Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
 

Το Bookia αναζητά μόνιμους συνεργάτες σε κάθε πόλη τής χώρας για την ανάδειξη τής τοπικής δραστηριότητας σχετικά με το βιβλίο.

Γίνε συνεργάτης τού Bookia στη δημοσίευση...

- Ρεπορτάζ.
- Ειδήσεις.
- Αρθρογραφία.
- Κριτικές.
- Προτάσεις.

Επικοινωνήστε με το Bookia για τις λεπτομέρειες.
Κώστας Εξαρχέας, μιλάει στην Λεύκη Σαραντινού για το «Το μήλο δεν έπεσε κάτω απ' τη Μηλιά»
Διαφ.

Γράφει: Λεύκη Σαραντινού

Ο Κώστας Εξαρχέας γεννήθηκε στην Αθήνα τον Δεκέμβρη του 1969, και δεν έχει μνήμες από τα μεγάλα γεγονότα της χρονιάς εκείνης. Το 1994 εισβάλλει στον χώρο της παραγωγής ταινιών και από τότε εργάζεται ως sound designer, κυρίως στο πεδίο των διαφημιστικών σποτ. Έχει συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα brands και τις κορυφαίες διαφημιστικές εταιρείες, κερδίζοντας διακρίσεις. Παράλληλα ασχολήθηκε με τη δημιουργική γραφή, κυρίως με τη συγγραφή σεναρίων και διηγημάτων. Το μήλο δεν έπεσε κάτω απ' τη Μηλιά είναι η πρώτη του προσπάθεια στον χώρο του μυθιστορήματος και για αυτό μας μίλησε εδώ στο Bookia.

Πείτε μας, πρώτα απ’ όλα γιατί επιλέξατε τη Μάνη και τα… μήλα για τον τίτλο του βιβλίου σας;

Το μήλο δεν έπεσε κάτω απ' τη Μηλιά, όπου η Μηλιά είναι ένα χωριό στη Μάνη.

Η Μάνη είναι ο τόπος καταγωγής μου, και αν και δε μεγάλωσα εκεί έχω μνήμες και αναφορές από πολλά καλοκαίρια που πέρασα τις διακοπές μου. Είχα έτσι μια βάση, μια αφετηρία για να ξεκινήσω. Θα μπορούσε να είναι  ένα οποιαδήποτε άλλο χωριό της Ελλάδας  Η ιστορία δεν είναι αυτοσκοπός, είναι το μέσο  για  να μιλήσω για άλλες κουλτούρες που περνάνε, για ήθη και συνήθειες που σβήνουν, για πράγματα που βίωσα κάποτε με συγκεκριμένο τρόπο, και εν τέλη να εκφράσω την αξία της διαφορετικότητας και ότι δεν απαραίτητο το μήλο να πέσει κάτω από τη μηλιά.

Έτσι γεννήθηκαν σαν εύρημα –  τα μήλα και ένα χωριό ‘’ η Μηλιά‘’,  όπου γίνεται ο τόπος που διαδραματίζεται η ιστορία, με διάφορα άλλα ‘’φρούτα’’ να ευδοκιμούν στο συγκεκριμένο χωριό.

Οι αναμνήσεις στο βιβλίο σας είναι αυτοβιογραφικές ή όχι;

Η προσωπική εμπλοκή θεωρώ ότι είναι σημαντικός παράγοντας αν θες να πεις μια ιστορία.

Στο βιβλίο υπάρχουν προσωπικά βιώματα, οπωσδήποτε σημαντικά, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του είναι μυθοπλασία. Ακόμα και οι  προσωπικές εμπειρίες που παρουσιάζονται είναι μεγεθυμένες και υπερβολικές σε σημείο που δε θα μπορούσαν να έχουν συμβεί ποτέ.

Αν και η ζωή σίγουρα ξεπερνάει τη φαντασία και θα μπορούσαν να είναι οδυνηρά πραγματικές.

Το βιβλίο σας διακρίνεται από πρωτοτυπία θέματος και από άφθονο χιούμορ. Πιστεύετε ότι υπάρχει πρωτοτυπία θεμάτων και χιούμορ σήμερα στη σύγχρονη ελληνική βιβλιοπαραγωγή;

Γράφοντας το βιβλίο οφείλω να παραδεχτώ ότι διασκέδαζα πάρα πολύ. Στόχος μου ήταν να διασκεδάσει και ο αναγνώστης. Υπάρχουν όμως αναφορές που αγγίζουν τα όρια της δυστοπίας. Το χιούμορ δρα ιαματικά ή τουλάχιστον βάζει ένα μικρό τσιρότο στην πληγή. Δεν είναι σκοπός να εστιάσεις σε μια μαυρίλα αλλά να διαβάσεις μικρές ιστορίες, που πιθανόν δε σου είναι πολύ ξένες, και να τις προσπεράσεις με ένα χαμόγελο. Το χιούμορ βοηθάει να γίνεται η πραγματικότητα πιο εύπεπτη.

Από την άλλη το χιούμορ είναι επικίνδυνο. Νομίζω ότι οι περισσότεροι συγγραφείς το αποφεύγουν. Είναι κακοτοπιά. Έχει ασαφή όρια, αν έχει όρια,  και η κοινωνία σήμερα δεν αγαπά τη σάτιρα, οπότε μπορείς να βρεθείς εκτεθειμένος. Και τα όρια συνεχώς στενεύουν. Ταινίες και βιβλία που είδαμε και διαβάσαμε παλιότερα και γελάσαμε σήμερα δε θα κυκλοφορούσαν. Όλο και περισσότερα θέματα γίνονται ταμπού.

Ενώ λοιπόν βρίσκω μεγάλη πρωτοτυπία θεμάτων στην Ελληνική βιβλιοπαραγωγή, στον βαθμό που μπορώ να παρακολουθήσω, δε βρίσκω αρκετό χιούμορ.

Μερικές δεκαετίες πίσω πήγαινες σ’ ένα μπαρ και έπινες ένα γενναίο ποτό που σου έβαζε ο μπάρμαν από ένα μπουκάλι χωρίς καπάκι ασφαλείας. Σήμερα πας και ο μεταμοντέρνος ποτοαναμίκτης έχει μια μεζούρα που μετράει την ποσότητα του ποτού που θα σου βάλει. Και η ποσότητα αυτή είναι πολύ μικρή.

Δεν έχω πονόδοντο για να κάνω μπούκωμα να πιω ένα ποτό θέλω.

Η προβλεπόμενη μεζούρα στα ποτά όπως και στο χιούμορ έχει μικρύνει πολύ. Εγώ το χιούμορ όπως και το ποτό το θέλω γενναίο, χωρίς βαλβίδα ασφαλείας και μεζούρα.

Υπήρχε κάποιο έναυσμα που σας έκανε να στραφείτε από την παραγωγή ταινιών στην παραγωγή βιβλίων;

Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει μια ιστορία που κάποιος θέλει να πει. Δεν έχω εγκαταλείψει την παραγωγή ταινιών. Κάπως πρέπει να βιοποριστώ. Είμαι από τους τυχερούς που κάνω μια δουλεία που μου αρέσει. Παράλληλα μ’ αρέσει να διαβάζω να παρατηρώ καταστάσεις, συμπεριφορές  και να γράφω δικές μου ιστορίες. Το μόνο που άλλαξε, μετά από μεγάλο σπρώξιμο από φίλους, ήταν να τολμήσω να το επικοινωνήσω στο ευρύ κοινό. Και έτσι κάπως εκδόθηκα κανονικά. Ας όψεται ο Ψυχογιός.

Πόσο πολύ έχει αλλάξει η Μάνη σήμερα σε σχέση με τη δεκαετία του ’80; Και πόσο είχαν αλλάξει, πιστεύετε, τα ήθη τη δεκαετία του ’80, όταν διαδραματίζεται και η υπόθεση του βιβλίου σας, σε σχέση με ακόμη πιο παλιά;

Έχει αλλάξει πολύ. Τη δεκαετία του ογδόντα για να πάμε στο χωριό στη Μάνη έπρεπε να κάνουμε διαδρομή οκτώ ορών με αυτοκίνητο και μετά μισή ώρα με μουλάρια. Μιλάμε για μερικές δεκαετίες πριν όχι το 1821. Δεν υπήρχε οδικό δίκτυο, δεν υπήρχε ρεύμα. Σήμερα φτάνεις σε τρεις ώρες. Οι δρόμοι άνοιξαν αλλά τα χωριά εγκαταλείφθηκαν. Τα χωριά έχουν πληθυσμιακά συρρικνωθεί. Η εύκολη πρόσβαση έφερε πιο κοντά διαφορετικές αντιλήψεις. Επίσης, ο τουρισμός έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην περιοχή.

Κάθε εποχή φέρνει αλλαγές. Νομίζω ότι παλαιότερα γινόντουσαν πιο αργά, πιο υποδόρια. Υπήρχαν άλλες συνθήκες, υπήρχαν συχνοί  πόλεμοι, η ανάγκη της επιβίωσης ήταν το στοιχείο που διαμόρφωνε τις κοινωνίες.  Πόσο μάλλον σε μια περιοχή όπως η Μάνη που οι άνθρωποι περιχαράκωναν τη ζωή τους σε άγονα, δυσπρόσιτα μέρη. Που ήταν κυρίως πολεμιστές και με μεγάλο το αίσθημα της ανυπακοής.

Πόσο μεγάλη διαφορά είχε η επαρχία από την πρωτεύουσα τη δεκαετία του ‘80 από άποψη τεχνολογίας, αλλά και από άποψη ηθών;

Οι διαφορές στην τεχνολογία ήταν χαώδης. Και αναφέρομαι  κυρίως στα χωριά. Η επαρχία στην ουσία δεν έχει πρόσβαση στην τεχνολογία. Μιλάμε για αναλογική τεχνολογία. Τηλέφωνο, τηλεόραση, συσκευές οικιακής χρήσης, εξειδικευμένα μηχανήματα. Δεν υπήρχαν υποδομές, δεν υπήρχαν ακόμα μαγαζιά που να προμηθεύουν την εκάστοτε τεχνολογία. Οι νέες τεχνολογίες και τα πρώτα computer θα εμφανιστούν την επόμενη δεκαετία.

Η δεκαετία του ογδόντα έφερε μια γενιά που είναι πιο  ελεύθερη από τις προηγούμενες. Είναι μια γενιά που πάει στρατό χωρίς το φόβο κάποιου πολέμου. Ζει πιο άνετα, διαβάζει εφημερίδες ελεύθερα , διαβάζει περιοδικά, πάει σε ντίσκο και διασκεδάζει.  Είναι μια γενιά που έκανε ξεσκαρτάρισμα στις δικές της αποθήκες, πέταξε παραδόσεις προκαταλήψεις, γεφύρωσε το χάσμα των γενεών. Άφησε τα παιδιά της να ζήσουν χωρίς να υπάρχει το τι θα πει ο κόσμος, Με λιγότερα μη και πρέπει.

Η εύκολη οδική  πρόσβαση έφερε την επαρχία πιο κοντά στην πόλη και τις διαφορετικές αντιλήψεις. Αυτό δε σημαίνει πως  άλλαξε ριζικά  το μενταλιτέ της, την κουλτούρα της. Παγιωμένες από τα χρόνια αντιλήψεις, τοπικισμός, άρνηση στη διαφορετικότητα, νεποτισμός και άλλες παθογένειες εξακολουθούν να υπάρχουν.

Η τεχνολογία φτάνει σήμερα σε κάθε χωριό, και η γιαγιά δεν πλέκει αλλά κοιτάζει στο smartphone της φωτογραφίες που τις στέλνουν τα εγγόνια. Φτύνει όμως και το δάκτυλο όταν αλλάζει σελίδες, αλλά δε βαριέσαι You can’t teach an old dog new tricks.

Στο βιβλίο σας παρουσιάζεται τη μάνα ως εκείνη που είναι πιο αυστηρή με την ανατροφή των τέκνων της, σε σχέση με τον πατέρα, περίεργο γεγονός, ίσως, για τη Μάνη, όπου η πρωτοκαθεδρία των ανδρών ήταν δεδομένη. Και μάλιστα μια ανατροφή πολύ πιο αυστηρή σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα. Μήπως σήμερα έχουμε παραχαλαρώσει οι γονείς σε θέματα εκπαίδευσης; Ποια είναι η άποψή σας γι’ αυτό;

Η πρωτοκαθεδρία των ανδρών και οι πατριαρχικές αντιλήψεις κυριαρχούν τη δεκαετία του ογδόντα αλλά και τις προηγούμενες δεκαετίες αλλά η μάνα είναι αυτή που ανατρέφει τα παιδιά. Οι περισσότερες γυναίκες δεν εργάζονται, δεν τις αφήνουν πολλές φορές να εργαστούν, οπότε είναι περισσότερες ώρες με τα παιδιά. Ο πατέρας φέρνει τα προς το ζην, έχει το πάνω χέρι στην οικογένεια, αλλά γυρνάει κουρασμένος, πάει στο καφενείο, και δεν ασχολείται και πολύ με την ανατροφή των παιδιών. Η μάνα είναι ο θεματοφύλακας, Αυτή που κρατάει τις ισορροπίες. Ο αφανής ήρωας. Αυτή που γίνεται αυστηρή με τα πρέπει γιατί αυτή θα φέρει την ευθύνη για το τι θα πει ο κόσμος.

Η μάνα σήμερα δουλεύει. Η ανατροφή των παιδιών είναι συλλογικό έργο των γονιών. Λείπουν  πολλές ώρες από το σπίτι και τα παιδιά. Η εκπαίδευση των παιδιών πολλές φορές επαφίεται σε τρίτους. Ο γονιός οφείλει να βρίσκει χρόνο και να δίνει αγάπη και ασφαλές περιβάλλον στα παιδιά. Τα παιδιά μιμούνται τις περισσότερες φορές, Αν σε δει να διαβάζεις θα πάρει ένα βιβλίο να ξεφυλλίσει, αν σε βλέπει στο κινητό θα παίζει με το κινητό.

Στο βιβλίο σας παρουσιάζονται -ξώφαλτσα κάπως μεν, αλλά παρουσιάζονται- οι πληγές του Ελληνικού Εμφυλίου, που δεν είχαν κλείσει εντελώς τη δεκαετία του ’80. Σήμερα πιστεύετε έχουν κλείσει;

Τη δεκαετία του ογδόντα θυμάμαι με τρόμο κάτι οικογενειακές συγκεντρώσεις που αφού το σόι κατασπάραζε ένα ολόκληρο κατσίκι και έπινε τον άμπακο, άρχιζαν κάτι τρομεροί καβγάδες για τα πολιτικά. Τα πάθη του εμφυλίου ήταν νωπά. Οι άνθρωποι που είχαν πολεμήσει ή χάσει δικούς τους ήταν ακόμα ζωντανοί. Τα πολιτικά όρια μεταξύ αριστεράς, κέντρου και δεξιάς πολύ ορατά. Η δεκαετία του ογδόντα άμβλυνε τις μεγάλες έχθρες. Ο κόσμος εκτίμησε το ότι ζει ειρηνικά και πρυτάνευσε η σκέψη ότι και τα παιδιά του πρέπει να ζήσουν έτσι… Ο χρόνος επουλώνει. Το παρελθόν υπάρχει, και πρέπει να αντλούμε από αυτό μνήμες, εμπειρίες, γνώση, αλλά πρέπει να παραμένει παρελθόν. Όχι με την έννοια της λήθης αλλά με το σκεπτικό ότι ο κόσμος προχωρά. Είχα διαβάσει κάποτε, και συγχωρέστε με που δε θυμάμαι ποιος το έγραψε, το εξής.

Όποιος θυμάται να του βγει το μάτι, όποιος ξεχνάει να του βγουν και τα δύο.

Σας ευχαριστώ θερμά!

 
 
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα