Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
 

Το Bookia αναζητά μόνιμους συνεργάτες σε κάθε πόλη τής χώρας για την ανάδειξη τής τοπικής δραστηριότητας σχετικά με το βιβλίο.

Γίνε συνεργάτης τού Bookia στη δημοσίευση...

- Ρεπορτάζ.
- Ειδήσεις.
- Αρθρογραφία.
- Κριτικές.
- Προτάσεις.

Επικοινωνήστε με το Bookia για τις λεπτομέρειες.
Ο Κώστας Κουτσουρέλης μιλάει στη Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη, για τη λογοκλοπή και όχι μόνο
Διαφ.

Γράφει: Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη

Τον Κώστα Κουτσουρέλη τον άκουσα και ευχαριστήθηκα τον λόγο του στο 3ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης Πάτρας που συνδιοργανώθηκε από το «Γραφείον Ποιήσεως», τον λογοτεχνικό ιστότοπο www.culturebook.gr, την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας και την Περιφερειακή Ένωση Δήμων Δυτικής Ελλάδας. Την τελευταία ημέρα του Φεστιβάλ μαζί με άλλους τρεις αξιόλογους συγγραφείς, κριτικούς λογοτεχνίας και ερευνητές τον Νίκο Λάζαρη, τον Γιώργο Μπλάνα, τον Ηλία Μαλεβίτη. Μίλησαν θαρρετά για τη για τη μάστιγα της λογοκλοπής στη χώρα μας. Με αναμφισβήτητα στοιχεία έβαλαν που συγκλόνισαν πραγματικά όσους είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε. Ένα θέμα που καίει πολλούς συγγραφείς. Τον αναζήτησα για να μου μιλήσει για λογαριασμό του Bookia και τους αναγνώστες του.

Κύριε Κώστα Κουτσουρέλη σας ευχαριστώ που μου παραχωρείτε συνέντευξη για το Bookia. Αφορμή πήρα γι’ αυτή τη κουβέντα μας από τα λεγόμενα σας στο τρίτο Διεθνές φεστιβάλ Ποίησης της Πάτρας με θέμα τη λογοκλοπή μαζί με τους άλλους τρεις ποιητές και αξιόλογους κριτικούς του λόγου. Που πραγματικά πολλοί έμειναν άφωνοι με τις αποκαλύψεις. Ονόματα γνωστά στον χώρο του βιβλίου αλλά και της κοινωνίας. Στοιχεία που κανείς δεν μπορεί ν’ αμφισβητήσει. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι στη χώρα μας ο κάθε δημιουργός να υπερασπιστεί το έργο του;

Όπως έχει η κατάσταση είναι περίπου αδύνατο. Οιοσδήποτε μπορεί να ιδιοποιηθεί οτιδήποτε και να επαφεθεί στην ομερτά, τη σιωπή, της δημοσιογραφικής, επιστημονικής ή λογοτεχνικής συντεχνίας. Τα εν οίκω μη εν δήμω, αυτός είναι ο κανόνας που ισχύει. Περιώνυμες καριέρες έχουν στηθεί πάνω σε λογοκλοπιμαία, κυρίως εις βάρος αλλόγλωσσων συγγραφέων, αλλά όχι μόνο.

Γνωρίζουμε οι περισσότεροι δημιουργοί πως δυο τρόποι υπάρχουν για να εξασφαλίσουν τα πνευματικά δικαιώματα του έργου μας: Ο συμβολαιογράφος αλλά και η σφραγίδα του ταχυδρομείου. Πώς όμως μπορεί να ελέγξει τα χιλιάδες βιβλία που κυκλοφορούν;

Η λογοκλοπή στην Ελλάδα δεν είναι τόσο πρόβλημα πνευματικών δικαιωμάτων, σε μια μικρή βιβλιαγορά σαν τη δική μας αυτή είναι η δευτερεύουσα πλευρά του ζητήματος. Κανείς Άγγλος ή Αμερικανός συγγραφέας, λ.χ., δεν πρόκειται να ξεκινήσει δικαστικό αγώνα στην Ελλάδα λόγω διαφυγόντων εσόδων ή ηθικής προσβολής των δικαιωμάτων του. Ποιος ο λόγος να το κάνει, οι δαπάνες του θα ήταν περισσότερες από την όποια αποζημίωση. Και το ίδιο ισχύει και για τον Έλληνα συγγραφέα που πέφτει θύμα λογοκλοπής. Ελάχιστες περιπτώσεις φτάνουν στα δικαστήρια, η καταδίκη της ιστορικού Φωτεινής Τομαή είναι μία από αυτές. Η λογοκλοπή είναι πρωτίστως ζήτημα εξαπατήσεως του αναγνωστικού κοινού και της συγγραφικής κοινότητας. Είναι μια παρενδυσία, ένα μασκάρεμα, όπου κάποιος υποδύεται κάτι που δεν είναι. Μια βιομηχανία που παράγει μαζικά κάλπικα πτυχία, κάλπικα βιβλία, κάλπικα βραβεία.

Μήπως πρέπει να γίνουμε εξωστρεφείς και να χώσουμε το μαχαίρι βαθιά στην πληγή ώστε να απελευθερωθούμε ως κοινωνία για όσα μας πνίγουν; Όχι μόνο στη λογοτεχνία αλλά και την πολιτική;

Αυτό δεν μπορεί να γίνει αν ο ίδιος ο συγγραφικός και εκδοτικός μας κόσμος δεν αναλάβει τις ευθύνες του, πάψει να κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του και να προστατεύει τους λογοκλόπους. Για να σας φέρω ένα, το πλέον διαβόητο, παράδειγμα. Μόνο τον Δεκέμβριο αυτόν είδαν το φως της δημοσιότητας δύο πολυσέλιδες έρευνες, του Ηλία Μαλεβίτη και της Ειρήνης Λουλακάκη-Μουρ αντίστοιχα, 25.000 λέξεις συνολικά, που έδειξαν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η εισαγωγή και τα σχόλια στη μετάφραση της ελιοτικής Waste Land από τον Χάρη Βλαβιανό είναι προϊόν δουλικής αντιγραφής από μελέτη του γνωστού μελετητή του Αγγλοαμερικανού ποιητή, Lawrence Rainey. Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, ο εκδότης θα είχε αποσύρει πάραυτα το βιβλίο και θα ζητούσε συγγνώμη από τους εξαπατημένους αγοραστές του. Εδώ σε μας, ο Πατάκης εξακολουθεί να το φιλοξενεί στους καταλόγους του και τα ένθετα να το προτείνουν στους αναγνώστες τους ως ένα από τα… σημαντικότερα βιβλία της χρονιάς. Κανείς από τους υμνητές του Βλαβιανού, «του μεγαλύτερου λογοκλόπου στην ιστορία των ελληνικών γραμμάτων», όπως τον αποκάλεσε ο Νίκος Λάζαρης στη συζήτηση του Φεστιβάλ Ποίησης των Πατρών της 13ης Δεκεμβρίου που κι εσείς μνημονεύσατε, δε βρήκε ως τώρα το θάρρος ή το φιλότιμο να παραδεχθεί την ακρισία του.

Έχετε εκδώσει το βιβλίο «Η Τέχνη που αυτοκτονεί, για το αδιέξοδο της Ποίησης του καιρού μας» από τις εκδόσεις «Μικρή Άρκτος». Τι είναι αυτό που σας έδωσε την αφορμή για να γραφτεί αυτό το βιβλίο που πιστεύω ότι αφορά και τους ποιητές αλλά και τους εραστές της αγαπημένης αλλά παρεξηγημένης Ποίησης;

Το βιβλίο αυτό ήταν μια προσπάθεια να περιγραφεί με όρους όσο γίνεται αντικειμενικούς η κατάσταση της ποιητικής τέχνης του καιρού μας, στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό: Αυτός ο εκ πρώτης όψεως παράξενος συνδυασμός του εκδοτικού πληθωρισμού που την πλήττει (ποτέ δεν εκδίδονταν περισσότερα ποιητικά βιβλία απ’ όσα σήμερα) και της περίπου απόλυτης αδιαφορίας του ευρέος κοινού γι’ αυτήν. Το βιβλίο παρουσιάστηκε σε πολλές πόλεις της Ελλάδας και της Κύπρου, έκανε δύο ανατυπώσεις και συζητήθηκε ζωηρά. Απ’ αυτή την πλευρά, κρίνω ότι ανταποκρίθηκε στον σκοπό του. Πανδημίας επιτρεπούσης, σύντομα θα κυκλοφορήσει και η συνέχεια του, ένας τόμος δοκιμίων με τον τίτλο «Τι είναι και τι δεν είναι η ποίηση», από τον ίδιο εκδότη.

Ποιητής, κριτικός λογοτεχνίας, μεταφραστής, διευθυντής του περιοδικού «Νέον Πλανόδιον». Σε ποιο απ’ όλα βρίσκει τα ζύγια του ο Άνθρωπος Κώστας Κουτσουρέλης;

Προσωπικά δεν τα διαχωρίζω μεταξύ τους, είναι ρόλοι συμπληρωματικοί, διαδρομές άλλοτε παράλληλες και άλλοτε συμπίπτουσες ή τεμνόμενες στην απέραντη ενδοχώρα των γραμμάτων. Βέβαια, το ενδιαφέρον μου για την ποίηση προηγείται, είναι η μήτρα από την οποία εκπορεύονται και οι άλλες μου ενασχολήσεις. Ωστόσο, η δοκιμιογραφία και η μετάφραση είναι για μένα εξίσου σημαντικές.

«Νέον Πλανόδιον» Περιοδικό –παιδί του «Πλανόδιου» που διηύθυνε από τον Δεκέμβριο του 1986 μέχρι το 2004 ο Ποιητής Γιάννης Πατίλης. Ποια ήταν η ανάγκη της δημιουργίας του νέου Πλανόδιου;

Η διακοπή της λειτουργίας του ιστορικού Πλανόδιου άφησε αρκετούς από εμάς τους πρώην συνεργάτες του άστεγους. Η ανάγκη ενός νέου φορέα προέκυψε έτσι περίπου αυτόματα. Στο μεταξύ συναντηθήκαμε και με άλλους πολλούς συγγραφείς, νεότερους αλλά και πιο παλιούς και δημιουργήθηκε ένα νέο κράμα που κρατάει πλέον επτά χρόνια και μας έφερε ως εδώ. Η βασική διαφορά μεταξύ του πρώτου και του τωρινού εντύπου είναι ο φορέας τους. Το Πλανόδιον ήταν περιοδικό αποκλειστικά χαρτώο. Το Νέο Πλανόδιον αντίθετα, κατά τις επιταγές των καιρών και παρά τα έντυπα τεύχη του, είναι περιοδικό κυρίως ηλεκτρονικό.

Να μ’ επιτρέψετε να κάνω τον συνήγορο του διαβόλου. Για ποιο λόγο ο αναγνώστης ν’ αγοράσει ένα λογοτεχνικό περιοδικό αφού με τα χρήματα αυτά μπορεί ν’ αγοράσει ένα βιβλίο; Πιστεύετε πώς θα του «καλύψει» τις πνευματικές του ανάγκες;

Ο περιοδικός λογοτεχνικός τύπος έχει άλλη αποστολή και λειτουργία. Προτεραιότητά του δεν είναι μόνο η δημοσίευση καλής ποίησης και πρόζας αλλά και η κριτική, η παρέμβαση στα δημόσια πράγματα, η συμμετοχή στον δημόσιο λόγο και αντίλογο. Το Νέο Πλανόδιον έχει μια έντονη τέτοια διάσταση, θίγουμε ζητήματα φιλοσοφικά, πολιτικά, κοινωνικά και άλλα. Αν δείτε τα κείμενα που δημοσιεύσαμε το 2020 λ.χ. θα δείτε μεταξύ άλλων αφιερώματα στην Κική Δημουλά και τον Νίκο Καρούζο, νέες μεταφράσεις ολόκληρων βιβλίων όπως του Έζρα Πάουντ και του Πάμπλο Νερούδα, έρευνες για τη λογοκλοπή, κείμενα που μιλούν για την κατάσταση των θετικών επιστημών και του πανεπιστημίου, πολιτική αρθρογραφία, φιλολογικά μελετήματα, ανθολογίες και άλλα πολλά. Η λογοτεχνία δεν είναι φιλντισένιος πύργος αποκομμένος από την πραγματικότητα. Τρέφεται από την ευρύτερη, κριτικότερη, στοχαστικότερη ματιά και θεώρηση των πραγμάτων. Ένα περιοδικό οφείλει ακριβώς να επιτρέπει και να διευκολύνει αυτήν την ευρύτερη ματιά.

Πρόσφατα εκδώσατε την ποιητική συλλογή σας «Η κόρη μου» από τις εκδόσεις Κίχλη, ξεχωριστές εκδόσεις με ακόμη ξεχωριστά ποιοτικά βιβλία. Πείτε μας λίγα λόγια γι αυτή τη συλλογή.

Το βιβλίο «Η κόρη μου» είναι ένα ποιητικό ημερολόγιο από τους πρώτους δώδεκα μήνες της συμβίωσης με την νεογέννητη τότε κόρη μου. Μια καταγραφή περιστατικών, συναισθημάτων, βιωμάτων αλλά και ένας αναλογισμός γι’ αυτό το θαύμα που είναι η νέα ζωή. Με αυτή την έννοια είναι το πιο προσωπικό μου ίσως βιβλίο.

Πιστεύετε πως η φιλολογίζουσα, εξειδικευμένη αν θέλετε Ποίηση είναι αρνητικό προσόν ώστε να φτάσει η συλλογή στα χέρια του απλού αναγνώστη;

Δεν το πιστεύω απλώς, γι’ αυτό μας μιλούν τα ίδια τα στοιχεία της βιβλιαγοράς. Η γριφώδης ποίηση λ.χ. του Έλιοτ ή του Πάουντ, παρότι θαυμάζεται υπέρμετρα στους κύκλους τους πανεπιστημιακούς, έχει πολύ λιγότερους αναγνώστες από εκείνην του Ρόμπερτ Φροστ ή του Ουίλλιαμ Μπ. Γέητς, κι αυτό εξηγείται από τη φύση και τη μορφή της. Δεν απορρίπτω αυτού του είδους τη γραφή, όμως όταν η ποίηση ταυτίζεται με έναν τρόπο εκφοράς της χάνει αναπόφευκτα σε ζωντάνια και σε απήχηση και εγκλωβίζεται εντός των τειχών μιας κλειστής ομάδας μυημένων, στον περίβολο μιας εσωστρεφούς συντεχνίας.

Αν δούμε τους παλιούς μας Ποιητές που τραγουδούμε τους στίχους τους δεν έχουν κάνει μαθήματα δημιουργικής γραφής. Ποια είναι η προσφορά της στην Ποίηση ; Ποιητής τελικά γίνεσαι ή γεννιέσαι;

Δεν είμαι κατ’ αρχήν αντίθετος στη διδασκαλία της ποίησης, όπως δεν αντιτίθεμαι στην καλλιτεχνική αγωγή λ.χ. των ζωγράφων ή των γλυπτών. Εξαρτάται ποιος και τι διδάσκει. Υπάρχουν πολλά πράγματα διδακτά στη γραφή, τεχνικές, τεχνοτροπίες, φόρμες που ένας εκκολαπτόμενος λογοτέχνης μπορεί με την κατάλληλη καθοδήγηση να ανακαλύψει και να δοκιμάσει επωφελώς. Το πρόβλημα με τα μαθήματα δημιουργικής γραφής όπως γίνονται σήμερα είναι ότι δε διδάσκουν, δε μετακενώνουν κάτι στους μαθητευόμενους. Πιο πολύ λειτουργούν ως εφαλτήρια προβολής και δημοσίων σχέσεων. Ως καλλιεργητήρια της κολακείας και του ναρκισσισμού, και όχι της κριτικής και αυτοκριτικής σκέψης. Και μιλώ εκ πείρας.

Ο απλός κόσμος περιμένει από τους ακαδημαϊκούς, τους συγγραφείς, τους Ποιητές να βγουν πάλι μπροστά, σε ζωτικά ζητήματα όπως άλλοτε. Κι όμως οι περισσότεροι κλείνονται στη γυάλα τους κοιτώντας για την προσωπική προβολή τους κι ας περνούν μηνύματα μέσα από τα έργα τους. Τι άλλαξε; Δε θέλουν να εκτίθενται ή να τα «έχουν καλά» με την κάθε κυβέρνηση ώστε να είναι αρεστοί;

Ο δημόσιος λόγος έχει κόστος. Εδώ ένα σχόλιο στο Facebook αρκεί για να σου κόψουν μερικοί την καλημέρα, πόσο μάλλον μια ευθαρσής τοποθέτηση για τα πολιτικά και κοινωνικά μας πράγματα. Γενικά σε Ευρώπη και Αμερική, ο ρόλος των ανθρώπων της γραφής και της σκέψης, της «πνευματικής ηγεσίας» όπως τους αποκαλούσαμε παλιά, έχει μειωθεί δραματικά. Από τη μια πλευρά, η επιβολή του εργαλειακού λόγου της ακραίας τεχνοκρατίας, από την άλλη, η ανάδυση μισαλλόδοξων ρευμάτων όπως η πολιτική ορθοέπεια έχουν ευνουχίσει την ελευθερία της έκφρασης. Σε αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, πολλοί προτιμούν να αυτολογοκρίνονται ή να κρύβονται πίσω από μασημένα λόγια. Για τον ίδιο λόγο άλλωστε έχει παρακμάσει και η πολιτική λογοτεχνία, ιδίως η πολιτική ποίηση. Για να παραφράσω τον Νίκο Καζαντζάκη, το να μιλάς για τα μείζονα είναι μπελάς. Το να κατατρίβεσαι με τα ήσσονα, αντίθετα, το να χασομεράς με «διακειμενικά παίγνια» και «ποιήματα ποιητικής» ας πούμε, είναι χουζούρι.

Πώς βίωσε δημιουργικά ο Κώστας Κουτσουρέλης τις δυο πανδημίες κι αν πιστεύετε πως ήταν μια καλή ευκαιρία για συγγραφή.

Αυτός ο δεύτερος εγκλεισμός είναι πολύ βαρύς. Ο πρώτος της Άνοιξης ήταν ώς ένα βαθμό ένα μεγάλο κοινωνικό πείραμα που εμάς τους εργαζόμενους κατ΄ οίκον δεν μας άγγιξε ιδιαίτερα. Τώρα νιώθουμε κι εμείς πόσο έχει χαθεί η ζωντανή επαφή με το κοινό, η ζύμωση των δημόσιων συζητήσεων και εκδηλώσεων, ο ζείδωρος παλμός των προσωπικών σχέσεων. Ας λένε οι χαρτοπόντικες και οι ψηφιομανείς, λογοτεχνία in vitro δε γίνεται να υπάρξει. Τη γραφή την εκμαιεύει η ομιλία, αν πάρουμε την πολύσημη αυτή λέξη με το πλήρες νόημά της.

Ευχαριστώ πολύ κύριε Κουτσουρέλη για τη συνέντευξη και εύχομαι το 2021 να είναι γόνιμο.

 

 
 
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα