Γράφει: Λεύκη Σαραντινού
Ο Ευστράτιος Τζαμπαλάτης είναι αρχιτέκτονας και συγγραφέας. Ασχολείται με τα κοινωνικά προβλήματα του καιρού του. Έχει εκδώσει τα έργα: Μεταψηφιακή δυστοπία (Νησίδες 2021), Τελευταίοι προλετάριοι (Νησίδες 2020), Η αναρχία είναι γένους θηλυκού (Νησίδες 2018), Λίγο χρόνο ακόμα (Νησίδες 2016) και Σανατόπια: Η αναρχική κοινωνία από τη θεωρία στην πράξη (Νησίδες 2014)
Σήμερα στο Bookia, μας μίλησε για το τελευταίο του έργο, ένα απάνθισμα κειμένων κοινωνικού προβληματισμού με κάποια αυτοβιογραφικά στοιχεία, με τίτλο «Εκεί που ανθίζουν οι φτωχοί» (Νησίδες 2022).
Οι γυναίκες έχουν δεσπόζουσα θέση στο βιβλίο σας, όπως και τα παιδιά. Θέλετε να μας πείτε γιατί είστε ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος απέναντί τους;
Μεγάλωσα από προλεταριακή οικογένεια με την αυστηρή μαρξιστική έννοια του όρου. Επειδή οι γονείς μου λόγω δουλειάς δεν μπορούσαν να μείνουν πολλές ώρες σπίτι μεγάλωσα με τις φίλες της μητέρας μου. Αυτή η κατάσταση με έφερε σε άμεση επαφή με το μεγαλείο της γυναικείας σκέψης και κουλτούρας. Την ίδια μαγική, ζωογόνο συμπεριφορά –της συμπόνοιας, της κατανόησης, της έμπρακτης αλληλεγγύης– συνέχισα και συνεχίζω να βλέπω διαρκώς ακόμα και από γυναίκες που μπορεί απλά να είμαστε γνωστοί. Παράλληλα, ως παιδί που στερήθηκα τα πιο στοιχειώδη πράγματα και μεγαλώνοντας μαζί με παιδιά που είχαν τα ίδια ή αντίστοιχα προβλήματα, συνειδητοποίησα πολύ γρήγορα πόσο σημαντικό είναι να διασφαλίζεται σε κάθε παιδί ένα στοιχειώδης επίπεδο αξιοπρεπής ζωής και καθημερινότητας.
Στο βιβλίο σας αναφέρεστε συχνά στην αποξένωση του σύγχρονου αστικού τρόπου ζωής, με τους γείτονες που δε λένε ούτε καλημέρα και με την απουσία επαφής με τη φύση. Θεωρείτε ότι αυτός ο τρόπος ζωής ευθύνεται για την απώλεια του ανθρωπισμού μας;
Ναι, οι σύγχρονες πόλεις και γενικότερα η μορφή της πόλης ως μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης ευθύνεται όχι μόνο για τη διάλυση των ανθρώπινων σχέσεων, αλλά αποτελούν έναν τόπο μέσα στον οποίο οι άνθρωποι μαθαίνουν να ζουν υπό τις απειλές της εξουσίας αναπτύσσοντας ανταγωνιστικές, ιεραρχικές σχέσεις θεωρώντας τες ως κάτι το φυσιολογικό. Μόνο ένα μοντέλο μικρών αυτόνομων ολιγοπληθή κοινοτήτων που αλληλεπικοινωνούν μεταξύ τους διατηρώντας ανηδιοτελείς σχέσεις έμπρακτης αλληλεγγύης είναι ικανό να διατηρήσει τον ανθρώπινο χαρακτήρα στην αγνή, πανέμορφη μορφή του.
Αναφέρεστε συχνά στο βιβλίο σας στις γειτονιές που μεγαλώσατε και παίζατε έξω, ανάμεσα στα ερείπια. Αισθάνεστε ότι σας σημάδεψε το μέρος όπου μεγαλώσατε; Μιλήστε μας γι’ αυτό;
Το αστεακό τοπίο επηρεάζει άμεσα την ψυχοσύνθεση του κάθε ατόμου, πόσο μάλλον ενός παιδιού που βρίσκεται σε μια κατάσταση όπου τα πάντα εγγράφονται στην ευαίσθητη μνήμη του. Αρκεί μόνο να σκεφτεί κανείς πόσο τρομακτικό μπορεί να είναι το γεγονός ένα παιδί, ας πούμε οχτώ ετών που το ύψος του δεν ξεπερνά το ενάμιση μέτρο, να βρίσκεται μέσα σ’ ένα αστεακό τοπίο στο οποίο κυριαρχούν κτήρια των είκοσι μέτρων, εγκαταλελειμμένα σπίτια, μπάζα, λαμαρίνες αυτοκινήτων και οι ελάχιστες ελεύθερες επιφάνειες ουρανού να είναι γεμάτες με καλώδια ρεύματος. Αν σε αυτή την εικόνα προσθέσουμε το στοιχείο της κοινωνικής, οικονομικής, αισθητικής και γενικότερα της αστεακής αποσύνθεσης, μέσα στο οποίο μεγάλωσα και εγώ, τότε έχουμε στα χέρια μας έναν αργό, βασανιστικό θάνατο που τον προσφέρουμε απλόχερα στα φτωχά παιδιά των πόλεων.
Θεωρείτε ότι τα σημερινά παιδιά μεγαλώνουν πολύ διαφορετικά από τα παιδιά των παλαιότερων γενιών;
Η ψηφιοποίηση της ζωής αποτρέπει τα παιδιά από την πραγματική επικοινωνία μαζί τους κάτι το οποίο, εκτός όλων των άλλων προβλημάτων, τα κάνει λιγότερο εφευρετικά και δημιουργικά. Είναι άλλο πράγμα να σκάβεις με τα χέρια σου μέσα σε χωμάτινες αλάνες και με το νερό της βροχής να πλάθεις κάστρα, από το να δημιουργείς ψηφιακά κάστρα με μερικά κλικ μέσα σ’ ένα παιχνίδι στον υπολογιστή. Η άμεση ανθρώπινη επαφή δεν μπορεί να αντικατασταθεί από την ψηφιακή επικοινωνία. Ως ανθρώπινα όντα τη στιγμή που επικοινωνούμε ενεργοποιούμε όλες τις αισθήσεις μας και αυτό με τη σειρά του οξύνει τη μνήμη μας αλλά και με αυτόν τον τρόπο ενεργοποιούνται τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία αναγνωρίζουμε, αντιπαθούμε ή δενόμαστε μ’ ένα άνθρωπο. Η ψηφιακή επικοινωνία δεν μπορεί να αποτελέσει ούτε έστω ένα κακό υποκατάστατο της ανθρώπινης επαφής. Ακόμη όμως και αν αυτή τη στιγμή αφήναμε τα παιδιά ελεύθερα να βγουν στις πόλεις για να παίξουν και να αλληλοεπιδράσουν δεν υπάρχουν δημόσιοι και ελεύθεροι χώροι – είναι το πρόβλημα των πόλεων που αναφέραμε προηγουμένως.
Πιστεύετε ότι η παιδική κακοποίηση είναι αυτή που ανατρέφει προβληματικούς και παραβατικούς –ή ακόμη και εγκληματίες– ενήλικες;
Αυτό είναι ένα ερώτημα που πιστεύω για μια ζωή θα παραμένει ανοιχτό. Ο τομέας της ψυχανάλυσης έχει προσφέρει πολλές απαντήσεις αλλά, όσο θα συνεχίζουμε να ζούμε σ’ ένα εξουσιαστικό σύστημα, τα δεδομένα θα παραμένουν πάντοτε ρευστά. Γι’ αυτό και εγώ στο μέσα στο βιβλίο αναφέρω το ερώτημα “τι άνθρωποι γίνονται τα παιδιά δυσλειτουργικών προλεταριακών οικογενειών; Τι είδους άντρες γίνονται τα μικρά αγόρια που μεγαλώνουν μέσα σ’ ένα νοσηρό περιβάλλον οικονομικής ανασφάλειας και συνεχών τσακωμών;” Εγώ θέλω να πιστεύω πως τα κακοποιημένα παιδιά μετατρέπονται σε φύλακες άγγελοι της κοινωνίας και όχι σε βασανιστές της.
Το «Εκεί που ανθίζουν οι φτωχοί» έχει αρκετές αναφορές σε σας. Σε ποιον βαθμό είναι αυτοβιογραφικό;
Όλες ο ιστορίες είναι αληθινές και αποτελούν στιγμές της ζωής μου από την παιδική ηλικία μέχρι και σήμερα. Οι κατόψεις και τα τοπογραφικά είναι η πιστή αναπαράσταση των χώρων που έλαβαν τα γεγονότα που εξιστορούνται.
Αναφέρεστε συχνά στις ταξικές διακρίσεις. Πιστεύετε ότι είναι εφικτό να υπάρξει κάποτε μία αταξική κοινωνία;
Όσο περνάει ο καιρός η απογοήτευση γίνεται μεγαλύτερη και όλο πιο ρεαλιστική φαντάζει η γνωστή φράση “είναι ευκολότερο να σκεφτούμε το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού”. Παρ’ όλα αυτά, η ίδια η ανθρώπινη φύση δε μας αφήνει να χάσουμε τις ελπίδες μας. Η ανθρωπότητα δεν μπορεί να αναπτυχθεί και να επιβιώσει μέσα σ’ ένα εξουσιαστικό σύστημα όσο “δημοκρατικό” και αν αυτό παρουσιάζεται. Η ανθρωπότητα μπορεί να ανθίσει μόνο μέσα σ’ ένα ανεξούσιο περιβάλλον αγάπης, ισότητας και αλληλεγγύης. Όσο ο άνθρωποι θα συνεχίζουν να λένε ότι αγαπούν την ελευθερία τόσο το όραμα της αταξικής κοινωνίας θα παραμένει ζωντανό και εφικτό.
Ποιο θεωρείτε ότι είναι σήμερα το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα παγκοσμίως;
Αυτό είναι ένα πολύ δύσκολο ερώτημα γιατί δεν μπορούμε να απαντήσουμε αναφέροντας απλώς έναν συγκεκριμένο παράγοντα. Ακόμη και αν πούμε ότι ο καπιταλισμός φταίει για όλα, που είναι αλήθεια, δεν αρκεί. Παρόλα αυτά, η οικονομική ανισότητα, το καθεστώς της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, το οικονομικό μοντέλο της εκχρηματισμένης οικονομίας, η ύπαρξη κρατών και η γενικευμένη αδικία και αναξιοκρατία είναι μερικοί από τους παράγοντες που αποτελούν μέρος του μεγαλύτερου κοινωνικού προβλήματος παγκοσμίως.
Στο «Εκεί που ανθίζουν οι φτωχοί» γράφετε ότι πιστεύετε στον διαρκή αγώνα για ένα καλύτερο αύριο; Πώς το ενσωματώνετε αυτό το μότο στην καθημερινή σας ζωή, τι κάνετε δηλαδή γι’ αυτό σε ημερήσια βάση;
Οι άνθρωποι πρέπει να αγωνιζόμαστε με κάθε μέσο και τρόπο που μπορούμε έξω από καθεστωτικούς μηχανισμούς. Θα το αναφέρω σε γενικό πλαίσιο και όχι σε προσωπικό για να γίνει περισσότερο κατανοητό. Η συμμετοχή σε πολιτικές ομάδες και συλλογικότητες που λειτουργούν με τους όρους της αυτοοργάνωσης και της αντι-ιεραρχίας, σε συλλογικές δράσεις, σε ανοιχτές συνελεύσεις, η συνεχής ή έστω τακτική παρουσία σε πορείες, όλα αυτά είναι αναγκαία αν θέλουμε να μιλάμε με όρους κοινωνικού αγώνα. Οτιδήποτε πέραν όλων αυτών φλερτάρει με το σύμπαν της ανάθεσης, της αφομοίωσης και, εν τέλη, της αναποτελεσματικότητας.



































Πρόσκληση φίλων