Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
 

Το Bookia αναζητά μόνιμους συνεργάτες σε κάθε πόλη τής χώρας για την ανάδειξη τής τοπικής δραστηριότητας σχετικά με το βιβλίο.

Γίνε συνεργάτης τού Bookia στη δημοσίευση...

- Ρεπορτάζ.
- Ειδήσεις.
- Αρθρογραφία.
- Κριτικές.
- Προτάσεις.

Επικοινωνήστε με το Bookia για τις λεπτομέρειες.
Διονύσης Λεϊμονής, μιλάει στον Δημήτρη Μπουζάρα
Διαφ.

Γράφει: Δημήτρης Μπουζάρας

Έχετε μια εντυπωσιακή πορεία στο χώρο του βιβλίου, πολλές εκδόσεις, εκπομπές, αρθρογραφία, συνεντεύξεις, συμμετοχές και μια ιδιαίτερη αγάπη στο παιδικό και νεανικό διήγημα. Επανέρχεστε με ένα νέο βιβλίο το οποίο έχει ως τίτλο «Το παιδί με τη φουστανέλα» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αρτέον». Ένα βιβλίο, που απευθύνεται αρχικά σε νέους, αλλά και σε όλους εμάς που επιθυμούμε να μάθουμε ένα κομμάτι της ιστορίας μας. Σίγουρα δεν θα ήταν το μοναδικό γεγονός που είχατε κατά νου. Γιατί όμως ειδικά αυτό το γεγονός;

Με τις Εκδόσεις Αρτέον, όπως πολύ καλά θα ξέρετε, είναι η δεύτερη φορά που συνεργάζομαι μετά από τον «Θαλασσοσφυριχτή», καταλαβαίνοντας το μεράκι και την υπευθυνότητα τους απέναντι σε θέματα Παράδοσης και Ιστορίας. Με την ευκαιρία των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήθελα να γράψω κάτι, ως συγγραφέας, ως εκπαιδευτικός, ως ΄Ελληνας. Κάτι που θα απέπνεε σεβασμό για το παρελθόν στα νέα παιδιά γνωρίζοντας πως την Ιστορία μας τη γράφουμε μείς οι ίδιοι, προ-παππούδες μας, οι παππούδες μας, οι πατέρες μας. Το παιδί με τη φουστανέλα είναι ένα παιδί του σήμερα, που βιώνοντας μια σωματική εκ γενετής αναπηρία τυχαίνει να «συναντήσει» έναν ήρωα της περιοχής και από εκεί και πέρα να ξεκινήσει μια ωραία φιλία και μια διαδικασία άνδρωσής του στη ζωή. Τα παιδιά μας, οι μαθητές μας, οι νέοι γενικά, φοβούνται την Ιστορία, ενώ θα έπρεπε να συνομιλούν με το χθες και να την αξιοποιούν για ένα καλύτερο μέλλον. Τον ήρωα αυτό, τον Γρηγόριο Λιακατά τον «αντάμωνα» από παιδί στο Αιτωλικό κι ίσως είχα ψιλομιλήσει κι εγώ μαζί του χωρίς να μας πάρει κανείς χαμπάρι. Επομένως ήταν η πιο ευνοϊκή συγκυρία για να αποκαλύψω αυτή τη σχέση του τότε με το τώρα.

Το βιβλίο είναι πραγματικά συναρπαστικό! Μια πραγματικά «δυνατή» ιστορία από αυτές που δημιουργήθηκαν τα χρόνια του σκότους, η οποία όμως κρύβει μέσα της τόσο φως, τόση αγάπη για τη ζωή και τον άνθρωπο που είναι ικανή τόσο να εμπνεύσει όσο και να δημιουργήσει πολύ έντονα συναισθήματα στον αναγνώστη. Τι είδους έρευνα όμως απαιτήθηκε για τη συγγραφή του; Πόσος χρόνος χρειάστηκε για την ολοκλήρωσή και ποια σημεία σας δυσκόλεψαν;

Η διαδικασία της έρευνας ήταν για μένα χαρά, μια απόλαυση. Ήταν η δική μου πρότερη συνομιλία με το χθες. Τη χρειαζόμουν αυτή την επικοινωνία μαθαίνοντας πολλά πράγματα, συναρπαστικά, πραγματικά, που αγνοούσα αν και ζούσα τόσα χρόνια στα μέρη εκείνα, τα ιερά που διαδραματίστηκαν συνταρακτικά γεγονότα. Ήταν σαν να ανακάλυπτα τις ρίζες μου κι αυτό είναι λυτρωτικό για τον άνθρωπο και κατ’ επέκταση για έναν συγγραφέα. Πληροφορίες έλαβα και από τον εκδότη μου, ΄Αρη Τσικοντούρη, ο οποίος έχει μελετήσει και ερευνά ως εκδότης και συγγραφέας την Παράδοση. Η δυσκολία μου, λοιπόν, δε εστιάζεται στη γνώση της Ιστορίας, αλλά στη μεταφορά αυτής της ιστορίας στους άλλους μέσα από μια μυθοπλασία και μάλιστα σε παιδιά, που ξέρουμε όλοι πόσο τους απωθεί ο διδακτισμός και η στερεοτυπική μάθηση. Η μετουσίωση της ζωντανής πραγματικότητας σε λογοτεχνία, ώστε πρώτα να τέρπει και μετά να μαθαίνει με έκανε να δράσω με υπευθυνότητα και σεβασμό προς εκείνους τους ήρωες αλλά και προς τους αναγνώστες μου αξιοποιώντας την πείρα μου όλα αυτά τα χρόνια στα μονοπάτια της παιδικής-εφηβικής λογοτεχνίας.

Ποιες ήταν οι πηγές πάνω στις οποίες βασίστηκε το βιβλίο; Υπήρξαν προφορικές ίσως μαρτυρίες από πιθανούς απογόνους, αρχειακό υλικό, βιβλιογραφία; Επίσης, τι είδους συναισθήματα αναδυθήκαν μέσα από τι μνήμες αυτές;

Όλα αυτά που αναφέρετε μαζί. Διάβασα πολύ, μελέτησα την Ιστορία, ήρθαν στη μνήμη μου προφορικές παραδόσεις γυρνώντας στην παιδική ηλικία, έτρεξα, ρώτησα, έμαθα, μα κυρίως για μένα ήταν μια αναζωογονητική διαδικασία, μια περιπέτεια ίσως πιο δυνατή ακόμα κι από αυτή που θα βιώσουν και οι αναγνώστες αυτού του βιβλίου βγάζοντας μερικά πολύ ωραία συμπεράσματα για τη σχέση παρελθόντος και παρόντος.

Πολλές φορές ο συγγραφέας, ο ερευνητής, καλείται να ρωτήσει και να «λάβει» απαντήσεις από τις πηγές του. Ρωτήσατε τον Γρηγόρη Λιακατά; Πήρατε απαντήσεις;

Τον ρώτησα και τον ξαναρώτησα. Αλλά το πιο ωραίο είναι ότι εκείνος μου εκμαίευσε πληροφορίες που μάλλον είχαν καταδυθεί μέσα μου και νόμιζα πως τις είχα απολησμονήσει. Ο Γρηγόριος Λιακατάς ένας άλλος «Λεωνίδας» ήταν ένας ήρωας πρότυπο ζωής και αγωνιστή, ένας οικείος θείος παράλληλα, ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, ο «γκαβός» που δεν επέτρεψε σε κανέναν να τον κοροϊδέψει για την αδυναμία του, καταφέρνοντας τη μερική του αναπηρία να την εξαλείψει προβάλλοντας το τσαγανό του, την ηθική του, τον ηρωισμό του. Ακόμα δεν μου τα έχει αποκαλύψει όλα βέβαια, κάτι τέτοιο θα με έκανε να μην έχω περαιτέρω στόχους και αναμονές. Μου αρέσει να μην αρχίζουν και να μην τελειώνουν όλα με μια ανάγνωση, αλλά η αναγνωστική εμπειρία να αποτελεί την αφόρμηση για περαιτέρω έρευνα, ένα ψάξιμο δημιουργικό.

Το βιβλίο είναι ουσιαστικά δύο ιστορίες. Δύο ιστορίες, που η μία είναι η συνέχεια της άλλης. Η μία είναι το παρελθόν και η άλλη το μέλλον. Εμείς και τα παιδιά μας, οι επόμενες γενιές, οι συνεχιστές αυτής της ένδοξης γενιάς που με το τίποτα δημιούργησαν τα πάντα, που μέσα από το σκότος και το έρεβος κατάφεραν να βγάλουν τον κόσμο τους στο φως, είμαστε άξιοι συνεχιστές του έργου τους, έχουμε κάτι από την πνοή, τη δύναμη, το σθένος, έχουμε τις ίδιες αξίες, τα ίδια ιδανικά;

Οι άνθρωποι είμαστε πάντα ίδιοι από καταβολής κόσμου μέχρι σήμερα… ίδια τα συναισθήματα, ίδια τα πάθη, παρόμοια τα λάθη. Κάθε γενιά βλέπει «σκοτεινό» το τώρα και μάλιστα κατηγορεί της απελθούσα γενιά σχεδιάζοντας συνάμα και πρέπει να σχεδιάζει, ένα καλύτερο μέλλον. Μπορεί οι τόποι επίτευξης, τα μέσα αν αλλάζουν αλλά οι αξίες και τα ιδανικά ακόμα κι αν κάποτε καμουφλάρονται με προσωπεία παρουσιάζουν μια κοινότητα. Για αυτό η αποκοπή από το παρελθόν μας είναι ακρωτηριασμός.

Η ιστορία είναι λίγο παρεξηγημένο μάθημα στη σχολική κοινότητα και ειδικά στις μικρότερες ηλικίες. Δεν το αγαπούν πολύ τα παιδιά. Τι φταίει κατά τη γνώμη σας; Ο τρόπος που διδάσκεται; Η επιλογή της ύλης; Ο τρόπος γραφής των βιβλίων; Η συνεχής τεχνολογική εξέλιξη και πρόοδος που κάνουν την εκμάθηση της ιστορίας να φαντάζει ξεπερασμένη και ανωφελής;

Όλα αυτά μαζί, θα έλεγα, σε έναν ατυχέστατο συνδυασμό. Κυρίως φταίει, κατά τη γνώμη μου, η αντίληψη ότι η ιστορία είναι ένα απολιθωμένο, άψυχο απόκτημα χωρίς καμία χρηστικότητα. Το χειρότερο δε, ότι αποτελεί μάθημα προς αξιολόγηση στη σχολική τάξη ή εξακρίβωση της ικανότητας των παιδιών να απομνημονεύουν σωρεύοντας πλήθος πληροφοριών. Την ιστορία πρέπει να μάθουμε να τη βιώνουμε, να συνομιλούμε με τους προηγούμενους, να εντοπίζουμε τα κοινά μας βήματα, να αντιλαμβανόμαστε πως είναι η σκιά μας, χωρίς την οποία δεν υπάρχει συνέχεια.

Για ποιους λογούς θεωρείτε πως τα παιδιά θα πρέπει να μαθαίνουν την ιστορία του τόπου τους; Τι τους προσφέρει αυτή η γνώση; Σε τι βοηθά; Πόσο εύκολο κατά τη γνώμη σας είναι να εξελιχθεί ο μικρός σε αυριανό μεγάλο αναγνώστη;

Πολύ ωραία ερώτηση. Διαπιστώνουμε συχνά πως ενώ ξέρουμε την ιστορία την Παγκόσμια, την εθνική, αγνοούμε παντελώς την τοπική. Νομίζω πως η πορεία θα έπρεπε να είναι αντίστροφη.

Πρώτα μαθαίνω την ιστορία της περιοχής μας, μετά την εθνική και πάει λέγοντας. Αν ρωτήσετε σε οποιαδήποτε πόλη γιατί υπάρχει μια επιτύμβια στήλη εκεί κοντά τους , ένα άγαλμα, μια επιγραφή, θα σε κοιτάξουν σαν να τους μιλάς για πυρηνική φυσική και συχνά με ένα βλέμμα υποτίμησης και παγερής αδιαφορίας. Αυτό είναι ανάγκη να αλλάξει. Είναι σαν να μπαινοβγαίνουμε σε ξένα σπίτια και να μην έχουμε το κλειδί του πατρικού μας. Δεν είναι πολύ αστείο; Είναι όμως και θλιβερό…

Μέσα στο βιβλίο και με έντεχνο τρόπο μεταφέρονται πολλά και σημαντικά μηνύματα. Αγάπη για τη γνώση και ελευθερία πρόσβασης για όλους, ατομική ελευθερία, δικαιοσύνη, το δικαίωμα στη ζωή, στην ελεύθερη βούληση. Ακόμη και σήμερα ενώ δεχόμαστε τα παραπάνω ως αυτονόητα παρόλα αυτά σε πολλά μέρη του κόσμου απλά ισχύουν στη σφαίρα της θεωρίας, ενώ σε κάποια άλλα καταπατώνται στον βωμό του συμφέροντος της «προόδου», της «ειρήνης».

Θεωρείτε πως έχουμε ένα μακρύ δρόμο ακόμη για ένα κόσμο δικαιοσύνης και πραγματικής ελευθερίας; Τι είδους όπλα έχουμε στα χέρια μας για να το πέτυχουμε αυτό το στόχο;

Κάθε μέρα πορευόμαστε σε ένα δρόμο κατακτώντας. Κάθε λεπτό κάτι κερδίζουμε, καλό ή κακό, ανάλογα με τη συμπεριφορά και τις επιλογές μας. ΄Αρα ο δρόμος δεν είναι απλά μακρύς αλλά ατελεύτητος. Αυτό πιστοποιεί ότι είμαστε ζωντανοί. Η διαρκής προσπάθεια… Μην ξεχνάτε ότι κατά την περιδιάβασή μας στη ζωή χάνουμε και ήδη αποκτημένα αγαθά. Τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο. ΄Οσο για τα…όπλα μας, πάντα κρατώ την αισιόδοξη πλευρά της ζωής ότι τα διαθέτουμε άλλοτε ενσυνείδητα, τις πιο πολλές φορές ασύνειδα. Τα κουβαλάμε μέσα μας, στην ψυχή μας, στην καρδιά, στον νου, στο DNA μας, αν θέλετε. Αυτό που έχει σημασία είναι να δώσουμε μια ευκαιρία στον εαυτό μας να τα αναδείξει και να τα αξιοποιήσει για καλό.

Σε κάποιο σημείο του βιβλίου γράφετε «Ξέρεις πιο είναι το πιο περίεργο; Αντί να κοκκινίζουν αυτοί που μου φέρονται έτσι, ντρέπομαι εγώ και θέλω να το βάλω στα πόδια». Με αφορμή αυτό σκέφτομαι πως πολλές φορές υιοθετούμε ένα ξένο έθιμο, μια ιστορία, κτλ -χωρίς πάντα μια τέτοια ενέργεια να είναι καταδικαστέα- και αφήνουμε στην άκρη κάτι δικό μας ως, παρωχημένο. Πολλές φορές το κάνουμε και από ντροπή. Είναι αυτή η ντροπή αποτέλεσμα απουσίας γνώσης;

Γνώσης και επίγνωσης. Συχνά βαδίζουμε αμέτοχοι, θαρρείς πως η ζωή κινείται έξω από εμάς, πέρα από εμάς, ατενίζοντάς την από έναν ψηλό βράχο. Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι η ζωή είναι ένα έργο με εμάς ήρωες, δημιουργούς. Σαν παρατηρητές εκ του μακρόθεν λοιπόν, κοιτάμε πολύ μακριά μας και καθόλου γύρω μας και μέσα μας. Τα οικεία μας τότε γίνονται ξένα, αδιάφορα και για αυτό τα υποτιμούμε. ό,τι όμως μας κεντρίζει την προσοχή, ακόμα και την περιέργεια, ό,τι αστράφτει μακριά μας, μπορεί να μας γητεύσει, να μας δελεάσει, να μας αποπροσανατολίσει.

Έλληνες και Τούρκοι είμαστε διαφορετικοί πολιτισμοί, διαφορετικοί κόσμοι. Η σχέση μας πολύπλοκη. Βρισκόμαστε όμως ο ένας κοντά στον άλλο. Θέλοντας και μη ανταλλάσσουμε, δεχόμαστε και δέχονται, μοιραζόμαστε, υιοθετούμε και υιοθετούν κατ’ επέκταση αλλάζουμε ο ένας τον άλλο. Υπάρχει σημείο σύγκλησης τελικά; Θεωρείτε πως υπάρχει ποτέ η περίπτωση να ζήσουμε δίχως προβλήματα; Αν όχι για ποιους λόγους; Θεωρείτε πως μπορούμε ξεκάθαρα να πούμε ποιος είναι ο «καλός» και ποιος ο «κακός»;

Σε μια πολύπλοκη σχέση, σε μια ζωή που για αιώνες ζυμωθήκαμε ανταλλάσσοντας λεξιλόγιο, συνήθεις, πρακτικές, καλό θα ήταν να κοιτάζαμε τι μας ενώνει με τον λαό αυτό κι όχι τι μας χωρίζει. Ισως αυτό-δεν είμαι εγώ αυτός που θα δώσει τη λύση σε ένα τόσο μεγάλο θέμα, απλά υποθέτω- θα συνέτεινε στη συνειδητοποίηση και της ανάγκης ο ένας λαός να μην διεκδικεί τίποτα από τον άλλον. Αν ζούμε για να χωρίζουμε πράγματα και να διεκδικούμε αλόγιστα, φθείρουμε και φθειρόμαστε σε έναν μάταιο αγώνα. Οι λαοί ζουν ήρεμα, ειρωνικά, ανταποδοτικά, αν τα ζιζάνια των συμφερόντων εκ των άνω δεν κατασκευάζουν κρίσεις για την ικανοποίηση και μόνο ποταπών συμφερόντων. Καλοί και κακοί δεν υπάρχουν, πιστεύω. Καλοί κάθε μέρα αγωνιζόμαστε να γίνουμε, ενώ οι κακοί κατασκευάζονται, πλάθονται, εσκεμμένα δημιουργούνται.

Οι ιστορικές σκηνές που παρουσιάζονται στη λογοτεχνία, αποδίδουν κάποια πραγματικά γεγονότα. Είναι δε εξαιρετικά εντυπωσιακές, πράγμα που τις καθιστά περισσότερο δημοφιλείς από τη «βαρετή» και «περίπλοκη» ιστορία των επιστημόνων ιστορικών. Πώς διασφαλίζεται όμως ότι ο αναγνώστης θα λάβει την αντικειμενική ιστορική αλήθεια; Είναι η ιστορία που διδασκόμαστε αντικειμενική; Θα έπρεπε και για ποιους λόγους;

Η αντικειμενικότητα είναι το ζητούμενο πάντα στην ιστορία αν ξεπεραστούν τα εθνικά πάθη και η υπεροψία. Η ιστορία δεν διδάσκεται, μαθαίνεται. Κι όπως απάντησα σε προηγούμενη ερώτηση, μαθαίνεται εκ των έσω, σταδιακά, από τα εγγύτερα στα μακρότερα. Είναι μια σταδιακή κατάκτηση που προϋποθέτει οξυμμένο νου, κριτική ματιά, συμμετοχή μας στη γνώση της ιστορίας, διάθεση για διασταύρωση στοιχείων κι όχι άκριτη αποδοχή μιας ιστορικής διδασκαλίας.

Πως ξεκινάτε συνήθως τα βιβλία σας, βασισμένος σε κάποια ιδέα ή στους χαρακτήρες;

Οι χαρακτήρες χτίζουν την ιστορία. Αυτοί είναι η πρωταγωνιστές και μέσα από τη συμπεριφορά τους και τη σχέση τους με τους άλλους δημιουργούν την υπόθεση την ιστορία. Συχνά έχω κάποιες ιδέες στο μυαλό μου, αλλά συνήθως αφήνω στους ήρωες να προπορεύονται και τους ακολουθώ κατά πόδας καταγράφοντας τις περιπέτειές τους και τη δράση τους.

Ετοιμάζετε κάτι για το μέλλον;

Ναι, ετοιμάζω. Είπαμε διαρκής πορεία είναι η ζωή, έτσι και η συγγραφή. Περιμένω με χαρά ένα ακόμα βιβλίο για παιδιά και εφήβους που θα αναδείξει το χθες ενός ανθρώπου –ιερωμένου που αιώνες πριν έδρασε για το καλό των ανθρώπων, περιφρονήθηκε πολύ, αλλά εκείνος στάθηκε πιο πάνω από τις περιστάσεις, ώστε να αποτελέσει έναν ήρωα ζωής, ένα πρότυπο, μια προσωπικότητα που θεώρησα να γνωρίσουν μικροί και μεγάλοι, αφού δεν πιστεύω σε καμιά περίπτωση ότι στη λογοτεχνία πρέπει να θέτουμε ηλικιακά όρια. Μιλάω για τον Ευγένιο Γιαννούλη, έναν παπά, τον πιο απλό άνθρωπο της διπλανής πόρτας που με το έργο και τη δράση του κατάφερε να μοσχοβολά αρετή και ευγένεια.

Σας ευχαριστώ.

 
 
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα