Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
 

Το Bookia αναζητά μόνιμους συνεργάτες σε κάθε πόλη τής χώρας για την ανάδειξη τής τοπικής δραστηριότητας σχετικά με το βιβλίο.

Γίνε συνεργάτης τού Bookia στη δημοσίευση...

- Ρεπορτάζ.
- Ειδήσεις.
- Αρθρογραφία.
- Κριτικές.
- Προτάσεις.

Επικοινωνήστε με το Bookia για τις λεπτομέρειες.
Αλέξανδρος Δαμουλιάνος, μιλάει στον Δημήτρη Μπουζάρα για αστέρια που δεν φοβήθηκαν το ξημέρωμα
Διαφ.

Γράφει: Δημήτρης Μπουζάρας

Ο Αλέξανδρος Δαμουλιάνος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1990. Είναι απόφοιτος του τμήματος φιλολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Το 2007 στο πρώτο διεθνές φεστιβάλ Αθηνών, EMOTION PICTURES: «Ντοκιμαντέρ και Αναπηρία», προβλήθηκε η μικρού μήκους ταινία με τίτλο “Θεός στον ορίζοντα”, δικού του σεναρίου και σκηνοθεσίας Λένας Βουδούρη, η οποία ταξίδεψε σε πολλά μέρη της Ελλάδας και του εξωτερικού.

Το 2010 συμμετείχε στο διεθνές συνέδριο Ted ex Athens 2010. Αρθρογραφεί στους «ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ ΛΟΓΩ ΤΕΧΝΩΝ» και στο «Envivlio». Έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές, ένα παιδικό παραμύθι καθώς και ένα ανάγνωσμα για εφήβους και ενήλικες. Ποιήματα του έχουν συμπεριληφθεί σε πολλές ανθολογίες και λογοτεχνικά περιοδικά.

Το «Όσα αστέρια δεν φοβήθηκαν το ξημέρωμα» είναι το ένατο βιβλίο του και το δεύτερο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΝΟΗ.

Αλέξανδρος Δαμουλιάνος, Όσα αστέρια δεν φοβήθηκαν το ξημέρωμα, εκδόσεις Πνοή

Τι προσπαθείς να επιτύχεις μέσω της γραφής;

Η πένα και εγώ είμαστε, διαφωνούντες μεταξύ τους κάποιες φορές, σύμμαχοι στον πόλεμο της εσωτερικής και εξωτερικής παρακμής. Η πνευματική σήψη ξεκινούσε ανέκαθεν από τα σπλάχνα της κάθε ψυχής, ενωνόταν με τον υπόλοιπο εαυτό της σε κάποιο σημείο αδυναμίας του κόσμου και κατάφερνε να δημιουργήσει ένα μισαλλόδοξο “εμείς”.

Οι τέχνες ήταν και είναι το τελευταίο οχυρό που θέλουν μανιωδώς να υποτάξουν τα μεσαιωνικά απωθημένα του εκάστοτε καιρού. Λοιπόν, προσπαθώ, μέσα στο γενικότερο αυτό πλαίσιο, πρωτίστως να αποτινάξω από το είναι μου και την παραμικρή σταγόνα του δηλητηρίου που παράγει από την αρχή των πραγμάτων η ανθρωπότητα, και έπειτα η φιλοδοξία μου περικλείεται στο να μπορέσω να “αποτοξινωθεί” ο ψυχισμός έστω και ενός ανθρώπου μέσω των κείμενων μου, εάν συμβεί τούτο τότε θεωρώ ότι έχω το δικαίωμα να πιστεύω σε μια αλυσιδωτή απελευθέρωση απ’ την πειθώ του σκοταδιού. Άλλωστε, η Λογοτεχνία είναι η συστράτευση εκείνων των ελπίδων που δεν φοβούνται να συναγωνιστούν τον Ήλιο, ώστε να συγκροτήσουν το ηγετικό “Εμείς” το οποίο θα διεκδικήσει το στέμμα της καθημερινότητας. 

Ο συγγραφέας κατά τη γνώμη σου γεννιέται; Διαμορφώνεται; Αν ναι τι θεωρείς πως είναι καθοριστικό στη διαμόρφωση του;

Στην γέννηση ενός ανθρώπου κάποια συμπαντικά υλικά σμιλεύουν ένα ατελές “εγώ” στο οποίο μπορεί να ενσωματώνεται η αχνή φωνή της Συγγραφής. Στην πορεία της ζωής και όσο η αντιπολίτευση των βιωμάτων προς τον εαυτό σου γίνεται όλο και πιο αμετροεπή ψάχνεις, ίσως και ασυνείδητα, εντός σου ένα αφήγημα για να αντικρούσεις τα έξαλλα και αιωρούμενα επιχειρήματα των όσων έζησες μα και όσων δεν έζησες.

Απελπισμένος συμπεραίνεις πως είσαι κενός από άμυνες, και 'κείνη την στιγμή η κραυγή σου ξυπνά μια άλλη κραυγή η οποία αναχαιτίζει τα σύννεφα της λαϊκιστικής λογικής που παρασιτεί στα όνειρα σου. Αυτά σας τα λέω εμπειρικά και δεν νομίζω πως μπορώ να πράξω αλλιώς στην συγκεκριμένη ερώτηση σας. Από 'κει και έπειτα όμως, το χαρτί είναι το πιο δημοκρατικό βήμα, επομένως όλοι μπορούν να ανέβουν σ’ αυτό.

Χρειάζεσαι μια υπέροχη θέα για να γράψεις; Τι δεν αποτελεί έμπνευση για εσένα;

Στο πάντα και στο τίποτα μπορεί κανείς να φτιάξει κάθε είδους θέα, όπως την ποθεί ή όπως εκείνη τον πονά. Η ζωή και ο θάνατος που απαρτίζουν το σύνολο των νόμων πάνω στους οποίους ισορροπούμε, προσφέρονται για ατελείωτες συγγραφικές αναζητήσεις.

Είναι ο συγγραφέας επαναστάτης; Γράφεις αυτό ακριβώς που θέλεις; Έχεις αντιμετωπίσει λογοκρισία στη γραφή σου;

Οι επαναστάσεις δεν χρειάζονται τυμπανοκρουσίες, και όσοι πραγματικά τις αντιπροσωπεύουν απωθούνται από τις ταμπέλες. Εξάλλου, οι ουσιώδεις αλλαγές γίνονται επώδυνα και κυρίως εκ των έσω, και μέσα από το πρίσμα αυτού του πόνου βλέπεις το αύριο γάργαρο τόσο σε συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο. Νομίζω ότι κάποιος πρέπει να “λογοκρίνει” ο ίδιος την δουλειά του, από την άποψη του που χάνεται ο νοηματικός πυλώνας του κειμένου του. Έρχεται κάποια ώρα που σε καλεί να αποφασίσεις σε ποια λογοτεχνικά νερά θες να πλεύσεις. Το τιμόνι της πένας μου θεωρώ πως πήρε μια οριστική κατεύθυνση με το τελευταίο μου βιβλίο, η οποία φυσικά στο μέλλον ίσως υπό την ρητορική κάποιων συνθηκών δεχτεί τροποποιήσεις.

Έχεις γράψει σενάριο, ποίημα, παραμύθι, διήγημα, που αισθάνεσαι περισσότερο ελευθερία; Έχεις κλείσει λογαριασμούς με κάποιο λογοτεχνικό είδος; Γέρνει σε κάποιο η ζυγαριάη κατορθώνεις να μοιράζεις την αγάπη σου σε όλα;

Το βαθμό ελευθερίας τον καθορίζεις πάντοτε εσύ. Βεβαίως, δεν μπορώ να αρνηθώ ότι το πεζό ανοίχτηκε μπρος μου προσφάτως σαν ένα νέο σύμπαν με άπειρες ευκαιρίες και δυνατότητες. Στην μεγάλη Λογοτεχνική οικογένεια είναι αδύνατο, τουλάχιστον για μένα, να μην “κουβεντιάσεις” με το κάθε μέλος της και δια μέσω του διαλόγου μαζί του να μην μετουσιωθείς σε εκείνο. Και η “ιεροτελεστία” αυτή, νομίζω, είναι αέναη μες στο αίμα σου.

Τέσσερις ιστορίες ένας τίτλος, Αλέξανδρε έχεις φοβηθεί το ξημέρωμα ποτέ και γιατί; Αν ναι Τώρα πλέον έχει αρθεί ο φόβος;

Ο φόβος και η μάχη εναντίον του είναι συνυφασμένα με την ανθρώπινη φύση. Όταν λοιπόν φοβάσαι δεν σημαίνει ότι ταυτοχρόνως δεν πολεμάς αυτό το συναίσθημα. Το προσωπικό μου ξημέρωμα προκάλεσε στις αισθήσεις μου ένα έντονο ξεβόλεμα από την βελούδινη αδράνεια του σκοταδιού, και πάνω σε αυτή την στιγμή γράφτηκε το εν λόγω βιβλίο ώστε να μου υπενθυμίζει τον επώδυνο μα και λυτρωτικό λόγο του φωτός.

Κάθε που ξημερώνει καλούμαστε να αποδεχόμαστε την συνέχεια της ζωή και να συμμετέχουμε ενεργά από όλες τις απόψεις σε αυτήν, ή μάλλον να μετουσιωνόμαστε στον ίδιο τον Ήλιο. Την περίοδο της όψιμης ενηλικίωσης αρνιόμουν να συνδιαλεχτώ με το παρακάτω και έμενα να θηλάζω τα τραύματα του παρελθόντος.

Επειδή όμως το χάραμα είναι μια επιβλητική ρητορεία που είτε θα την απορρίψεις και θα αφεθείς στην λήθη της νύχτας είτε θα την ενστερνιστείς και θα αγωνιστείς για έναν εαυτό κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν της αλήθειας. Επέλεξα και μάχομαι μέχρι και σήμερα για το δεύτερο, διότι όπως και να το κάνουμε η Ζωή είναι πολύ όμορφη ακόμη και μέσα από τις αδικίες, και για να είμαι ακριβολόγος δίκαιη ή άδικη την κάνουν οι επιλογές μας.

Σε ένα από τα διηγήματα σου βλέπουμε χαρακτηριστικά τη δυστοπία της χώρας μας. Μια δυστοπία που περιλαμβάνει λίγο από όλα, «λίγο» δημοκρατία, «λίγο» ισότητα, «λίγο» δικαιοσύνη, «λίγο» βία, «λίγο» ρατσισμό, λίγο από όλα δηλαδή. Κρατάμε και πρέπει να το παραδεχθούμε ένα είδος «ισορροπίας», θεωρείς πως το να χτίσουμε ένα δημοκρατικό κράτος χωρίς βία και ρατσισμό με ισότητα και δικαιοσύνη είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο έως ακατόρθωτο ή απλά δεν θα βόλευε κάποιους;

Καταρχάς, θα ήταν χρήσιμο να επιχειρούσαμε έναν, έστω υποκειμενικό, ορισμό της Δημοκρατίας: Να ανασαίνεις το ίδιο φυσικά είτε σε ιδιωτικό είτε σε δημόσιο χώρο δίχως να σου φράζει ο οποιοσδήποτε την δίοδο του οξυγόνου σου αλλά και χωρίς να σκάει η πνοή σου στο μάγουλο κάποιου άλλου. Σε μια υγιή αστική κοινοβουλευτική Δημοκρατία πρέπει να υπάρχουν όλα τα στοιχεία ώστε να επαγρυπνούν οι μηχανισμοί της και να απομονώνουν τις ακρότητες, αλλά και να δίδεται στους πολίτες το δικαίωμα της επιλογής, και μέσα από τις εκλογές τους να κατακτά ηγετικό ρόλο στην κοινωνία η ελευθερία κι όχι η παρερμηνεία της, η ασυδοσία.

Τώρα, ως προς το διαχρονικό ερώτημα εάν η Δημοκρατία εκπαιδεύει τους ανθρώπους ή το αντίστροφο, ελπίζω σύντομα να απαντηθεί με πράξεις. Είναι επομένως αποκλειστικά ζήτημα απόφασης να αναπνέουμε με την φυσικότητα που αρμόζει χωρίς τον φόβο ότι σε ένα λεπτό κάποιος θα μας προκαλέσει ασφυξία και δίχως βεβαίως να παραβιάζουμε τα σύνορα του οξυγόνου του άλλου. Το οξυγόνο της Δημοκρατίας είναι άπλετο για όλους μας, και όσοι δυσπνεύουν μέσα σε αυτό το πλαίσιο, και συντηρούνται απ’ το χάος, απλώς θα εγκλωβιστούν από επιλογή στην ιστορική τους ανυπαρξία.

Γράφεις σε κάποιο σημείο, «Δηλαδή, μόνη σου φιλοδοξία είναι να επιβιώνεις;».

Δυστυχώς είναι μια φράση που την ακούω συχνά τα τελευταία χρόνια όχι υπό τη μορφή διαπίστωσης αλλά ακριβώς όπως το γράφεις φιλοδοξίας. Θεωρείς ότι οδεύουμε -εφόσον δεν αλλάξει κάτι - σε μια οπισθοδρομική πορεία στην εποχή που μόνηέννοια μας θα είναι η ικανοποίηση των αναγκών της βάσης της πυραμίδας του Μάσλοου, και το κυνήγι της κάλυψης μόνο των φυσιολογικών αναγκών (τρόφιμα -νερό- καταφύγιο -ζεστασιά). Είσαι αισιόδοξος ότι κάτι θα αλλάξει;

Η Ιστορία όταν δεν διδάσκει καλύτερα να ξεχνιέται. Σε αυτό που ονομάζετε «οπισθοδρομική πορεία» εγώ βλέπω ολιγάρκεια και μέσω αυτής πληρότητα ψυχική και βιολογική. Αλλά σίγουρα δεν είμαστε ούτε καν σε αυτό σημείο. Ανάμεσα στο προχθές και το σήμερα, υπήρξε ένα σπάταλο σε όλα χθες, όπου ανάγκες, απωθημένα και επιδειξιομανία αντάλλαζαν, σαν παιχνίδι, προσωπεία. Όσοι διδάχτηκαν από την Κρίση μπορούν να αξιοποιήσουν τις εθνικές και ατομικές πληγές ως αντίλογο στον πειρασμό ενός χειρότερα λαϊκίστικου μέλλοντος. Έχουμε την ικανότητα να πλάσουμε ένα προοδευτικά συντηρητικό αύριο μέσα στο οποίο Ανάγκες και Φιλοδοξίες θα είναι διακριτικώς αλλά και διακριτά ξεχωρισμένες και δεν θα συρρικνώνονται ούτε θα ξεχειλώνουν. Θέλουμε όμως;

Αναφέρεσαι για ανθρωποφάγα μέσα ενημέρωσης, τελικά ποιος είναι ο ανθρωποφάγος τα μέσα ή ο θεατής και πως θα μπορούσε αυτό να αλλάξει κατά τη γνώμη σου;

«Η τέταρτη εξουσία» ανέκαθεν συρόταν πίσω από την τάση της να μεγαλοπιάνεται. Τώρα δε έχει καταντήσει σαν την αδιάκριτη γειτόνισσα όπου το νοικοκυριό της στην ουσία δεν υφίσταται και ολάκερη η περιοχή που κατοικεί μαστίζεται από μυριάδες δεινά μα το ενδιαφέρον θα κεντρίσει ο οποιοσδήποτε διαπληκτισμός μεταξύ αγνώστων και γνωστών της ή οι, πραγματικές και μη, οικονομικές ατασθαλίες κάποιου κατοίκου του τόπου διαμονής της. Υπάρχει πολλή και ακόρεστη δίψα για αίμα και απ’ τις τρεις πλευρές του συστημιτικού τριγώνου –κοινωνία, πολιτική, Τύπο-, ωστόσο προβλέπω, και βλέπω ότι η πρώτη εγκαταλείπει σιγά σιγά το τηλεοπτικό και ιντερνετικό Κολοσσαίο, κι αρχίζει να αναζητά αληθινές λύσεις σε αληθινά προβλήματα, και πιστεύω ότι θα συμπαρασύρει σε αυτό και τις άλλες δύο μεριές.

Σε κάποιο σημείο γράφεις για τα υλικά που σμιλεύουμε τα παιδιά μας. Λες μια αλήθεια που ενώ υφίσταται δεν τη παραδεχόμαστε. Τα παιδιά δεν είναι η συνέχεια των γονιών αλλά το τέλος τους. Πραγματικά έτσι είναι, δεν εννοούμε όμως να το αποδεχθούμε, να το καταλάβουμε γιατί κατά τη γνώμη σου ενεργούμε με αυτό τον τρόπο είναι πολύ δύσκολο να αποδεχθούμε ότι τα παιδιά μας είναι διαφορετικοί άνθρωποι με διαφορετικές απόψεις, θέλω,πιστεύω, από τη στιγμή που πολλές φορές αποδεχόμαστε την διαφορετική γνώμη κάποιου άλλου και πολλές φορές τη «φιλοξενούμε» ασχέτως αν συμφωνούμε με αυτή;

Η δική μου άποψη είναι ότι τα παιδιά μας είναι το μέλλον των ονείρων μας, και με αυτό εννοώ ότι όπως μέσω της ονειροπόλησης ποθούμε να πείσουμε τον κόσμο να αγαπήσει τον εαυτό του, εναποθέτουμε στους ανθρώπους που φέρνουμε στην ζωή τις ελπίδες μας να παραδώσουν ένα βελτιωμένο κοινωνικό πλαίσιο κ.ο.κ.

Όμως, σαν όλα τα άλλα γύρω μας και μέσα μας, και αυτή την κατάθεση γνώμης την έχουμε ξεχειλώσει και προσαρμόσει στην προσωπική μας ηθική βολή. Υπάρχουν λοιπόν δύο πόλοι αναρχίας και θνησιμότητας στην άλλοτε αθάνατη σχέση Γονέα-Παιδιού: Η θεωρία του παιδιού-κτήματος, και η υποδυόμενη την ελευθερία ασυδοσία που «χρωστάμε» λόγω της υποτιθέμενης, αλυσιδωτής καταπίεσης προερχόμενη από τις γενεές που παρήλθαν. Έχουμε επομένως “κτήση” και δήθεν, ή όχι, χαλιναγώγηση από το χθες και ασυδοσία, ωσάν ανεξόφλητα γραμμάτια, να ξεκινούν από το σήμερα προς το αύριο. Ο κάθε γονιός αντανακλά στο παιδί του τα δικά του απωθημένα, με “δεδομένο” την ζωή που παίρνει από εκείνον. Αυτό οδηγεί είτε στην αναπαραγωγή της ίδιας βιοθεωρίας είτε στο άλλο άκρο, δηλαδή το «άσε το παιδί να κάνει ό,τι θέλει» που δεν συμπληρώνεται με το «αρκεί να είναι ουσιαστικά ευτυχισμένο» μα επεκτείνεται έως τα σύνορα της αδιαφορίας.

Η κτήση, η ασυδοσία και η αδιαφορία συνθλίβουν το ύστατο καταφύγιο αξιών, την οικογένεια. Ο γονιός είναι ένας δρόμος ο οποίος κάποια στιγμή ολοκληρώνεται, εκεί η νέα ατραπός, το παιδί, ίσως οδηγεί αλλού μα σίγουρα κάπου φωτεινότερα.

«Απλώς συχνά η αγάπη απαιτεί άριστο προσανατολισμό, και δυστυχώς κάποιοι είτε γεννιούνται καταδικασμένοι μια ζωή να αποπροσανατολίζονται είτε ξεχνούν την πυξίδα τους θαμμένη στην αμμουδιά των καλοκαιρινών παιδικών τους χρόνων». Θεωρείς πως η πραγματική και ανιδιοτελής αγάπη μένει θαμμένη στα καλοκαίρια των παιδικών μας χρόνων, όσο μεγαλώνουμε και μεταμορφωνόμαστε σε κάτι άλλο συμπαρασύρουμε και την αγάπη σε αυτή τη μεταμόρφωση, αφήνουμε το παιδί μέσα μας να μεγαλώσει και να χάσει τη παιδικότητα του, γιατί;

Συχνά ακούμε παιδικές φωνές εντός μας, δεν είναι από ανάμνηση, μα από μια ηλικία που με τα χρόνια συμπιέζεται από τους γοργούς ρυθμούς της ενηλικιωμένης καθημερινότητας. Ένα παιδί, πράγματι, περιπλανιέται χαμένο στις δαιδαλώδεις ατραπούς της πολυπλοκότητας της ψυχής μας. Έρχεται για όλους μας η στιγμή όπου ο κόσμος μάς απαιτεί πιο σύνθετούς, και τότε διαχωριζόμαστε από το “εμείς” του παιδιού και βαδίζουμε, ξεχνώντας το, με το “εγώ” της επιβίωσης ή της αδίστακτης φιλοδοξίας να σαπίζει το σύμπαν του είναι και ταυτόχρονα έχουμε την αίσθηση της ακμαιότητας. Είναι όμως φορές που αυτό το “παιδί” μάς βρίσκει και αποκτά ξανά ο ψυχισμός μας την απλότητα την οποία έχει ενδόμυχα ανάγκη, και κατ’ επέκταση την τελειότητα.

Μιλάς για την «εμφύλια σύρραξη» των πολιτικών κομμάτων στη χώρα μας, θεωρείς πως ο εμφύλιος έχει λήξει δεδομένου ότι συνεχίζουνε να διαχωριζόμαστε συνεχώς και να εφευρίσκουμε μάλιστα καινούργιες αιτίες διαχωρισμού καθημερινά, ρίχνοντας συνεχώς νερό στο μύλο του «εμείς» και «οι άλλοι»;

Νομίζω πως από την εθνική μας κληρονομιά έχουμε κάνει σε λάθος πράγματα αποδοχή και αποποίηση. Όχι, ο εμφύλιος δεν τελείωσε, και θεωρώ ότι τώρα λαμβάνει μια τρομακτικότερη και πιο ύπουλη υπόσταση. Μας συστήνεται ως κανονικότητα. Οι σφαίρες έχουν μετουσιωθεί σε λέξεις. Ο Λόγος είναι πλέον αγωγός του φθόνου και υπηρέτης κάθε είδους διχασμού. Παλαιότερα, είχαμε κυρίως τον ποδοσφαιρικό-οπαδικό, και φυσικά τον, σε επίπεδο ψηφοφόρων και όχι μόνο, πολιτικό διχασμό.

Πλέον την Ελλάδα μπορεί και την διασπά το οτιδήποτε γιατί με την “ψήφο” μας ο φανατισμός έχει κάνει πραξικόπημα, και έτσι ποινικοποιήθηκε κάθε εκφερόμενη άποψη που τολμά να κυκλοφορεί στα πλαίσια του δημόσιου διαλόγου και να διαφωνεί με την παρασιτική μειοψηφία των ακροτήτων, οι οποίες πια φορούν ένα αστικό ραγισμένο προσωπείο και έχουν καταλάβει την εξουσία των αξιών. Αυτό θέλουμε κύριε Μπουζάρα; Να είμαστε ένα απέραντο πάρκο αντιδημοκρατίας; Ως πότε η Ιστορία μας ως έθνος θα κυνηγά την σκιά της; Είναι κανόνας, δίχως καμιά εξαίρεση, ότι μετά από κάθε καταστροφή, ή και εν μέσω αυτής, τρώμε τις σάρκες μας σαν τα όρνια.

Ένα εθνικό όρνιο που τρέφεται με το ίδιο του το δέρμα επειδή δεν υπάρχει κάποιο άλλο κουφάρι επιθυμούμε να 'μαστε; Εγώ εκλέγω την μετριοπάθεια και την ομόνοια στη διακυβέρνηση της εθνικής ηθικής, διότι γνωρίζω πως μόνο με τον χειρισμό αυτών των δύο εννοιών και θα πάψουμε να περιστρεφόμαστε γύρω τον άξονα μας και θα στηθεί επιτέλους το ένα και μοναδικό “Ιστορικό δικαστήριο”, όχι για να μοιραστούν ποινές, αλλά για να διδαχτεί η ιστορία από τα λάθη της. Ξέρω ότι υπάρχουν δύο απόψεις, «ότι για να λήξει ένας πόλεμος πρέπει να ηττηθεί η πλευρά που τον άρχισε» και «πως για να λήξει ένας πόλεμος πρέπει να αποδεχτούν όλες οι πλευρές ότι είναι ηττημένες». Εγώ πιστεύω στην δεύτερη.

«Κανείς δεν είναι απολύτως ελεύθερος. Κοιμήσου». Μιλάς για ελευθερία, θεωρείς ότι ζούμε ελεύθεροι; Τι μας τη στερεί; Γιατί επιμένουμε να συμβιβαζόμαστε με την καθημερινή στέρηση της; Ποιος είναι για εσένα πραγματικά ελεύθερος; Το κυνήγι της πραγματικής ελευθερίας είναι τελικά κυνήγι ουτοπίας; Νιώθεις ελεύθερος όταν γράφεις;

Καταρχήν, όπως προανέφερα υπάρχει μια σκόπιμη παρερμηνεία της ελευθερίας ως ασυδοσία. Ίσως αυτό να είναι ένα πρώτο τοίχος που μας εμποδίζει ακόμα και να την αντικρίσουμε. Ο πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος είναι εκείνος που συνειδητά και αδιαμαρτύρητα συμβιβάζεται και γνωρίζει ότι εφόσον εξατάρται, ψυχικώς και σωματικώς, από ανθρώπους, έννοιες και κανόνες η απόλυτη ελευθέρια είναι ανέφικτη ή μάλλον και ανύπαρκτη ως “οντότητα”. Το κυνήγι της ελευθερίας, σαν ισόβια διαδικασία από μόνη της, δεν είναι ουτοπικό αλλά η πιο καλοδιατυπωμένη έκφραση της Ελευθερίας. Και 'γω όταν γράφω, επιδιώκοντας την ελευθερία μέσω των συμβιβασμών με την γραφή, ναι είμαι ελεύθερος.

Σε ένα σημείο διάβασα δύο λέξεις «θέλω» «πρέπει». Γιατί κατά τη γνώμη σου βάλαμε μπροστά τα «πρέπει» και πίσω τα «θέλω», γιατί μπροστά την «επιθυμία» και πίσω την ανάγκη, τι μας εμποδίζει να τα βάλουμε στη σωστή σειρά είναι πολύ δύσκολο;

Η Ζωή μέσα από τις αδικίες της είναι εξαιρετικά όμορφη. “Θέλω” και “πρέπει” διαστρεβλώνονται υπό το πρίσμα της διαρκούς μη δικαιοσύνης εκ μέρους του βίου. Μπορούμε να πειθαρχήσουμε μα και να πειθαρχούμε με σωστό κατά την ζωή μας τρόπο και τα «θέλω» και τα «πρέπει».

Πολλές φορές λυγίζουμε στη ζωή μας, στρέφουμε το βλέμμα μας στη δύση όπως χαρακτηριστικά σημειώνεις σε κάποιο σημείο. Υπάρχει κλειδί για να ξεκλειδώσουμε “τα δυνατά μας”, το έχεις βρει;

Ναι. Η μεγαλύτερη κινητήριος δύναμη στον κόσμο, που για να ξεκλειδωθεί κι αυτή εντός μας χρειάζεται να αφεθούμε στην αγκαλιά της. Η Αγάπη.

Πόσο εύκολο θεωρείς πως είναι για ένα ή μια συγγραφέα να αποφύγει τον ανδροκεντρισμό ή το γυναικοκεντρισμό αντίστοιχα;

Στην Λογοτεχνία η οποιαδήποτε αδυναμία για κάποιον μπορεί για έναν άλλον να είναι ένα εξαίσιο σημείο συνάντησης των βιωμάτων του με την πένα του συγγραφέα. Θέλω να πω ότι ο αντικειμενισμός εύκολα αλλάζει ρούχα με τον υποκειμενισμό. Θα κάνω μια γενική τοποθέτηση και έτσι θα προσπαθήσω να απαντήσω στο ερώτημα σας. Το «εύκολο» και το «δύσκολο» το καθορίζουμε σε πολλές περιπτώσεις εμείς, και αν αποτύχουμε το γνωρίζουμε, της επιτυχίας το πρόσωπο είναι πάντοτε δυσδιάκριτο για εμάς τους ίδιους.

Ως συγγραφέας φυσικά θα είσαι και φανατικός αναγνώστης, πόσα βιβλία καταφέρνεις να διαβάσεις το χρόνο; Τι διαβάζεις συνήθως; Τι αυτή τη περίοδο; Πρότεινε μου τρία βιβλία.

Ίσως διαβάζω λιγότερο από ότι γράφω, αλλά όπως είπα είμαι κατά των συνταγών, δεν θα πω δηλαδή αν αυτό είναι «καλό» ή το αντίστροφο. Αυτό τον καιρό με έχει συνεπάρει το μυθιστόρημα «Ο ΆΝΤΡΑΣ ΤΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ», εκδ. Καστανιώτη, του κύριου Αλέξη Σταμάτη και είναι το ένα εκ των τριών αναγνωσμάτων προτείνω, επίσης την συλλογή διηγημάτων «ΚΑΚΗ ΣΠΟΡΑ», εκδ. Πνοή, του κύριου Ανδρέα Πασσά, και φυσικά «Η ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ», εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, του Τάσου Αθανασιάδη

Ποιο είναι το επόμενο συγγραφικό σου βήμα;

Αποφεύγω τους προγραμματισμούς και νομίζω το αντίστροφο. Θα σας πω μονάχα ότι έρχεται η ώρα να επιστρέψω στα πάτρια εδάφη που με έπλασαν, καθώς και πως αυτή την περίοδο δοκιμάζω τα όρια μου στο θρίλερ-τρόμου.

 
 
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα