Γράφει: Παναγιώτης Σιδηρόπουλος
Το φωτορεπορτάζ σε Facebook άλμπουμ.
Το βιβλίο «Η αναγκαιότητα της ανάγνωσης».
O συγγραφέας Νίκος Σιδέρης.
Αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να είχε παραγγελθεί από το Bookia. Εκφράζει απόλυτα τις επιδιώξεις του στην ενίσχυση της φιλαναγνωσίας, με τον τρόπο και τα μέσα που διαθέτει.
Η επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται από το συγγραφέα, πείθει όλους εμάς που έχουμε αμφιβολία και επιβεβαιώνει τους υπόλοιπους που, έχοντας καταλήξει ήδη στα οφέλη της ανάγνωσης, έχουν ταχθεί στον ίδιο σκοπό μέσα από την προσωπική τους προσπάθεια και την επιρροή άλλων.
Ο συγγραφέας, γόνος εκδοτικής οικογένειας και με σχετικές με το βιβλίο σπουδές, συγκεντρώνει την εμπειρία και τα συμπεράσματά του για το μεγάλο ζήτημα της ανάγνωσης και τις επιπτώσεις που αυτή μπορεί να έχει στην κοινωνία. Η ανάγνωση μπορεί να είναι μία προσωπική υπόθεση αλλά το αποτέλεσμά της αντανακλάται στην οικογένεια, στο σχολείο, στη δουλειά, στη χώρα. Ο συγγραφέας αναρωτιέται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου και μέσα από το κείμενό του προσπαθεί να δώσει απαντήσεις σε αυτούς τους προβληματισμούς:
Πόσο καλύτερος θα ήταν αυτός ο κόσμος αν διαβάζαμε; Πόσο καλύτερες θα ήταν αυτές οι εποχές αν, απλά, διαβάζαμε; Πόσο καλύτερος θα ήταν ο κόσμος αν κάθε παιδί είχε γνωριστεί με τον Τομ Σόγιερ, τον Χακλμπέρι Φιν, τη Χιονάτη, τον Μάγο του Οζ, την Αλίκη και τον Αίσωπο; Πόσο καλύτερος θα ήταν ο κόσμος αν οι απανταχού «υπεύθυνοι» φανεροί ή σκιώδεις είχαν διαβάσει Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Θουκυδίδη, Σενέκα, Οβίδιο, Σαίξπηρ, Μολιέρο, Όστεν, Μπέκετ, Φιτζέραλντ, Ντίκενς; Πόσο καλύτερος θα ήταν ο κόσμος αν δικηγόροι, υδραυλικοί, ταξιτζήδες, γιατροί, αγρότες, καθηγητές, δημοσιογράφοι, αν όλοι μας διαβάζαμε κλασική λογοτεχνία;
Με την πεποίθηση ότι κάθε βιβλίο σημαδεύει τον αναγνώστη του, «...γίνεται φορτίο που το κουβαλάει ο αναγνώστης μέσα του για πάντα...», ο Νίκος Σιδέρης μας χαρίζει ένα δοκίμιο-οδηγό για να βάλουμε σε τάξη όλα όσα ενστικτωδώς ίσως γνωρίζουμε, απαντώντας θετικά στην ερώτηση, «Μπορεί η ανάγνωση να αλλάξει τον κόσμο;».
Πρόσφατα, στην παρουσίαση του βιβλίου από τον εκδοτικό οίκο, εκεί όπου ανακαλύψαμε το βιβλίο, είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε τις απόψεις στο θέμα, του μεγάλου μας λογοτέχνη Μάνου Κοντολέων και της Κατερίνας Τοράκη, βιβλιοθηκονόμου και καθηγήτριας του συγγραφέα. Το βίντεο-ντοκουμέντο αυτής της συζήτησης είναι διαθέσιμο και συνιστούμε την… «ανάγνωσή του».
Ζητήσαμε από το συγγραφέα, και μας έκανε την τιμή, να συναντηθούμε και να συζητήσουμε λίγο περισσότερο για το θέμα θέτοντας και τις δικές μας ερωτήσεις για το μεγάλο ζήτημα της φιλαναγνωσίας και των επιπτώσεών της, να φωτίσει ακόμα περισσότερο το μείζον αυτό θέμα, ιδιαίτερα αυτή την περίοδο των μεγάλων ανατροπών και αμφιβολιών.
Είχαμε τη χαρά λοιπόν να περπατήσουμε με τον κο Σιδέρη στο κέντρο της Αθήνας, να επισκεφθούμε μαζί τρία εμβληματικά βιβλιοπωλεία και να ζητήσουμε τη γνώμη τους για το θέμα, ανθρώπων που η δουλειά και η ζωή τους είναι το βιβλίο.
Ορίσαμε τη συνάντηση προς το μεσημέρι του Σαββάτου στο βιβλιοπωλείο «επί λέξει», στην οδό Ακαδημίας. Εκεί συναντήσαμε και μιλήσαμε με τη Μαρία Παπαγεωργίου, για βιβλία, για φιλαναγνωσία και τι είναι αυτό που μπορεί να τη θρέψει. «Το οικογενειακό περιβάλλον και την παιδεία» θεωρεί η Μαρία τους βασικούς πόλους, «από εκεί ξεκινάνε όλα», σημείωσε και αφηγήθηκε περιστατικό όπου στην απορία γονέα προς την καθηγήτρια για το παιδί του που δεν διαβάζει εξωσχολικά βιβλία, η φιλόλογος του σχολείου απαντάει, «Διαβάζει κανείς στο σπίτι σας;», για να λάβει αρνητική απάντηση. «Τι περιμένεις τότε; Όταν δεν υπάρχει το πρότυπο!», σχολίασε η Μαρία Παπαγεωργίου.
Η ανάγνωση είναι δικαίωμα και όχι υποχρέωση.
Διαπίστωσε όμως ότι ούτε ο ένας ούτε ο άλλος πόλος δεν λειτουργούν στη χώρα μας και συμφώνησε με το συγγραφέα ότι η ανάγνωση «επιβάλλεται» ως εκβιασμός με την απειλή της στέρησης της τηλεόρασης ή άλλων «απολαύσεων», «Η ανάγνωση είναι δικαίωμα και όχι υποχρέωση», σχολίασε ο Νίκος Σιδέρης δίνοντας την ευκαιρία στη Μαρία Παπαγεωργίου να συμπληρώσει τη σημασία της καλλιέργειας της κρίσης των παιδιών να επιλέξουν τα σωστά «δικαιώματά» τους και παρότρυνε να βάλουμε το βιβλίο στην καθημερινότητά μας, όχι στη βιβλιοθήκη μόνον αλλά παντού, στο κρεβάτι, στο καναπέ...
Βάλτε το βιβλίο στην καθημερινότητα, όχι στη βιβλιοθήκη αλλά παντού, στο κρεβάτι, στο καναπέ...
Ζητήσαμε από τη Μαρία Παπαγεωργίου να μας πει τη γνώμη της για το κεντρικό θέμα του βιβλίου του Νίκου Σιδέρη, αν η ανάγνωση μπορεί να αλλάξει τον κόσμο.«Για να αλλάξει ο κόσμος πρέπει να αλλάξει ο καθένας μας», απάντησε και συμπλήρωσε, «Στη γενικότητα συμφωνώ διότι διαβάζοντας βελτιώνουμε τους εαυτούς μας, απαραίτητη δυναμική για να αλλάξει ο κόσμος, παίζει τεράστιο παιδαγωγικό ρόλο η ανάγνωση».
Ο συγγραφέας Νίκος Σιδέρης συμπλήρωσε την αξία των μικρών αλλαγών που συντελούνται όταν διαβάζουμε, «Και μόνον ότι θα συζητήσουμε στο σπίτι κάτι που διαβάσαμε, είναι μία μικρή αλλαγή», μία μικρή επανάσταση, συμπλήρωσε η Μαρία Παπαγεωργίου.
Και μόνον ότι θα συζητήσουμε στο σπίτι κάτι που διαβάσαμε, είναι μία μικρή αλλαγή.
«Θα μπορούσε ένας άνθρωπος της εξουσίας αλλά με παιδεία, να λειτουργήσει με διαφορετική ηθική απ' ότι ένας χωρίς παιδεία;», ήταν το τελευταίο ερώτημα στο οποίο συμφώνησαν και οι δύο αλλά όμως και στο ότι ένας τέτοιος άνθρωπος δεν θα έφτανε ποτέ σε θέση εξουσίας, «Το σύστημα θα τον είχε αποβάλλει».
Επόμενος σταθμός της περιπλάνησης ήταν το βιβλιοπωλείο «Books Plus/art & Coffee», στην Πανεπιστημίου, ακριβώς απέναντι από την Εθνική Βιβλιοθήκη. Εκεί ήπιαμε τον καφέ μας και μιλήσαμε με την υπεύθυνη εκδηλώσεων του βιβλιοπωλείου, Φλώρα Σαρτζετάκη, με την οποία πιάσαμε τη συζήτηση από εκεί όπου την αφήσαμε με τη Μαρία Παπαγεωργίου.
«Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι με εξουσία και παιδεία», είπε και αναρωτήθηκε πως μετουσιώνεται αυτή η γνώση, «ποιο είναι εκείνο το φίλτρο μέσα από το οποίο έχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα;».
Η ανάγνωση είναι το όχημα για την ελευθερία.
«Η ανάγνωση είναι το όχημα για την ελευθερία», συνέχισε η Φλώρα Σαρτζετάκη, δίνοντας αφορμή στο Νίκο Σιδέρη να διευκρινίσει ότι η αλλαγή θα συντελεστεί σε όλους, στους απλούς πολίτες αρχικά οι οποίοι είναι και αυτοί που εκλέγουν τους ανθρώπους της εξουσίας. Στον αντίποδα της κλασικής παιδείας η Φλώρα Σαρτζετάκη αντιπαρέβαλε το ζήτημα της βασικής παιδείας, το έλλειμμα εκπαίδευσης στο σχολείο, ένα έντονο πρόβλημα ειδικά στην επαρχία.
Με αισιοδοξία όμως βλέπει το θέμα του βιβλίου, η περίοδος των εορτών τής θύμισε άλλες εποχές, τις εποχές των πολυκαταστημάτων μόνον που τώρα ο κόσμος έφευγε με τσάντες γεμάτες βιβλία, «Διψάει ο κόσμος και πρέπει να δημιουργήσουμε μικρούς φάρους πολιτισμού», σχολίασε αναφερόμενη στη δουλειά που κάνουν στον πολυχώρο εκδηλώσεων του βιβλιοπωλείου, «Το στέκι» που διαμορφώνεται στο κέντρο της Αθήνας. «Έτσι απαντάμε εμείς στον Άγιο Βαλεντίνο» (σημ. η συζήτηση έγινε κοντά στην εν λόγω γιορτή), είπε κλείνοντας αυτή την ωραία συζήτηση.
Και μιας και μιλάμε για «στέκι», δεν μπορούμε να μην εμπλέξουμε στην αναζήτησή μας το «Μωβ σκίουρο», ένα βιβλιοπωλείο συνομήλικο του Bookia, μία προσπάθεια δύο νέων ανθρώπων να κάνουν κάτι διαφορετικό. Συναντήσαμε το Σπύρο Παπαϊωάννου ο οποίος με τη Χριστίνα Χαραλαμποπούλου μετέτρεψαν την πλ. Καρύτση σε στέκι της διανόησης της πόλης, «όπως παλιά!».
Αν είχε διαβάσει το Μόμπι Ντικ, θα είχε καταλάβει!
Ξεκινήσαμε τη συζήτηση πάλι με το κύριο θέμα στο βιβλίο του Νίκου Σιδέρη, «Μπορεί η ανάγνωση να αλλάξει τον κόσμο;» και ο Σπύρος Παπαϊωάννου θύμισε σκηνή του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στις ΗΠΑ και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όπου τον υποδέχτηκαν με τη φράση, «Καλωσήρθες στην κοιλιά του κοίτους!», φράση την οποί δεν κατάλαβε ο πρωθυπουργός, «Αν είχε διαβάσει το Μόμπι Ντικ, θα είχε καταλάβει», συμπλήρωσε.
«Επαρκής και αναγκαία συνθήκη», θεωρεί ο Σπύρος Παπαϊωάννου την ανάγνωση αλλά εξίσου σημαντικό και το τι διαβάζουμε. Σε αυτό συμφώνησε και ο ποιητής Αντώνης Τσόκος που έτυχε να βρίσκεται στο βιβλιοπωλείο, «Έχει σημασία να διαβάζουμε αλλά εξίσου και το τι πρέπει να διαβάζουμε», είπε. Σημείωσε όμως και κάτι εξίσου ενδιαφέρον, «Διαβάζοντας ένα βιβλίο είναι ένα βήμα προς ένα καλύτερο βιβλίο» και σε αυτό, σημαντικό ρόλο παίζουν τα μικρά βιβλιοπωλεία με την προσωπική επαφή του βιβλιοπώλη με τους αναγνώστες, «Το ένα βιβλίο φέρνει το άλλο, ο Καζαντζάκης θα σε πάει στο Νίτσε, ο Νίτσε στο Όμηρο...», συμπλήρωσε ο Σπύρος Παπαϊωάννου.
Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο, όχι στο δικό μου μαγαζί!
Υπάρχουν τόσα ωραία βιβλία, κλασικά και σύγχρονα, τα «διαμάντια» όπως τα αποκαλεί ο Σπύρος, που δεν αξίζει να σπαταλάμε το χρόνο μας με άλλα, «Δεν λέω να τα καίμε αλλά να μην τα διαβάζουμε, δεν θα χάσω το χρόνο μου να διαβάσω, π.χ., "τα πρωτόκολλα της Σιών"», σχολίασε δίνοντας ένα παράδειγμα. «Τέτοια αναγνώσματα έχουν το κοινό τους το οποίο προσπαθεί μέσω αυτών να επιβεβαιώσει τα παγιωμένα πιστεύω τους», σχολίασε ο Νίκος Σιδέρης δίνοντας το έναυσμα για συζήτηση περί της αξίας των ανθρωπιστικών σπουδών, «Της κριτικής σκέψης και την αμφιβολία την οποία καλλιεργούν, με αποτέλεσμα την υποτίμηση ανάλογων πανεπιστημιακών εδρών σε όλο τον κόσμο».
Έτσι περάσαμε μία εξαιρετική ημέρα, με θαυμάσιους ανθρώπους, σε όμορφους χώρους, η οποία κατέληξε στη συζήτηση με το συγγραφέα Νίκο Σιδέρη που ακολουθεί. Τους ευχαριστούμε όλους για τις ωραίες στιγμές που μας χάρισαν.
Ε: Συμφωνούμε σε όλα! Πρακτικά, πως ενισχύουμε τη φιλαναγνωσία; Μπορούμε να κάνουμε κάτι που να την επηρεάσει άμεσα και αισθητά;
Μπορούμε να κάνουμε πάρα πολλά.
Το 2011 είχα παρακολουθήσει το συνέδριο με θέμα «Αναπτύσσοντας τις δεξιότητες στο διάβασμα» που υλοποιήθηκε από τη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Ευγενίδου και τη Βιβλιοθήκη του Goethe-Institut της Αθήνας, στο Ίδρυμα Ευγενίδου. Θυμάμαι ακόμα και σήμερα την έκπληξή μου, όταν άκουσα μια ομιλήτρια, αν δεν κάνω λάθος, να μιλάει για ένα πρόγραμμα προώθησης της ανάγνωσης στη Γερμανία, όπου όταν ένα μωρό ηλικίας 10-12 μηνών επισκέπτεται τον παιδίατρο για την καθιερωμένη ιατρική επίσκεψη, ο παιδίατρος δίνει στους γονείς ένα πακετάκι με βιβλία και τους ενημερώνει σχετικά με τα οφέλη της ανάγνωσης. Κάτι αντίστοιχο, αν δεν απατώμαι, συμβαίνει και στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Αναφέρω αυτό το παράδειγμα για να δείξω ότι, όταν υπάρχει η σχετική βούληση, βρίσκονται πολλές επιλογές και λύσεις για την προώθηση της ανάγνωσης. Δυστυχώς, στην Ελλάδα έχω την εντύπωση ότι δεν δείχνουμε το ίδιο ενδιαφέρον για τη φιλαναγνωσία, τουλάχιστον από πλευράς πολιτείας.
Σε καμία περίπτωση, βέβαια, δεν θα ήθελα να είμαι άδικος, καθώς υπάρχουν πολλά αξιόλογα προγράμματα και δράσεις για την προώθηση της ανάγνωσης από βιβλιοθήκες, εκδοτικούς οίκους και άλλους φορείς. Η προσωπική μου, όμως, εκτίμηση είναι ότι απουσιάζει μια οργανωμένη κεντρική διαχείριση.
Ε: Πως απαντάτε στην άποψη ότι «διαβάζουμε όσο ποτέ άλλοτε αλλά με διαφορετικό τρόπο και διαφορετικά αναγνώσματα»;
Δεν ξέρω αν μπορώ να συμφωνήσω.
Σίγουρα, οι εποχές αλλάζουν και πολλά πράγματα γίνονται με διαφορετικό τρόπο. Η αλήθεια, μάλιστα, είναι ότι στη σημερινή εποχή εκούσια ή ακούσια διαβάζουμε πολλά πράγματα μιας και, θα έλεγε κανείς, κατατρεχόμαστε από ένα πλήθος πληροφοριών. Ενίοτε, λοιπόν, διαβάζουμε γρήγορα και δίχως κριτική προσέγγιση. Σε ό,τι όμως έχει να κάνει με την ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων δεν ξέρω αν έχει αλλάξει κάτι σε σχέση με το παρελθόν. Η ανάγνωση, η σπουδαία αυτή πράξη, δεν μαστιγώνεται εύκολα από τα σημεία των καιρών. Όσο για τα αναγνώσματα, τα ράφια των βιβλιοπωλείων και των βιβλιοθηκών πάντα κρύβουν διαμάντια.
Ίσως, σήμερα να εντοπίζονται πιο δύσκολα.
Ε: Αρκεί να διαβάζουμε οτιδήποτε; Προτιμάτε έναν οποιονδήποτε αναγνώστη από έναν μη αναγνώστη; Ή το αντίστροφο;
Θα έλεγα, απλά, ότι προτιμώ την ανάγνωση.
Την ανάγνωση ως βαθιά πνευματική διεργασία και πράξη. Την ανάγνωση που είναι δημιουργική αφομοίωση, κριτική προσέγγιση, αμφισβήτηση και αποδοχή.
Ε: Ποιος είναι ο κύριος εχθρός της φιλαναγνωσίας;
Κατά τη γνώμη μου ο βασικός εχθρός της φιλαναγνωσίας είναι οι απανταχού παραλείψεις.
Παραλείψεις στο εκπαιδευτικό περιβάλλον, παραλείψεις στο οικογενειακό περιβάλλον, παραλείψεις από πλευράς πολιτείας, παραλείψεις παντού. Δεν πιστεύω στην κοινότοπη διαπίστωση πως για όλα τα σχετικά με το βιβλίο και την ανάγνωση φταίει το Διαδίκτυο, η τηλεόραση, η εικόνα κ.λπ.
...θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι κάνουμε εμείς ως γονείς για να αγαπήσουν τα παιδιά μας το βιβλίο, τι κάνει το σχολείο, τι κάνει το πανεπιστήμιο...
Πριν αποδώσουμε τις ευθύνες σε αυτούς, τους κατά κάποιον τρόπο αόρατους εχθρούς, θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι κάνουμε εμείς ως γονείς για να αγαπήσουν τα παιδιά μας το βιβλίο, τι κάνει το σχολείο, τι κάνει το πανεπιστήμιο, τι κάνει η πολιτεία; Είναι όλα καλώς καμωμένα; Πρόκειται, πραγματικά, για πολύ μεγάλη συζήτηση.
Ε: Καταφέρεστε ενάντια στην «ωφελιμιστική λογική» καθιστώντας την υπεύθυνη για κάθε κρίση, κοινωνική ή οικονομική. Υπάρχουν-υπήρξαν κοινωνίες με υψηλή φιλαναγνωσία στις οποίες δεν παρουσιάστηκαν σημάδια κρίσεων;
Είναι απόλυτα εύλογο το ερώτημα καθώς κρίσεις υπήρχαν, υπάρχουν και, όπως όλα δείχνουν, θα συνεχίσουν να υπάρχουν.
Θα συμφωνήσω, ωστόσο, απόλυτα με τον Nuccio Ordine1 ο οποίος στο εξαιρετικό βιβλίο του Η Χρησιμότητα του άχρηστου αναφέρει πως η λογοτεχνία, η κουλτούρα, οι ανθρωπιστικές γνώσεις και η παιδεία αποτελούν το ιδανικό αμνιακό υγρό στο οποίο ιδέες όπως η δημοκρατίας, η ελευθερία και το κοινό καλό μπορούν να έχουν μια σταθερή ανάπτυξη.
...θεωρώ την ανάγνωση, την πνευματική καλλιέργεια γενικότερα, κινησιουργό αιτία εποικοδομητικής και δημιουργικής δράσης.
Όπως αναφέρω και στην Αναγκαιότητα της ανάγνωσης, θεωρώ την ανάγνωση, την πνευματική καλλιέργεια γενικότερα, κινησιουργό αιτία εποικοδομητικής και δημιουργικής δράσης. Η προσωπική μου, λοιπόν, πεποίθηση είναι πως αν, τελικά, οι κρίσεις, λόγω ίσως κάποιας ιστορικής αναγκαιότητας, δεν μπορούν να αποφευχθούν, κοινωνίες με υψηλή φιλαναγνωσία, ενδεχομένως, να αντεπεξέρχονται καλύτερα σε δύσκολες συνθήκες.
Ε: Μπορεί να υπάρξει ηθική στην οικονομία ως αποτέλεσμα της φιλαναγνωσίας; Μήπως είναι ρομαντική αυτή η θέση;
Σίγουρα! Θα προσθέσω και γραφική!
Είναι, ωστόσο, μια θέση που την πιστεύω και την υποστηρίζω απόλυτα. Επιτρέψτε μου να σταθώ στον ώμο ενός γίγαντα για να απαντήσω στην ερώτησή σας. Ο Μπέρτραντ Ράσσελ στο δοκίμιό του Ο Κυνισμός των Νέων2 γράφει: “Τι ευχάριστος θα ήταν ο κόσμος, αν δεν επέτρεπαν σε κανέναν να ενεργεί χρηματιστηριακές πράξεις, εκτός αν περνούσε από εξετάσεις στα οικονομικά και στην Ελληνική ποίηση! Και όπου οι πολιτικοί θα ήταν υποχρεωμένοι να ξέρουν ιστορία και σύγχρονη λογοτεχνία! Φανταστείτε έναν μεγιστάνα να του έβαζαν το ερώτημα: «Αν προβαίνατε σε προαγορά σιταριού, τι αντίχτυπο θα είχε αυτή η προαγορά στη Γερμανική ποίηση;». Η αιτιότητα στον σύγχρονο κόσμο είναι πιο πολύπλοκη από όσο ήταν ποτέ, εξ αιτίας της αύξησης της οργανωτικότητάς του.”
...αν προβαίνατε σε προαγορά σιταριού, τι αντίχτυπο θα είχε αυτή η προαγορά στη Γερμανική ποίηση;
Τι άλλο, άραγε, μπορεί να προσθέσει κανείς στην σκέψη του Ράσσελ;
Ένα βιβλίο θα φτάσει ούτως ή άλλως στο μέγιστο των αναγνωστών του; Ακόμα και χωρίς τη χρήση πρακτικών προώθησης, όπως κάποιο «προϊόν»;
Αντιλαμβάνομαι απόλυτα την ερώτηση.
Θα εθελοτυφλούσα αν έλεγα ότι το marketing δεν έχει θέση στην αγορά του βιβλίου. Μα, ούτως ή άλλως, για αγορά μιλάμε. Και όταν μιλάμε για αγορά οι κανόνες είναι πάντοτε πάνω κάτω οι ίδιοι. Ωστόσο, το βιβλίο έχει μια ιδιαιτερότητα ως ταυτόχρονα πολιτιστικό και εμπορικό προϊόν. Κατά κάποιον τρόπο πρέπει να ισορροπήσει ανάμεσα σε δυο κόσμους. Η ανησυχία μου, που εκφράζεται και μέσα στο βιβλίο, είναι να μην ξεχάσουμε πως το βιβλίο απευθύνεται σε αναγνώστες και όχι σε καταναλωτές.
Η ανησυχία μου είναι να μην ξεχάσουμε πως το βιβλίο απευθύνεται σε αναγνώστες και όχι σε καταναλωτές.
1 Ordine, Nuccio. “Τι Είναι Το Νερό; Ένα Ανέκδοτο Του Φόστερ Ουώλλας.” Η Χρησιμότητα Του Άχρηστου, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα, 2014, σ. 43.
2 Ράσσελ, Μπέρτραντ. “Ο Κυνισμός Των Νέων.” Η Αξία Της Ελεύθερης Σκέψης, Εκδόσεις Αρσενίδη, Αθήνα, 1963, σ. 112.


















































Πρόσκληση φίλων