Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
 

Το Bookia αναζητά μόνιμους συνεργάτες σε κάθε πόλη τής χώρας για την ανάδειξη τής τοπικής δραστηριότητας σχετικά με το βιβλίο.

Γίνε συνεργάτης τού Bookia στη δημοσίευση...

- Ρεπορτάζ.
- Ειδήσεις.
- Αρθρογραφία.
- Κριτικές.
- Προτάσεις.

Επικοινωνήστε με το Bookia για τις λεπτομέρειες.
Παντελής Κάλλιας, μιλάει στην Λεύκη Σαραντινού για το «Ο Βαρδάρης Φύσαγε Λερός»
Διαφ.

Γράφει: Λεύκη Σαραντινού

Ο Παντελής Κάλλιας γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1979. Κατάγεται από την Καλή Βρύση Δράμας, ενώ μεγάλωσε και ζει στην Αλεξανδρούπολη. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες και έκανε μεταπτυχιακό στον τομέα Διεθνών Σπουδών της Νομικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Εργάζεται ως στέλεχος Οικονομικής Διεύθυνσης ενώ είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά. «Ο Βαρδάρης Φύσαγε Λερός» είναι το πρώτο του μυθιστόρημα και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή. Στο Bookia μας μίλησε γι’ αυτό, για την Ιστορία και για τα βιβλία γενικότερα.

Θα ήθελα να μας δώσετε μία περίληψη της υπόθεσης του βιβλίου σας.

Το βιβλίο εξελίσσεται σε δύο τόπους στη Θεσσαλονίκη της Γερμανικής κατοχής 1941-1943 και στην Αλεξανδρούπολη της Βουλγαρικής κατοχής την ίδια περίοδο. Τέσσερις νέοι, δύο Εβραιόπουλα στη Θεσσαλονίκη, η Αλέγρα και ο Αλμπέρτο, και δύο ντόπιοι  ψαράδες στην Αλεξανδρούπολη ο Λευτέρης και ο Δημήτρης, διαβιούν, αγωνίζονται και υπομένουν σε αυτές τις συνθήκες.

Ταυτόχρονα ενδιάμεσοι χαρακτήρες, όπως ο Μιχαέλ, πατέρας της Αλέγρα, ο Γιάννος φίλος του Αλμπέρτο, και ο Μουράτ γερόλυκός των θαλασσών της Θράκης, περιπλέκουν τις ιστορίες τους μαζί με τους κύριους πρωταγωνιστές της μυθοπλασίας.

Παράλληλο πρωταγωνιστικό ρόλο λαμβάνουν τα ιστορικά γεγονότα του Εβραϊκού πογκρόμ στη Θεσσαλονίκη, από το μαύρο Σάββατο της πλατείας Ελευθερίας, μέχρι τη σύληση του Εβραϊκού νεκροταφείου, και τη «τελική λύση» στα τρένα του θανάτου για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ενώ αντίστοιχα παρακολουθούμε και το πογκρόμ της περιοχής της Αλεξανδρούπολης.

Επιπλέον, σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του βιβλίου λαμβάνουν και οι δύο πόλεις, η Θεσσαλονίκη και η Αλεξανδρούπολη, καθώς χαρτογραφούνται λογοτεχνικά μέσα στο κείμενο.

«Ο Βαρδάρης Φύσαγε Λερός» είναι ένα βιβλίο, που πλέκει τον μύθο με την ιστορία, με τον αντιπολεμικό και αντιφασιστικό χαρακτήρα να ρέει σε όλο το κείμενο.

Το βιβλίο σας έχει πολλές αναφορές σε ιστορικά γεγονότα, τόπους και πρόσωπα. Πόσον καιρό κράτησε η έρευνά σας για τη συγγραφή; Προηγήθηκε αυτής ή γινόταν παράλληλα;

Η διαδικασία της έρευνας και της συγγραφής για μένα είναι παράλληλες διαδικασίες. Η συρραφή των λέξεων σε σειρά με λογοτεχνική χροιά, ράβεται βελόνα βελόνα, με κλωστή τα ιστορικά δεδομένα, τη γεωγραφία, την πολιτική και την πολιτισμική ανθρωπολογία της εποχής. Ο καθαρός χρόνος γραφής ήταν δύο χρόνια.

Περιγράφετε πραγματικά αριστοτεχνικά τη ζοφερή εικόνα της Θεσσαλονίκης της γερμανικής κατοχής. Δώστε μας και εδώ μία σύντομη περιγραφή της για τους αναγνώστες μας.

Από την πρώτη ημέρα που πάτησε η Γερμανική μπότα στη Θεσσαλονίκη, τον Απρίλη του 1941, ο Βαρδάρης κίνησε να φυσά λερός. Κάθε σκέψη κάθε όνειρο των κατοίκων πνίγηκε στον μηχανικό θόρυβο από τις ερπύστριες των τανκς.

Μια πολυπολιτισμική πόλη, η οποία έκανε τα πρώτα της βήματα, και την προσπάθεια να χωνέψει τα πλούσια ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στους πλακόστρωτους δρόμους της, από την επανάσταση των Νεότουρκων το 1908 με τα προστάγματα της Γαλλικής Επανάστασης, την είσοδο του Ελληνικού Στρατού το 1912, τη φωτιά του 1917 που κατέκαψε μεγάλο μέρος της, την έλευση των Μικρασιατών και Ποντίων του 1922, τα γεγονότα του 1936 με τη μέρα Μαγιού του Ρίτσου. Μια πόλη που δεχόταν ιστορία, πολιτισμούς και ανατροπές όσες δεν μπορούσε να επεξεργαστεί. Ίδιων των Βαλκανίων.

Το αποτύπωμα όλων των ανωτέρω, με το πέρασμα των χρόνων άφηνε, χρώματα, μουσικές, μυρωδιές και γεύσεις οι οποίες είτε συγκρούονταν είτε αντάμα διάβαιναν από τα στενοσόκακα της Μπάρας με τα αλέγκρο κορίτσια, μέχρι το πολύπαθο Κάμπελ, την περιοχή Κέδρινου λόφου, τη συνοικία Ουζιέλ, που σώζεται μέχρι σήμερα, και την πανέμορφη περιοχή των Εξοχών.

Η Θεσσαλονίκη, την περίοδο της κατοχής, ήταν σαν ένα μικρό παιδί που προσπαθούσε να καταλάβει τον κόσμο, να συνηθίσει την ιστορία της, το παρελθόν της, και να κάνει τους πρώτους στέρεους βηματισμούς της. Η Γερμανική κατοχή, την κατακρήμνισε. Γι αυτό κι ο ζόφος που εξέπεμψε ίσως ήταν πιο σκληρός από άλλες περιοχές. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι 50.000 Έλληνες Εβραίοι στοιβάχτηκαν στα τρένα του θανάτου δίχως αντίδραση από την υπόλοιπη πόλη. Η Θεσσαλονίκη τότε απαριθμούσε 200.000 κατοίκους. Η πόλη έχασε μέσα σε λίγες εβδομάδες το 1/4 του πληθυσμού της αλλά σιώπησε, κρύφτηκε στο καβούκι της και χρειάστηκε να περάσουν χρόνια πολλά για να μιλήσει γι αυτά, να αναδείξει τα γεγονότα και να κοιτάξει το μέλλον με νηφαλιότητα.

Στο βιβλίο σας νομίζω ότι ξεχωρίζει η μορφή του Μιχαέλ, του Εβραίου πατέρα της Αλέγρας, ενός ανθρώπου που ακροβατεί ανάμεσα στο ηθικό και το ανήθικο. Πόσο εύκολο ήταν, πιστεύετε, για κάποιον να μείνει ουδέτερος στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και να μην συνεργαστεί με τον κατακτητή, με τίμημα όμως την επιβίωση του ίδιου και της οικογένειάς του;

Ο δοσιλογισμός την περίοδο της κατοχής είναι μια βαθιά πληγή στην ελληνική πολιτική ιστορία, δυσεπούλωτη. Ευτυχώς, τα τελευταία χρόνια έχουν εκδοθεί πλούσιες ιστορικές μελέτες που αναδεικνύουν το ζήτημα, όχι όμως για να ανάψουν το φιτίλι της διαμάχης και της διαφωνίας, αλλά για να καταγράψουν και να μεταδώσουν την ιστορική αλήθεια. Η ωριμότητα μιας κοινωνίας κρίνεται από το πόσο είναι ικανή να αντιμετωπίσει τις πληγές του παρελθόντος.

Τώρα, όσον αφορά τον Μιχαέλ, είναι μια φυσιογνωμία μέσα στον κόσμο του Βαρδάρη που δίχασε.

Άλλωστε, προσωπικά για εμένα η πεμπτουσία της λογοτεχνίας, είναι να θέτει ερωτήματα για προβληματισμό, για σκέψη, για ταύτιση ή μη με τους ήρωες και όχι να λαμβάνει διδακτικό ρόλο, δίνοντας απαντήσεις. Αυτό προσπάθησα να κάνω και με τον Μιχαέλ.

Οι περισσότεροι συγγραφείς που γράφουν για τη Θεσσαλονίκη επιλέγουν να γράψουν για την πόλη όπως ήταν κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Γιατί εσείς επιλέξατε τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο;

Από την πρώτη στιγμή που το μολύβι μου συνάντησε το χαρτί, σχηματικά μιλώντας, ήθελα να καταγράψω και να περιλάβω στη μυθοπλασία μου τα γεγονότα της Πλατείας Ελευθερίας και γενικότερα το Εβραϊκό Πογκρόμ της Θεσσαλονίκης. Κι αυτό προέρχεται από ένα προσωπικό μου βίωμα, για τη λήθη της ιστορίας. Θυμίζω ότι ένα τόσο ιστορικό σημείο της πόλης ακόμα και σήμερα που μιλάμε είναι ένας κοινός σταθμός αυτοκινήτων. Ένα πάρκινγκ. Η Θεσσαλονίκη σαν πόλη είχε μια σκοτεινή μνήμη. Γεγονότα που είχαν συμβεί, μείναν για χρόνια κλειδαμπαρωμένα στο χρονοντούλαπό της ιστορίας, μέχρι να έρθει ο Mazaower, o Μπουτάρης και άλλοι εμπνευσμένοι άνθρωποι, ώστε να θέσουν την ιστορία της πόλης στη σωστή της βάση. Να μιλήσουμε γι αυτή, να την αναδείξουμε να απαγκιστρωθούμε από τη λήθη. «Εθνικό είναι το αληθές» έχει γραφτεί ότι ανέφερε ο Διονύσιος Σολωμός.

Οπότε για μένα ήταν αναπόφευκτο να ασχοληθώ με αυτή την περίοδο.

Στο βιβλίο σας παρουσιάζετε δύο ψαράδες από την Αλεξανδρούπολη να βοηθούν τους Εβραίους πρωταγωνιστές να ξεφύγουν από τους Γερμανούς. Πράγματι, γίνονταν φυγαδεύσεις Εβραίων στην Τουρκία από τη Θράκη τότε, με απώτερο προορισμό την Παλαιστίνη;

Ιστορικά δεν έχω τα ακριβή τεκμήρια. Ωστόσο, υπάρχουν αναφορές ότι μια από τις εξόδους για τους Εβραίους της Βορείου Ελλάδος  ήταν τα παράλια της Θράκης,  χωρίς να είναι συγκεκριμένα η Μάκρη, ενώ αντίστοιχα γι αυτούς της Κεντρικής Ελλάδος ήταν τα παράλια της ηπειρωτικής Ελλάδος απέναντι από την Εύβοια.

Ωστόσο, το κλειδί για τη Μάκρη Αλεξανδρούπολης αποτέλεσε μια αναφορά σε ένα βιβλίο το οποίο αποτέλεσε έμπνευση και τεράστια επιρροή για τον κόσμο του Βαρδάρη. Ήταν το βιβλίο του Ισίδωρου Ζουργού «Λίγες και μία Νύχτες». Σε μια αποστροφή της εξιστόρησης, ο Ισίδωρος, αναφέρει ότι οι Εβραίοι φεύγουν είτε από τη Μάκρη στην Αλεξανδρούπολη είτε από το λιμάνι του Αγίου Κωνσταντίνου στη Στερεά Ελλάδα. Η αναφορά αυτή ήταν η θρυαλλίδα που άναψε μέσα μου για να φτιάξω τον κόσμο του Βαρδάρη και να ενώσω τις δύο πόλεις.

Πώς είναι για έναν συγγραφέα η ζωή στην ακριτική Αλεξανδρούπολη; Έχει ως συγγραφέας, πιστεύετε, τις ίδιες ευκαιρίες με κάποιον που ζει στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη;

Η τεχνολογία έχει εκμηδενίσει τις αποστάσεις οπότε θεωρώ ότι δεν είναι πλέον ένας παράγοντας που δυσχεραίνει τη ζωή συγγραφέα. Το μόνο που μου λείπει θα έλεγα είναι η διαρκής συναναστροφή με ομότεχνους, η παρακολούθηση των μεγάλων εκθέσεων και παρουσιάσεων. Άλλωστε έχουμε δει συγγραφείς να αναδεικνύονται τόσο όντας μακριά από τα κέντρα, τόσο από την επαρχία όσο και από το εξωτερικό.

Πείτε μας δυο λόγια για τις αναγνωστικές προτιμήσεις σας.

Το γράψιμο θεωρώ ότι είναι μια απάντηση στο διάβασμα που κάνουμε, οπότε οι αναγνωστικές μου προτιμήσεις κινούνται στο πεδίο του ιστορικού μυθιστορήματος, ή και γενικότερα σε αναγνώσματα που κινούνται γύρω από την ιστορία, την πολιτική, την οικονομία, που μπορεί να μην είναι και μυθιστορήματα. Ωστόσο, το πεδίο του ιστορικού μυθιστορήματος είναι ένα αρκετά παρεξηγημένο πεδίο, όχι άδικα ίσως, καθώς πολλές φορές γίνεται κατάχρηση των ιστορικών δεδομένων, ή ακόμα χειρότερα, πλημμελής ή και ελλιπή έρευνα. Δυστυχώς, η ελληνική και η παγκόσμια λογοτεχνία βρίθει από κακογραμμένα best seller με ιστορική επίφαση και μέτρια ρομάντζα με ιστορικές ανακρίβειες. Γενικότερα, από τα αναγνώσματά μου προτιμώ να απορρέουν προβληματισμοί, ερωτήματα, σκέψεις που να έχουν κοινωνικό πρόσημο, εστιάζοντας στην ιστορία, την πολιτική και την οικονομία. Η γνώση του παρελθόντος αποτελεί οδηγό για το μέλλον.

 
 
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα