Γράφει: Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη
Το φωτορεπορτάζ.
Το βιβλίο «Εγώ, ο Σίμος Σιμεών».
Ο συγγραφέας Γιάννης Ξανθούλης.
Οι Εκδόσεις Διόπτρα.
Ο Γιάννης Ξανθούλης έχει επισκεφτεί πολλές φορές τη Κατερίνη και έχει παρουσιάσει τα περισσότερα βιβλία του στο βιβλιοπωλείο Νέστωρ. Έτσι και το βροχερό απόγευμα της 22ας Μαρτίου ήρθε να μας συστήσει τον «Σίμο Σιμεών», το νέο του βιβλίο από τις εκδόσεις Διόπτρα. Το αναγνωστικό κοινό που αγαπά τον ίδιο μα και έχει λατρέψει τα βιβλία του, δεν πτοήθηκε από τη κακοκαιρία και γέμισε το βιβλιοπωλείο για να τον απολαύσει ακόμη μια φορά. Η ιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείου Δέσποινα Νέστωρα καλωσόρισε το κοινό, το συγγραφέα που του έδωσε αμέσως το λόγο.
Τον απολαύσαμε. Χείμαρρος όπως πάντα, με το πηγαίο έξυπνο χιούμορ του, μας έκανε να γελάσουμε με τη ψυχή μας. Όλοι μας έχουμε ανάγκη το γέλιο. Όπως είπε και ο ίδιος, το βιβλίο διαβάζεται. Στις παρουσιάσεις του αρέσει να μιλά για τα γεγονότα που τον οδήγησαν να γράψει το βιβλίο. Είχε τόσα πολλά να μας πει που οι περισσότεροι αναγνώστες ευχαρίστως θα καθόταν ώρες να τον ακούν. Μας μίλησε για τον ήρωα του, τον Σίμο τον Σιμεών, τον 11χρονο ήρωα που σε πολλά από τα βιβλία του αυτή την ηλικία τη συναντούμε συχνά. Η ηλικία των 11 χρονών είναι η ηλικία της ασφάλειας, είναι πριν την εφηβεία που ο συγγραφέας δικαιολόγησε με χιούμορ με δικά του αυτοβιογραφικά γεγονότα.
Η ιστορία ξεκινά μια Σαρακοστή και καταλήγει τον Ιούλιο του 1964. Τα ιστορικά γεγονότα της εποχής εκείνης όπου υπάρχουν οι βασιλιάδες, πρώην και επόμενοι, ο Γιώργος Παπανδρέου που βγήκε με μεγάλο ποσοστό για δεύτερη φορά, που δεν τον συμπαθούσε αλλά τον αγάπησε επειδή παντρεύτηκε τη Κυβέλη θυμίζοντας μας παραστάσεις της. Τόπος που εκτυλίσσεται το μυθιστόρημα είναι η Χαλκόπολη, φανταστική πόλη του συγγραφέα, που όπως χαριτολογώντας είπε, ήθελε να θυμίζει μετάλλευμα. Όπως Σιδηρόκαστρο, Χαλκιδική, Χάλκη, Χρυσούπολη, Αργυρούπολη… Η Χαλκόπολη είναι μια εσωτερική πόλη, στην Ανατολική Μακεδονία, κάτω από το Παγγαίο, χωρίς να το αναφέρει στο βιβλίο. Εκεί ήθελε να ζήσει ο ήρωας του. Ο ήρωας του, ο Σίμος ήταν ένα παιδί πολύ έξυπνο, που ήθελε να διαβάζει τα πάντα. Ξεκοκάλιζε ότι έβρισκε. Αλλά δεν είχε κανένα να τον στηρίξει. Η μάνα αλλοπαρμένη, ο πατέρας δεν υπήρχε στο μεγάλωμα του. Το αναγνώρισε μέσα από τη κοιλιά της μάνας του και μετά χάθηκε.
Ο Σίμος μεγάλωσε με μια μάνα που δεν έκανε τίποτε για το γιο της. Προς τη μόρφωση δηλαδή γιατί σε όλα τα άλλα τον πρόσεχε πάρα πολύ. Κι όλη η οικογένεια. Οι τρεις αδελφές και οι γαμπροί. Μας είπε γιατί έβαλε το νεκροταφείο μέσα στο μυθιστόρημα, για τα ορφανά των βιβλίων, για το θέατρο, τη μεγάλη του αγάπη, για τις τρικλοποδιές που έβρισκε μπροστά ο ήρωας του. Το νεκροταφείο ήταν ο χώρος όπου σύχναζε ο Σίμος Σιμεών μα και ο συγγραφέας. Ο πρώτος για ηρεμία και ο συγγραφέας για να μάθει αφαίρεση από τις ημερομηνίες των νεκρών…. Για τη θεία του Συμεών, τη Δέσποινα που ήταν το πιο τραγικό πρόσωπο του μυθιστορήματος. Το πάρα πολύ γέλιο «έπεσε» στο φλιτζάνι που διάβαζε η μάνα του Σιμεών στις πλούσιες κυρίες των καπνεμπόρων. Για την εποχή που η περιοχή έσφυζε από καπνά και οι μεγαλοαστοί ζούσαν πλουσιοπάροχα. Πού οι κυρίες των καπνεμπόρων φορούσαν γούνες, μια έδωσαν στη μάνα του Σίμου και μάθαιναν για το μέλλον. Όπως και για τα ρούχα που έστελναν από την Αμερική. Εκεί ενδιάμεσα «έμπαιναν» οι προσωπικές ιστορίες του συγγραφέα… Στις περισσότερες στιγμές του Σίμου «υπήρχε» ο Γιάννης Ξανθούλης. Για τα δώρα από την Αμερική, το ραδιόφωνο, για το θάνατο του παππού που περίμενε την εκφωνήτρια του ραδιοφώνου στο παγωμένο δωμάτιο.
Μας μίλησε ακόμη για τις δημοτικές εκλογές στη Χαλκόπολη που ήταν οι τελευταίες. Οι επόμενες έγιναν μετά από 10 χρόνια. Υποψήφιος δήμαρχος ήταν ο γιατρός Αλατάς ο οποίος εγκαινίασε το νέο νεκροταφείο. Το πρώτο γέμισε από του γιατρού που ήταν πελάτες του. Η μάνα του Σιμεών όταν πέθανε ήταν στα εγκαίνια του νέου νεκροταφείου. Έπαιζε η μπάντα τα λυπητερά για τη κηδεία και μετά χαρούμενα εμβατήρια για τα εγκαίνια. Οι ιστορίες από τα παιδικά του χρόνια ατέλειωτες. Πώς χώρεσε η Αμερική, το ραδιόφωνο, τα παγωμένα δωμάτια του σπιτιού, ο θάνατος του παππού στο παγωμένο δωμάτιο μόνο αυτός ξέρει. Οι ιστορίες από τα παιδικά του χρόνια ήταν ατέλειωτες κι όποιος δεν είχε διαβάσει το βιβλίο του σίγουρα δεν ήξερε τι θα διαβάσει . Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς. Για τα γεγονότα του 64 που από τη καθαρεύουσα πήγαμε στη δημοτική; Για τον Μάνο Χατζιδάκι και το πολιτιστικό γίγνεσθαι της Αθήνας; Για τον Σίμο Σιμεών που όλα ήταν πρωτόγνωρα; Για τη μουσική παράδοση της Θράκης που δεν γνώριζε γιατί όλοι άκουγαν ευρωπαική μουσική ή τσιφτετέλια; Για τα λαμέ ρούχα που ερχόταν από την Αμερική, τις οδοντόκρεμες, τις κονσέρβες και τις άσπρες κάλτσες; Για τη βαλίτσα που ήρθε ως δώρο από το θείο και γι’ αυτόν συμβόλιζε τη φυγή; Για τη Θεσσαλονίκη όπου γνώρισε τον πατέρα του που συζούσε με μια καλλιτέχνιδα; Και μετά ήρθε ένα μεγάλο κενό. Από τα 11 του χρόνια τον βρίσκουμε 60 χρόνων χωρίς να θυμάται τίποτε από το παρελθόν. Άνοια; Ήθελε να προστατεύσει τις μνήμες; Αυτό θα το ανακαλύψετε στο αναγνωστικό ταξίδι του ήρωα του, Σίμου Σιμεών. Ο λαλίστατος Γιάννης Ξανθούλης όταν ήρθε η ώρα να τελειώσει τη παρουσίαση, θυμήθηκε μια κουβέντα της μητέρας του που μου άρεσε «Εσύ δυο νεκρούς ξημερώνεις».
«Ο Σίμος έσκισε την ήδη μισοδιαλυμένη κόλλα του διαγωνίσματος. Δεν αποζητούσε πια αναφορές ή φωτογραφίες για να καλύψει ότι του έλειπε. Όχι πια. Όσο για την ιστορία της ζωής του, ήξερε πώς πάντα κάποιοι θα αμφισβητούσαν το κύρος της, ακόμη κι αν τη γνώριζε εξαρχής. Έτσι κι αλλιώς, η ιστορία που διηγούμαστε για τη ζωή μας στους άλλους, στόχο έχει μόνο τον εαυτό μας………»





































Πρόσκληση φίλων