Γράφει: Παναγιώτης Σιδηρόπουλος
Το Θέατρο είναι ένα σύστημα έτσι δομημένο ώστε να προκαλεί τις αισθήσεις και τα συναισθήματά μας. Από τον θεατρικό λόγο, τις ερμηνείες των ηθοποιών, τη σκηνοθετική προσέγγιση, το φωτισμό και τη μουσική που αγκαλιάζουν τη σκηνή -και βέβαια από το σύνολο των θεατών κάθε φορά- ένας ζωντανός οργανισμός αναπνέει Ιδέες, μετουσιώνει Φιλοσοφίες, αφηγείται Ιστορίες!
Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είχα ένα θεατρικό να δω, όμως οι σελίδες που διάβασα είχαν ρυθμό και δημιουργούσαν μια ατμόσφαιρα όπου μπορούσα να φανταστώ ηθοποιούς να συνδιαλέγονται.
Εμπνευσμένος από το πρώτο εικοσάλεπτο της ταινίας “Inglorious Basterds” του Quentin Tarantino και για να εντυπωσιάσει μια γυναικεία ύπαρξη, ο Κατσούλας Γιώργος έγραψε το θεατρικό “Παραδώστε τους Αντιστασιακούς” το οποίο εκδόθηκε από εκδόσεις Αγγελάκη. Διαπραγματεύτηκε ένα θέμα της Νεότερης Ιστορίας μας. Ο τίτλος του θεατρικού και τα ονόματα των ηρώων, προσδιορίζουν το χωροχρόνο: Ελλάδα στη διάρκεια της Κατοχής από τους Γερμανούς Ναζί. Τότε που η ανθρώπινη ψυχή δοκιμάστηκε όσο ποτέ. Στις μέρες μας επίσης διανύουμε έναν πόλεμο, οικονομικής και ηθικής φύσης, που τυραννάει τις ψυχές μας και το νου μας! Έναν πόλεμο όπου οι αποφάσεις μας προσδιορίζουν το ποιόν μας!

Το αίσθημα του “Υψηλού” ήταν πάντα το ζητούμενο για την υπέρβαση των δύσκολων καταστάσεων στη Ζωή, και για να αποκτήσει νόημα η Ζωή. Η ανθρώπινη φύση αναζητάει το σκοπό της ύπαρξής της στο διηνεκές, αλλά πάντα με γνώμονα την φυσική ανωτερότητα των αισθήσεων. Στο θεατρικό “Παραδώστε τους Αντιστασιακούς” το ατομικό νικάει το συλλογικό, όπως παρατηρούμε να γίνεται και στις μέρες μας, δυστυχώς. Ο Υψηλός Σκοπός του Αγώνα των Αντιστασιακών, αναλύεται και οι ήρωες του θεατρικού μας δίνουν την ένταση και το ρυθμό μιας συζήτησης φιλοσοφικού περιεχομένου. Τι είναι ένας επαναστάτης; Είναι ένας σκληρός ιδεολόγος ή ένας τρυφερός αισθηματίας; “... οι αντάρτες είναι φτιαγμένοι από ένα κάρμα σχεδόν ανεξήγητο”, παραδέχεται ο αμείλικτος εχθρός τους, συνταγματάρχης των Ναζί, Λιάπκιν.
Ο Παναγιώτης, ο Γιάννης, ο Σταύρος και η Δέσποινα, οι τέσσερις Αντιστασιακοί που κρύβει ο Πέτρος στο υπόγειο του σπιτιού του, αναλύουν όλες τις σκέψεις που έχουν περάσει από το μυαλό τόσων νέων που συμμετείχαν στον Αγώνα κατά του Ναζισμού. “Δεν υπάρχει κοινή λογική όταν ερωτευόμαστε!”, λέει ο Σταύρος ο ισορροπιστής της παρέας και καταλήγει “... σε αυτόν τον πόλεμο δε χωράνε έρωτες...”. Γι' αυτόν ο Έρωτας είναι κάτι με το οποίο θα ασχοληθεί μετά τη λήξη του πολέμου.
Η κεντρική ηρωίδα, η Δέσποινα, ερωτεύεται τον Πέτρο, αν και γνωρίζει ότι εκείνος δεν θα ανταποκριθεί στον έρωτά της, επειδή αγαπάει με πάθος την ετοιμοθάνατη γυναίκα του. Η Δέσποινα αντιπροσωπεύει τη γυναικεία Φύση της Ελληνίδας! Η Φροντίδα που δείχνει στους φίλους της, ο τρόπος με τον οποίο κρατάει την Ελπίδα άσβεστη, είναι στοιχεία που κυριαρχούν στους Μεσογειακούς λαούς.
Ο Παναγιώτης και ο Γιάννης είναι οι όψεις του ίδιου νομίσματος. Και οι δύο είναι ερωτευμένοι με τη Δέσποινα, όμως ο Γιάννης καταφέρνει και το κρύβει καλά. Είναι και οι δύο δοσμένοι στον αγώνα για το κοινό καλό, όμως ο Παναγιώτης είναι ιδεολόγος και σκληρά ξεκάθαρος στο ποιον πρέπει να εμπιστευτεί ή όχι. Ο Γιάννης αφήνει χώρο για το συναίσθημα, παλεύοντας για την Ειρήνη!
Η συζήτηση γυρίζει γύρω από τον Αγώνα, τον Έρωτα, τα δεινά του Πολέμου, τη Χαρά της Ζωής. “... αγαπώ την ομορφιά και την ανθρωπιά της.”, λέει ο Γιάννης για τη Δέσποινα, η οποία αποτελεί τη πέτρα του σκανδάλου. Είναι η πηγή της χαράς και της ζωής που ασφυκτιεί πλέον στον κλοιό του αγώνα και της καθημερινής πάλης ενάντια στον εχθρό, την πείνα και την ανέχεια. Η ανάγκη της να ζήσει, να αγαπήσει και να αγαπηθεί την οδηγεί σε μια μοιραία κίνηση που ο Πέτρος εκλαμβάνει αρνητικά.
Ο χαρακτήρας του Ναζί συνταγματάρχη Λιάπκιν, αντικατοπτρίζει αυτό που συμβαίνει στο εργασιακό περιβάλλον στις μέρες μας. Όποιος “καταδώσει” συνάδελφο και γίνει τσιράκι, έχει καλύτερη μεταχείριση. “... ποια είναι αυτή η δύναμη που είναι πάνω από τον φόβο ή τον πόνο; το μίσος!”, λέει ο Ναζί συνταγματάρχης. Το μίσος αποτελεί το όπλο του για να κερδίσει τη μάχη του! Θα διαφωνήσω λοιπόν με τον συγγραφέα στο σημείο όπου χαρακτηρίζει το μίσος ως ανώτερο συναίσθημα, σύμφωνα με τα λόγια του Πέτρου. Το μίσος είναι ένα κατώτερο ένστικτο και οδηγεί σε λάθος αποφάσεις. Η Οργή από την άλλη, κεραυνοβολεί το Κακό και δεν ανατροφοδοτείται, αλλά καταλήγει στη λύτρωση της ψυχής. Με το μίσος για τους Ναζί που βίασαν τη γυναίκα του, ο Πέτρος αποφασίζει να προσφέρει καταφύγιο στους αντάρτες, όμως όταν έρχεται η υπόσχεση για ανταμοιβή από τον συνταγματάρχη Λιάπκιν, το μίσος του μετατοπίζεται στον διαπληκτισμό που είχε με τους συμπατριώτες του και ο φόβος κυριαρχεί στη ψυχή του.
Τίποτα ανθρώπινο δεν έχει ο πόλεμος. Μόνο όταν τελειώσει γίνεσαι άνθρωπος πάλι.
Το θεατρικό “Παραδώστε τους Αντιστασιακούς” είναι ένα δράμα με πλήθος συναισθημάτων, με πλοκή που έχει ένταση και φιλοσοφική διάθεση. “Τίποτα ανθρώπινο δεν έχει ο πόλεμος. Μόνο όταν τελειώσει γίνεσαι άνθρωπος πάλι”, λέει ο Σταύρος. Η επιλογή του Πέτρου λοιπόν είναι να προδώσει τους αντιστασιακούς, να διαπράξει αυτή την ύβρη ενάντια στον Υψηλό Σκοπό του Αγώνα. Μια ιστορία που καταφέρεται ενάντια στον Ναζισμό, και δείχνει το είδωλο της κοινωνίας μας, την ιδιοτέλεια! Ιδιαίτερα αυτούς τους δύσκολους καιρούς που περνάμε το συλλογικό είναι απαραίτητο να αγκαλιάσει το ατομικό. Όπως αναφέρει και η Δέσποινα μιλώντας για τις μελλοντικές γενιές: “Η επόμενη γενιά ας κάνει ό,τι θέλει ... Το θέμα είναι εμείς τι κάνουμε. Εμείς! Κι εμείς οφείλουμε να προχωρήσουμε, όσο δύσκολα και τραγικά κι αν είναι τα πράγματα. Όχι για την επόμενη γενιά, αλλά για μας. Για να μπορούμε να κοιταζόμαστε στα μάτια μεταξύ μας.”.
Έτσι και τα θεατρικά περιμένουμε να αντικατοπτρίζουν και να δονούν υψηλά ιδεώδη και να μας ωθούν σε αλλαγή στάσης ζωής! Όχι κουνώντας μας επιδεικτικά το δάχτυλο, όχι με άκρατους ηρωισμούς, αλλά με το να απαλλάξουν τη ψυχή μας από το Φόβο. Μένει μετέωρο το έργο με αυτή την απόφαση του Πέτρου. Ο ήρωας είχε τύψεις, αλλά που τον οδήγησε τελικά η απόφαση αυτή; Ποιο ήταν το τίμημα; Ή η προδοσία γίνεται αποδεκτή; Είναι τελικά ο Αγώνας μάταιος; Η λύση είναι η Προσαρμογή και όχι η Αντίσταση σε κάθε μορφή τυραννίας;
Περιμένουμε με ενδιαφέρον το ανέβασμα της παράστασης.

Οι εκδόσεις Αγγελάκη έχουν εκδώσει τα έργα του Γιώργου Κατσούλα, μυθιστορήματα και θεατρικά, μυθοπλασία και γουέστερν. Το 2016 το βιβλίο “Σονάτα για βιολί και τσέλο” πήρε έπαινο νουβέλας από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών, όπως επίσης και το θεατρικό έργο “Παραδώστε τους αντιστασιακούς”. Επίσης το θεατρικό πήρε το A’ βραβείο θεατρικού έργου από τον φιλολογικό σύλλογο Παρνασσός.
Ο Συγγραφέας Γιώργος Κατσούλας:
Γεννήθηκε στις 16-2-1981 στην Αθήνα και αποφοίτησε από το τεχνικό λύκειο Νέας Ιωνίας με βαθμό 11 και 13/19. Εχει εργαστεί σε πάνω από τριάντα δουλειές. Από λαντζιέρης σε catering, μέχρι πωλητής ιατρικών βιβλίων και χρηματοοικονομικός σύμβουλος. Σπούδασε σκηνοθεσία και θεωρία του Αμερικανικού κινηματογράφου στην σχολή της Ευγενίας Χατζίκου, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του λόγω προβλημάτων της σχολής και θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες συλλέκτες κινηματογραφικής μουσικής. Παρόλο το νεαρό της ηλικίας του και την ενασχόληση του με δουλειές του μεροκάματου, έχει προλάβει κι έχει γράψει 25 βιβλία από τα οποία έχουν εκδοθεί τα 13,ενώ έχει καταπιαστεί με όλα τα είδη του γραπτού λόγου. Από ποίηση και δοκίμια, μέχρι φιλοσοφία, κριτικές ταινιών και soundtracks, νουβέλες, διηγήματα, μονολόγους και μυθιστορήματα. Βραβευμένος με 4 βραβεία εκ των οποίων τα τρία το 2016. Στην συγγραφή είναι αυτοδίδακτος.
2014 Έπαινος νουβέλας πανελλήνιας ένωσης λογοτεχνών για “Το πιόνι απέναντι στον βασιλιά” 2016 Έπαινος νουβέλας πανελλήνιας ένωσης λογοτεχνών για το “Σονάτα για βιολί και τσέλο” Έπαινος θεατρικού έργου πανελλήνιας ένωσης λογοτεχνών για το “Παραδώστε τους αντιστασιακούς” A’ βραβείο θεατρικού έργου από τον φιλολογικό σύλλογο Παρνασσός για το “Παραδώστε τους αντιστασιακούς” .
Είχαμε μια ενδιαφέρουσα κουβέντα με τον συγγραφέα.
Ποια είναι η σχέση σας με το βιβλίο, αλλά και ποια διαδικασία περνάτε κατά την ανάγνωση ενός βιβλίου;
Η σχέση μου με το βιβλίο δεν είναι πολύ καλή, λόγω του ότι αν κάτι δεν έχει εικόνες μου είναι πολύ δύσκολο να συγκεντρωθώ. Υποφέρω πολύ στα μυθιστορήματα,αλλά μου αρέσει πολύ να διαβάζω μελέτες και ιστορία. Ωστόσο φροντίζω αυτή μου την αδυναμία να την καλύψω βλέποντας πολλές σειρές. Και όπως ξέρετε οι σειρές είναι ότι πιο κοντά στην λογοτεχνία, λόγω του ότι υπάρχει πολύς χρόνος για να αναπτυχθεί μια ιστορία και πολύπλοκοι χαρακτήρες. Το “deadwood”, το “Dr.House”, το “breaking bad”, το “lost”, το “prison break”, έχουν φοβερούς χαρακτήρες που πρέπει να μελετηθούν απ' όλους τους συγγραφείς.
Ποιος είναι ο λόγος που ασχοληθήκατε με εκείνη την περίοδο της Νεότερης Ιστορίας της Ελλάδας στο θεατρικό σας;
Να σας πω. Ξέρετε δεν είναι μόνο της Ελλάδας αυτά που έγιναν στην Κατοχή, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Δεν αναφέρω πουθενά τη λέξη Ελλάδα. Εγώ προσπαθώ να γράψω παγκόσμια. Η ναζιστική φρίκη είναι παντού η ίδια. Στη Γαλλία, στην Ρωσία, στην Γιουγκοσλαβία. Ξέρετε οι Έλληνες καλλιτέχνες θα πρέπει να ξεφύγουν από την νοότροπια του στυλ "Γράφω ελληνικά για τα ήθη και έθιμα της ελληνικής κοινωνίας". Αυτό είναι απαράδεκτο. Πρέπει κάποια στιγμή η Ελλάδα να μπει στον παγκόσμιο πολιτιστικό χάρτη και όσο υπάρχουν άτομα που θα σκέφτονται τόσο στενά, αυτό δεν θα γίνει ποτέ. Πάρτε για παράδειγμα τον “Μπακαλόγατο”. Μπορούμε να του βάλουμε υπότιτλους και να το εξάγουμε; Όχι. Γιατί; Γιατί το χιούμορ του είναι υπερβολικά ελληνικό. Οτιδήποτε είναι υπερβολικά ελληνικό ή υπερβολικά Αμερικάνικο ή Κινέζικο δεν μπορεί να θεωρηθεί μεγάλη τέχνη. Μεγάλη Τέχνη είναι η παγκόσμια. Οι"Άθλιοι" του Βίκτωρ Ουγκό δεν είναι μόνο για τους Γάλλους, αλλά για όλους του αθλίους της Γης. Ο Θεοδωράκης χρησιμοποίησε τα ρεμπέτικα σαν βάση και τα εμπλούτισε κανόντας τα παγκόσμια μουσική. Οι σπουδαίοι τζαζίστες της Αμερικής πήραν την Αφρικάνικη μουσική και την μετέτρεψαν σε κάτι σπουδαίο και μοναδικό. Όσο καλή κι αν είναι η παραδοσιακή αφρικάνικη μουσική και τα ρεμπέτικα, δεν μπορουν να σταθούν παγκόσμια γιατί από την φύση τους είναι πολύ στενά και περιορισμένα μουσικά ρεύματα οπώς ολή η παραδοσιακή μουσική. Πρέπει ώποσδηποτε να ξεφύγουμε από την παράδοση και να αποκτήσουμε παγκόσμια νοοτροπία. Έγω όταν γράφω, γράφω για πράγματα που απασχολούν όλους τους λαούς. Τον αφρικάνικο λαό, τον Αμερικάνικο λαό, τον Ελληνικό λαό. Και η ναζιστική φρίκη πρέπει να απασχολεί όλο τον κόσμο.
Τι είναι αυτό που σας ώθησε να γράψετε θεατρικό κείμενο και όχι ένα μυθιστόρημα με αυτή τη θεματολογία;
Δύσκολη ερώτηση. Το θεατρικό αυτό γεννήθηκε απότομα. Δεν το είχα προσχεδιάσει. Πήγα είδα μια συμπαθητική παράσταση, μου άρεσε μια ηθοποιός και για να την εντυπωσιάσω, είπα να γράψω κάτι γι' αυτήν. Και επειδή ήθελα να το δει όσο πιο γρήγορα γίνονταν, η δομή ενός θεατρικού είναι πιο εύκολη από ενός μυθιστορήματος. Έτσι αποφάσισα να γράψω ένα θεατρικό, το οποίο θα ήταν και ένα από τα καλύτερα που θα είχαν γραφτεί ποτέ. Τα δυο βραβεία που πήρα και το πρωτοκλασάτο καστ με το οποίο συζητάω για να το ανεβάσω, πιστεύω ότι θα γίνει μια παράσταση που θα αφήσει εποχή. Τώρα πάντως που η έκρηξη πέρασε το διασκεύαζω με την μορφή μυθιστορήματος, γιατί έχει πολύ ζουμί το πράγμα.
Γράφετε και βιβλία με ιστορίες western. Πώς προέκυψε αυτό;
Είμαι λάτρης του Αμερικάνικου κινηματογράφου και ειδικά του Χολυγουντιανού. Το γουέστερν είναι ένα απόλυτο είδος. Και είναι απόλυτο γιατί μέσα από αυτό μπορείς να μιλήσεις για τα πάντα. Για τον ρατσισμό,την καταλήστευση της γης,την εκμετάλλευση,τη μετανάστευση,τη φιλία που δοκιμάζεται κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, την επιβίωση, την πάλη του ανθρώπου με τον εαυτό του, την πάλη ανάμεσα σε επικίνδυνους και ανίκητους αντιπάλους, την εναρμόνιση του ανθρώπου με την φύση, τον ηρωισμό, την ζωή, τον θάνατο. Και όλα αυτά καλυμμένα με τον μανδύα της περιπέτειας. Μπορείς να ασχοληθείς μόνο με αυτό το είδος σε όλη σου την ζωή,αλλά να έχεις μιλήσει για τα πιο σοβαρά κοινωνικοπολιτικά και φιλοσοφικά ζητήματα που απασχολούν τον άνθρωπο ακόμη και σήμερα.
Οι σπουδές σας στην υποκριτική και τη σκηνοθεσία πόσο θεωρείτε ότι σας βοήθησαν στη συγγραφή των βιβλίων σας;
Τα μέγιστα. Απέκτησα μια ολόπλευρη, ανοιχτόμυαλη και σφαιρική αντίληψη που πριν δεν την είχα. Ξέρετε εγώ δεν γράφω πολλές οδηγίες στους ηθοποιούς και στον σκηνοθέτη,όπως πολλοί συνάδελφοί μου. Όταν παλιότερα έκανα παρέα με πολλούς συγγραφείς και τους έδειχνα τα γραπτά μου, όλοι μου λέγανε να γράφω περισσότερες οδηγίες προς τους ηθοποιούς."Άμα τους αφήσεις να κάνουν ότι θέλουν θα στο καταστρέψουν το κείμενο. Ποτέ να μην τους εμπιστεύεσαι".Ε,λοιπόν σας λέω δεν έχω ακούσει μεγαλύτερη βλακεία απ αυτό που λένε οι συγγραφείς. Οι περισσότεροι είναι ηλίθιοι και κομπλεξικοί. Εγώ έχω τεράστια εμπιστοσύνη στον καλό ηθοποιό. Πιστεύω ότι αν μπει στο πετσί του ρόλου, μπορεί να πάει τον χαρακτήρα σε άλλα επίπεδα που ο συγγραφέας δεν είχε φανταστεί ποτέ του. Προσωπικά λέω στους ηθοποιούς να κάνουν ότι τους κατέβει. Αν είναι σπουδαίος ερμηνευτής ξέρει αυτός πότε θα χτυπήσει το χέρι του στο γραφείο και με πόση δύναμη και αν θα κλάψει ή θα γελάσει, δεν θα του πει ο συγγραφέας τι να κάνει. Αυτό μας έλειπε. Ο συγγραφέας καλά έκανε και έγραψε το έργο και μπράβο του. Άς κάτσει τώρα σε μια γωνία και ας αφήσει τους ηθοποιούς να παίξουν όπως νομίζουν. Θεωρώ πιο σημαντικούς τους ηθοποιούς και τον σκηνοθέτη απ ότι τον συγγραφέα. Αυτό έμαθα από την ενασχόληση μου με την υποκριτική και την σκηνοθεσία. Μου έπεσε λίγο η μύτη κάτω, αλλά δεν πειράζει. Καλό μου έκανε. Οι οδηγίες "βάζει το χέρι του στο μέτωπο, χτυπάει τον τοίχο τρεις φορές" είναι καραγκιοζιλίκια ακόμη κι αν τα έχει γράψει ο Τσέχωφ. Και με εκνευρίζει αφάνταστα όταν μερικοί σκηνοθέτες ακολουθάνε πιστά τον συγγραφέα."Εδώ έχει κόμμα άρα πρέπει να κάνεις παύση."Κι άμα είναι τυπογραφικό λάθος που το ξέρουμε;Ρε ήμαρτον!.Μάθανε και οι συγγραφείς από υποκριτική και δίνουν οδηγίες. Αν είναι δυνατόν!
Πώς μπορεί ένας καλλιτέχνης να βοηθήσει στη δημιουργία ελπίδας, για ένα φωτεινότερο μέλλον, αλλά και στην πραγματοποίηση τελικά, ενός φωτεινότερου μέλλοντος;
Θα σας πω πρώτα τι δεν πρέπει να γίνει. Λοιπόν,αυτό που δεν πρέπει να κάνουμε, είναι να παρασυρθούμε από την σκοτεινή εποχή που ζούμε και να κάνουμε έργα υπερεπαναστατικά με μια άκρατη και ατεκμηρίωτη αισιοδοξία και με μια υψωμένη γροθιά λες και είμαστε σε διαδήλωση. Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που δεν πρέπει να κάνουμε εμείς οι καλλιτέχνες. Αλλά από την στιγμή που ο ναζισμός ανεβαίνει τόσο επικίνδυνα δεν μπορεί να είμαστε τραλαλα τραλαλα και να μιλάμε για έρωτες του καναπέ, επιβάλλεται να μιλήσουμε και για άλλα πράγματα. Από κει και πέρα έτσι όπως είναι οι εποχές η τέχνη δεν μπορεί να κάνει και πολλά.
Ο Σίμον Ρατλ είχε πει για μένα κάτι πάρα πολύ σωστό."Στους δύσκολους καιρούς που ζούμε η τέχνη δεν είναι η απάντηση. Δεν είναι η λύση. Βοηθάει όμως". Και πως βοηθάει; Με το να αλλάξουμε σαν άνθρωποι και να αποβάλουμε από πάνω μας κάθε μοιρολατρεία και ηττοπάθεια και να αποκτήσουμε μια μαχητικότητα και αγωνιστικότητα που θα μας βοηθήσει και σε ατομικό επίπεδο αλλά και σε συλλογικό. Εξάλλου ένας μορφωμένος άνθρωπος έχει άλλη πειθώ και στάση ζωής,από έναν αμόρφωτο. Ένας μορφωμένος άνθρωπος μπορεί και αγωνίζεται καλύτερα. Δεν είναι τυχαίο που οι φασίστες τρέμουν την κουλτούρα. Ήξεραν και ξέρουν πολύ καλά δυστυχώς ότι η κουλτούρα αλλάζει τον άνθρωπο και του βάζει ερωτήματα. Γι αυτό και φροντίζουν να έχουν τις μάζες αμόρφωτες. Δείτε τι γίνεται στις χώρες όπου οι λαοί είναι αγράμματοι. Δουλεύουν 15 ώρες για ένα πιάτο φαΐ και κανείς δεν λέει τίποτα. Μόνο η Ευρώπη αντιστέκεται λόγω του μορφωτικού της επιπέδου. Αυτό διδάσκει η Τέχνη. Όποιος δεν ποτίζεται από αυτό το φρόνιμα,τότε η γνώση του είναι επιφανειακή, για τα σαλόνια. Σημασία λοιπόν δεν έχει πόσα βιβλία έχουμε διαβάσει,αλλά αν μπορούμε να εφαρμόσουμε αυτό που διδάσκει η Μεγάλη Τέχνη. Και η Μεγάλη Τέχνη διδάσκει να μην φοβάσαι. Να μην φοβάσαι να αγαπήσεις,να μην φοβάσαι να νικηθείς,να μην φοβάσαι να πολεμήσεις.

































Πρόσκληση φίλων