισμού κάνει τις απαραίτητες κινήσεις για την προβολή τους;

Συμφωνώ. Δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτα από τη σκανδιναβική αστυνομική λογοτεχνία. Έχουμε εξαιρετικούς συγγραφείς και σπουδαία αστυνομικά. Δε νομίζω ότι υπάρχει μεθοδικός σχεδιασμός και ολοκληρωμένη πολιτική για το βιβλίο στη χώρα μας. Θα έπρεπε να αλλάξει αυτό, αλλά δυστυχώς δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος.

Οι εκδόσεις Καστανιώτη έχουν εκδώσει σπουδαία αστυνομικά, noir λογοτεχνικά βιβλία. Θα περιμένουμε σύντομα νέο σας βιβλίο;

Πράγματι, η αστυνομική σειρά των εκδόσεων Καστανιώτη είναι εξαιρετική. Φαντάζομαι ότι κάποια στιγμή στο μέλλον, εκτός από τη «Μαύρη μπίρα» και τις «Νεκρές ώρες», θα φιλοξενήσει και κάποιο καινούριο αστυνομικό μυθιστόρημά μου. Προς το παρόν, αναζητήστε τη συλλογή «Ο άνθρωπος που έχασε τον εαυτό του και άλλες αληθινές ιστορίες» στην επίσης εξαιρετική, σημαντική και –κατά τη γνώμη μου- καλόγουστη αισθητικά σειρά των εκδόσεων «ελληνική πεζογραφία».

Τελικά, ο σημερινός άνθρωπος έχει χάσει τον εαυτό του; Μιλάτε για το ρούχο που μας φόρεσαν, που σκίστηκε, αλλά δε θέλουμε να το βγάλουμε από πάνω μας. Ο άνθρωπος βολεύτηκε και δεν κάνει την επανάστασή του για να ξεγυμνωθεί μπροστά στα νέα δεδομένα;

Η κεντρική ιδέα του διηγήματος είναι ότι η ζωή μας καθορίζεται από διάφορες συγκυρίες, τις περισσότερες από τις οποίες δεν ελέγχουμε. Το «ρούχο» είναι ο εαυτός μας, η ταυτότητά μας, η οποία «ράβεται» από άλλους, τους γονείς μας και όχι μόνο, για εμάς, και όταν μας «φοριέται» εμείς προσπαθούμε να την κάνουμε δική μας, να τη συνηθίσουμε ή να την προσαρμόσουμε πάνω μας. Φυσικά, υπάρχουν και άνθρωποι που την ξηλώνουν εντελώς. Δεν ισχυρίζομαι, πάντως, ότι βολευόμαστε και δεν επαναστατούμε, αλλά ότι θεωρούμε δεδομένα περισσότερα από όσα θα έπρεπε, ότι έχουμε βεβαιότητες τις οποίες δε θα έπρεπε να έχουμε. Όταν χάνουμε τις βεβαιότητές μας, ωστόσο, δε χάνουμε τον εαυτό μας, αλλά ανακαλύπτουμε έναν άλλον ή και περισσότερους.

Ποια είναι η γνώμη σας για το Bookia, όσον αφορά την προβολή των συγγραφέων και των έργων τους;

Το Bookia είναι μια εξαιρετική προσπάθεια, ανθρώπων που αγαπάνε το βιβλίο και σέβονται τους συγγραφείς και το έργο τους. Ως συγγραφέας είμαι ευγνώμων. Αλλά και ως αναγνώστης, καθώς στη σελίδα του βρίσκω αρκετά ενδιαφέρον περιεχόμενο.

Ευχαριστώ πολύ κύριε Δανέλλη και σας εύχομαι να είναι καλοτάξιδο!

Εγώ σας ευχαριστώ για το ενδιαφέρον και τις ερωτήσεις σας. Καλή συνέχεια στο έργο σας.

 
 
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα