Γράφει: Δημήτρης Μπουζάρας
Ο Γιάννης Βουλιουρής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945. Αποφοίτησε από το Κολλέγιο Αθηνών και σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Τηλεπικοινωνίες στο Πανεπιστήμιο Aston in Birmingham. Εργάστηκε στον ΟΤΕ ως μηχανικός τηλεπικοινωνιών.
Ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με τη μουσική, παίζοντας πιάνο από μικρή ηλικία. Παρακολούθησε μαθήματα πιάνου και θεωρητικά στο Ελληνικό Ωδείο, από το οποίο έλαβε το πτυχίο Αρμονίας. Επιδόθηκε ιδιαίτερα στη μουσική Ragtime, την οποία παρουσίασε με εκτελέσεις στο πιάνο και διαλέξεις σε διάφορα πολιτιστικά ιδρύματα. Παρουσίασε σειρά εκπομπών για τη μουσική αυτή στο Τρίτο πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και εξέδωσε τεύχος με παρτιτούρες και ηχογραφήσεις δικών του συνθέσεων. Συμμετέχει επί πολλά χρόνια, ως πιανίστας, στο συγκρότημα Stigma Dixie Band της Κορίνθου.
Το βιβλίο σας με τίτλο «Αισθητική της Μουσικής» κυκλοφορεί ήδη από τις εκδόσεις Αρμός. Ένα βιβλίο οδηγός, το οποίο -προφανώς- δημιουργήθηκε διαμέσου της αγάπης σας για τη μουσική με την οποία ασχολείστε ερασιτεχνικά. Από που και με ποιο τρόπο ξεκίνησε η αγάπη σας για τη μουσική; Τι είδους ανάγκες σας ώθησαν να ασχοληθείτε με τη μουσική και τι είδους ανάγκες σας, καλύπτει η μουσική;
Είναι ακριβώς όπως το λέτε. Είναι η αγάπη μου για τη μουσική που με οδήγησε στη συγγραφή αυτού του βιβλίου και, μαζί με αυτήν, η ανάγκη, που πάντα αισθανόμουν, να καταλάβω και να εξηγήσω, όσο αυτό είναι δυνατόν, πώς επενεργεί η μουσική επάνω μας και μας δημιουργεί όλα αυτά τα συναισθήματα και το πάθος που τα συνοδεύει. Παράλληλα, το ερώτημα που πάντα με απασχολούσε ήταν το γιατί κάθε άνθρωπος έχει τις δικές του προτιμήσεις στα είδη της μουσικής που ακούει, διαφορετικές από αυτές των άλλων. Όταν βρήκα κάποιες απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα, αισθάνθηκα την ανάγκη να τα μοιραστώ με το αναγνωστικό κοινό.
Η αγάπη μου για τη μουσική ξεκίνησε από πολύ μικρή ηλικία, 7 ή 8 ετών, ακούγοντας παιδικά τραγουδάκια, τα οποία προσπαθούσα να παίξω στο παλιό πιάνο που είχαμε στο σπίτι των γονιών μου, όπου και άρχισα να ανακαλύπτω σιγά-σιγά την έννοια που είχαν οι νότες, οι κλίμακες και οι συγχορδίες. Σήμερα η μουσική καλύπτει μια ανάγκη μου να βιώσω (ως ακροατής) όσο γίνεται βαθύτερα κάποια συναισθήματα όταν βρίσκομαι σε μια ευαίσθητη ψυχολογική κατάσταση ή να εκφράσω (παίζοντας πιάνο) αυτά τα συναισθήματα.
Πως θα την περιγράφατε; Τι είναι τελικά -με λίγα λόγια- η μουσική;
Ο αυστηρός ορισμός της μουσικής ως τέχνης είναι ένα δύσκολο εγχείρημα, όπως περιγράφω στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου μου. Πιο ελεύθερα θα μπορούσαμε να πούμε ότι η μουσική είναι μια ιδιάζουσα τέχνη, από την άποψη ότι χρησιμοποιεί ένα απολύτως άυλο μέσον, που είναι ο ήχος, ότι είναι τέχνη αφηρημένη, δηλαδή δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένο θεματικό αντικείμενο, αλλά εκφράζεται με αόριστα ηχητικά σχήματα, και όμως παρ’ όλα αυτά η, μάλλον, γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους – όπως διεξοδικά προσπαθώ να αναλύσω στο βιβλίο μου – έχει μια ακαταμάχητη απήχηση σε όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως φυλής, παιδείας ή πολιτιστικού επιπέδου, μεγαλύτερη ίσως από οποιαδήποτε άλλη τέχνη.
Τι εννοούμε με τον όρο απόλυτή ή καθαρή μουσική;
Όπως περιγράφω στο βιβλίο μου, λέγοντας «απόλυτη» ή «καθαρή» μουσική εννοούμε τη μουσική που δε συνοδεύεται από λόγο – δηλαδή τραγούδι – ούτε από άλλες εξω-μουσικές εκφράσεις όπως χορό, θέαμα κλπ. Πάγια θέση των μελετητών της αισθητικής της μουσικής είναι η θεώρησή της ως καθαρής ή απόλυτης διότι οι άλλες μορφές της θεωρούνται ως συνδυασμοί τεχνών και εξετάζονται χωριστά.
Πως καταφέρνει να είναι αφενός ατομική και αφετέρου συλλογική;
Αυτό συμβαίνει με όλες σχεδόν τις τέχνες, που γενικά μπορούμε να τις απολαύσουμε είτε ατομικά είτε συλλογικά. Τη μουσική, ιδιαίτερα, μπορούμε να την απολαύσουμε είτε ακούγοντάς την απολύτως μόνοι μας (προσωπικά απολαμβάνω σε υπέρτατο βαθμό τη μουσική, περπατώντας μέσα στη φύση και ακούγοντας, φορώντας ακουστικά, τα αγαπημένα μου κομμάτια, χωρίς τίποτα να διασπά την προσοχή μου) είτε παίζοντας, πάλι μόνοι, κάποιο μουσικό όργανο. Όμως μπορούμε κάλλιστα να παρακολουθούμε μαζί με άλλους φιλόμουσους ένα ρεσιτάλ ή μια συναυλία, είτε να παίζουμε σε ένα μουσικό συγκρότημα με άλλους μουσικούς. Κάθε μία από αυτές τις δραστηριότητες έχει τις δικές της χάρες και χαρές, και καμία δεν υπερτερεί της άλλης καθώς όλες μπορούν να προσφέρουν βαθιά μουσική απόλαυση, καθεμία με τον τρόπο της.
Ποιο θεωρείτε πως είναι το χαρακτηριστικό της εκείνο, η ιδιότητα της εκείνη, που την κάνει απαραίτητη για τη ζωή μας;
Θα έλεγα ότι το πόσο «απαραίτητη» είναι η μουσική στη ζωή εξαρτάται από την ιδιοσυγκρασία του κάθε ατόμου. Για κάποιους δεν είναι καν απαραίτητη, μπορούν να ζήσουν και χωρίς αυτήν. Για κάποιους άλλους, το χαρακτηριστικό που την κάνει ελκυστική και ίσως απαραίτητη δεν είναι πάντα το ίδιο. Εξαρτάται και πάλι από τις ευαισθησίες, τις εμπειρίες και τα βιώματα του καθενός. Σε κάθε περίπτωση όμως, πιστεύω ότι αυτό που κάνει τη μουσική να έχει εκείνη την τρομακτική απήχηση στην ψυχή μας είναι η αφαιρετική της φύση, το ότι δηλαδή, επειδή δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένο αντικείμενο, αφήνει το κάθε άτομο ελεύθερο – χωρίς να δεσμεύεται από συγκεκριμένες περιγραφές – να συντονιστεί μαζί της, κάτι το οποίο εκτενώς περιγράφω και προσπαθώ να εξηγήσω στο βιβλίο μου.
Θεωρείτε πως μέσω της μουσικής, σε ένα ακροατή, δημιουργούνται αβίαστα, εντονότερα συναισθήματα από την ανάγνωση ενός βιβλίου, ή τη θέαση μια ταινίας;
Δε θέλω να είμαι απόλυτος. Σίγουρα υπάρχουν φορές που ένα κινηματογραφικό έργο ή ένα λογοτέχνημα μπορούν να συγκινήσουν περισσότερο από ένα μουσικό έργο. Εξαρτάται από την ποιότητα των έργων και από τις προσληπτικές ικανότητες του φιλότεχνου. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι η μουσική, λόγω των πολλών ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της, που δεν έχουμε τη δυνατότητα να περιγράψουμε αναλυτικά εδώ, το πετυχαίνει αυτό πιο εύκολα και πιο άμεσα σε σύγκριση με τις άλλες τέχνες.
Τι επηρέασε τη μουσική και από τι επηρεάστηκε στο διάβα του χρόνου; Προσαρμόζεται η μουσική σε εμάς διαχρονικά, ή μήπως εμείς προσαρμοζόμαστε σε εκείνη;
Η μουσική σίγουρα επηρεάζεται από τα ιστορικο-κοινωνικά δεδομένα, αλλά και, αντιστρόφως, τα επηρεάζει, σύμφωνα με τις πεποιθήσεις κάποιων στοχαστών. Η ιστορική της εξέλιξη, όπως συμβαίνει και με όλες τις τέχνες, συμβαδίζει με την πρόοδο του πολιτισμού γενικότερα. Όσο για το αν προσαρμόζεται εκείνη σε εμάς ή το αντίθετο, αυτό δε νομίζω ότι έχει μονοσήμαντη απάντηση. Το βέβαιο είναι ότι συμβαίνουν και τα δύο και αλληλοεπηρεάζουν το ένα το άλλο. Είναι ένα θέμα που αφορά πιο πολύ την κοινωνιολογία της μουσικής παρά την αισθητική της, με την οποία ασχολείται το βιβλίο.
Πώς ερμηνεύουμε και πως αξιοποιούμε ένα μουσικό έργο; Πότε ταυτιζόμαστε με αυτό;
Είναι ένα καίριο ερώτημα, στο οποίο γίνονται πολλές αναφορές στο βιβλίο μου, και στο οποίο είναι αφιερωμένο ένα ολόκληρο κεφάλαιο. Ο ακροατής ενός μουσικού έργου ερμηνεύει αυτό που ακούει, λειτουργώντας και ο ίδιος ως καλλιτέχνης, και το νοηματοδοτεί με τον δικό του τρόπο, τις δικές του ψυχικές δυνάμεις και ικανότητες. Η ταύτιση δεν είναι πάντα ο καλύτερος τρόπος για να προσεγγίσουμε κάτι, διότι μας τυφλώνει, μας στερεί τη δυνατότητα να κρίνουμε. Όμως μερικές φορές συντονιζόμαστε τόσο πολύ με τη μουσική που ακούμε, έτσι που αυτή μας απορροφεί πλήρως μεταφέροντάς μας σε άλλους κόσμους, κόσμους μυθικούς και μαγικούς, μακριά από την πραγματικότητα. Και αυτό είναι κάτι που μπορεί να το έχουμε κάποτε ανάγκη.
Πώς μπορεί ένα τραγούδι, μια μελωδία, να επαναφέρει μνήμες χαμένες στη λήθη, αρώματα, φωνές, και να μας αγγίξει τόσο βαθιά; Μπορεί η μουσική, να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο θεραπείας;
Η κίνηση και η εναλλαγή των μουσικών ήχων περιγράφουν την κίνηση και τις εναλλαγές των ψυχικών μας καταστάσεων. Όταν ακούμε μια μελωδία που έχουμε συνδέσει με εμπειρίες του παρελθόντος, ενεργοποιούνται εκείνες οι ψυχικές καταστάσεις που βρίσκονται βαθειά θαμμένες στη μνήμη μας και έρχονται πάλι στο προσκήνιο. Κάπως έτσι μπορεί η μουσική να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο θεραπείας. Έχουν γίνει πολλές μελέτες για τις θεραπευτικές ιδιότητες της μουσικής, κάτι που έχει εφαρμοσθεί πολλές φορές με επιτυχία. Όμως αυτό αφορά μια άλλη, διαφορετική προσέγγιση της τέχνης της μουσικής που αφορά μάλλον την ψυχολογία παρά την αισθητική της μουσικής.
Πολλές φορές ακούγοντας ένα τραγούδι, το ζούμε, το νιώθουμε, δίχως όμως να γνωρίζουμε το στοίχο ή οι στοίχοι είναι σε μια γλώσσα που δεν κατανοούμε - παρόλα αυτά, ταξιδεύουμε νοερά, χορεύουμε, λυπούμαστε ή χαιρόμαστε. Ποιο από τα στοιχεία της μουσικής μπορεί να καταφέρει κάτι τέτοιο;
Δεν είναι ένα μόνο στοιχείο ή μία ιδιότητα της μουσικής που επιτελεί αυτή τη διεργασία, αλλά ο συνδυασμός όλων αυτών. Και δεν έχει σημασία το αν κατανοούμε τους στίχους, διότι εδώ εξετάζουμε την μουσική ως «απόλυτη» όπως ορίσαμε προηγουμένως. Και πάλι όμως θα τονίσω ότι αυτό που προέχει είναι η αφαιρετική της φύση, για τους λόγους που σας ανέφερα πιο πριν και που δυστυχώς δεν μπορούν να αναλυθούν με λίγα λόγια εδώ, περιγράφονται όμως αναλυτικά στο βιβλίο μου.
Η φύση παράγει μουσική; Πώς θα ήταν μια ζωή δίχως μουσική;
Όχι, η φύση δεν παράγει μουσική. Οι ήχοι τους οποίους παράγει η φύση μπορεί να είναι μερικές φορές πολύ ευχάριστοι, όπως το κελάρυσμα των νερών, το κελάηδισμα των πουλιών, το θρόισμα των φύλλων κλπ., όμως δεν είναι ήχοι μουσικοί, διότι η μουσική, ως τέχνη, περιέχει και κάποια διανοητική επεξεργασία των δεδομένων της η οποία είναι αποτέλεσμα πνευματικής εργασίας του συνθέτη, κάτι που δεν μπορεί να το κάνει η φύση από μόνη της. Μια ζωή χωρίς μουσική θα ήταν σαφώς φτωχότερη. Θα έλειπε από αυτήν όλη εκείνη η αισθητική εμπειρία και απόλαυση που μας χαρίζει αυτή η τέχνη. Αν το συνειδητοποιήσουμε αυτό, θα μπορέσουμε ίσως να αντιληφθούμε το δράμα που έζησε ο Μπετόβεν, όπως και το ίδιο που έζησε ο Σμέτανα (ο συνθέτης του περίφημου Μολδάβα) ο οποίος και αυτός έχασε την ακοή του και τελικά τρελάθηκε.
Πόσο εύκολο είναι ο οποιοσδήποτε να μάθει μουσική, τι είδους ικανότητες θα πρέπει να έχει;
Πιστεύω πως το βασικό που χρειάζεται κανείς για να μάθει μουσική είναι η βαθιά, γνήσια και απέριττη αγάπη γι’ αυτήν. Διότι η πραγματική αγάπη για ό,τι και αν κάνουμε θα μας δώσει και τη δύναμη να το πλησιάσουμε, να το νιώσουμε να το μελετήσουμε, να το αναλύσουμε, να εμβαθύνουμε σ’ αυτό, να εργαστούμε και να αναπτύξουμε τη δική μας δημιουργικότητα. Οι αναγκαίες ικανότητες αναπτύσσονται με την επιμελημένη και, αν απαιτείται, σκληρή εργασία.
Πως προέκυψε η συγγραφή στη ζωή σας; Τι σημαίνει για εσάς, η διαδικασία της γραφής;
Δεν έχω γράψει πολλά βιβλία. Δεν έχω ασχοληθεί συστηματικά με τη συγγραφή κειμένων. Παρ’ όλα αυτά αισθάνομαι και μπορώ άφοβα να πω ότι το γράψιμο προέρχεται από μια αυθόρμητη ανάγκη να εκφράσουμε τον εσωτερικό μας κόσμο και να φέρουμε στην επιφάνεια βαθιά ψυχικά βιώματα, κάτι που οδηγεί σε μια λύτρωση που δίνει χαρά και νόημα στη ζωή. Βέβαια, για να φτάσει κανείς σ’ αυτό σημείο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρέπει να εργαστεί σκληρά, κάτι που, όσο κι αν κουράζει, στο τέλος χαρίζει γνήσια πνευματική ικανοποίηση. Τα ίδια ακριβώς λόγια θα μπορούσα να πω και για τη μουσική σύνθεση, δηλαδή το γράψιμο όχι κειμένων αλλά μουσικής. Καθώς έχω γράψει αρκετές μικρές συνθέσεις, μπορώ να το πω αυτό με βεβαιότητα, βασιζόμενος όχι μόνο στις εκμυστηρεύσεις των μεγάλων μουσουργών αλλά και στην προσωπική μου εμπειρία.
Ποιες είναι οι επιλογές σας ως αναγνώστης;
Μου αρέσει να διαβάζω βιβλία η, γενικώς, κείμενα σχετικά με τα ενδιαφέροντά μου, τα οποία, εκτός από τη μουσική και γενικότερα τις τέχνες, περιλαμβάνουν και θέματα φιλοσοφικά καθώς και επιστημονικά, καθότι οι σπουδές μου και η επαγγελματική μου ζωή στηρίχθηκαν στη φυσική και τα μαθηματικά. Όμως απολαμβάνω και ελαφρότερα αναγνώσματα, όπως περιπετειώδη διηγήματα ή μυθιστορήματα, όταν αποζητώ την ξεκούραση.
Ετοιμάζετε κάτι για το μέλλον;
Όχι, προς το παρόν, όσον αφορά τη συγγραφή, χωρίς να αποκλείω το να ασχοληθώ κάποια στιγμή, αργότερα. Αυτό τον καιρό με απασχολεί περισσότερο το να συνεργαστώ με φίλους μουσικούς για οργανώσουμε κάποια ή κάποιες συναυλίες. Να περάσω δηλαδή «από τη θεωρία στην πράξη»!



































Πρόσκληση φίλων