Γράφει: Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη
Η ποίηση ως ράγισμα, ως ράψιμο, ως κραυγή και καθρέφτης
Η Μαριάννα Νικολάου, με την ποιητική της συλλογή «Εκ γυναικός», με λόγο αιχμηρό και τρυφερό, χιουμοριστικό και σπαρακτικό, καταγράφει την ορατότητα του αθέατου, του ιδιωτικού, του καθημερινού που γίνεται πολιτικό. Η γλώσσα είναι ένα από τα πιο δυνατά σημεία της συλλογής. Δε φοβάται να αφήσει τον στίχο να παγώσει ή να ξεχειλίσει. Δεν είναι απλώς μια φωνή· είναι χορός φωνών, ρωγμών και ρυθμών που διασχίζουν το γυναικείο βίωμα από τη σάρκα ως τη σιωπή και από την τραγωδία ως το χιούμορ.
Στο Εκ γυναικός, η Μαριάννα Νικολάου δε γράφει για τις γυναίκες· γράφει από τη γυναίκα, μέσα από το σώμα της, τη σιωπή της, την ανάμνηση και τη φωνή της. Η συλλογή συγκροτείται ως σπονδυλική στήλη: θραύσματα, παραβολές, φωτογραφίες και θεολογικά αντίγραφα που πάλλονται από σωματικότητα, τόλμη και τρυφερότητα. Χωρίζοντας την ποιητική της αφήγηση σε έξι ενότητες (Θέατρο Σκιών, Ανήρ, Θεολογία, Φωτογραφίες, Θήλυ, Σπόνδυλοι), η Νικολάου συνθέτει έναν ποιητικό σκελετό που κινείται με παλμούς βαθιάς προσωπικής και συλλογικής μνήμης.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί, η Μαριάννα Νικολάου μάς ξεναγεί στο εργαστήρι της γραφής της, στα σώματα των στίχων της και στη ρωγμή από την οποία αναβλύζει φως.
Πώς γεννήθηκε η ανάγκη για το «Εκ γυναικός»; Υπήρξε κάποιο προσωπικό ή κοινωνικό γεγονός που αποτέλεσε το πρώτο σπίρτο;
Τα περισσότερα ποιήματα που αποτελούν το «Εκ γυναικός» γεννήθηκαν ως απλές σημειώσεις εν είδει journal κατά τη διάρκεια της εποχής του Κορονοϊού, τις στιγμές του εγκλεισμού και της ενδοσκόπησης, μια περίοδο βαθιάς προσωπικής δουλειάς. Αποτέλεσαν ασυνείδητα μια μορφή θεραπείας, παράλληλα με την ψυχοθεραπευτική διαδικασία. Γράφτηκαν σε χαρτάκια και τετράδια παραχωμένα εδώ κι εκεί, στα σκοτάδια και τα συρτάρια, αλλά και δίπλα στη θάλασσα, μετά το τρέξιμο ή τον περίπατο στη φύση που ήταν ένα εξιλεωτικό βάλσαμο. Αυτά τα θραύσματα συνάχθηκαν και επιμελήθηκαν για πολύ πολύ καιρό, ξανά και ξανά και ενώθηκαν με παλιότερες γραφές για να συνθέσουν ένα σώμα που διαγράφει μια πορεία στον χρόνο.
Το γυναικείο σώμα εμφανίζεται ως τόπος μνήμης, αντίστασης, μητρότητας, φθοράς και απόλαυσης. Πώς προσεγγίζετε τη σωματικότητα στην ποίηση;
Χαίρομαι ιδιαίτερα που γίνεται αντιληπτή αυτή η οπτική την οποία ωστόσο δεν επεδίωξα συνειδητά κατά την περίοδο της γραφής. Έγραφα ως όλον. Γράφω ως όλον. Η φύση των ποιημάτων αυτών και όλης της ποιητικής συνείδησης που τελικά διαμόρφωσα μέσα στα περίπου τέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν από τα πρωτόλεια ποιήματα μέχρι την έκδοση, είναι βαθιά προσωπική. Μια κατάδυση στην ψυχή που συνδέεται με το σώμα, το θεραπεύει, το φροντίζει, το αντικατοπτρίζει.
Πόσο δύσκολο ή απελευθερωτικό είναι να γράφει κανείς ποιητικά για το βίωμα της μητρότητας, της αιμορραγίας, του θηλασμού, της απώλειας;
Είναι πρωτίστως μια ανάγκη, ένα κιτ πρώτων βοηθειών, μια σανίδα σωτηρίας. Έπειτα, ναι, έρχεται η απελευθέρωση, όχι χωρίς ενδοιασμούς ή αυτόματους μηχανισμούς λογοκρισίας με τους οποίους αναμετράται κανείς και αντιπαλεύει. Υπήρχαν ποιήματα και λέξεις και εκφράσεις τις οποίες κοιτούσα στο τελικό σώμα του βιβλίου ξανά και ξανά προσπαθώντας να αποφασίσω αν έπρεπε να κρατήσω ή να μεταλλάξω σε πιο “αξιοπρεπείς”.
Η συλλογή σας είναι χωρισμένη σε έξι ενότητες. Ποια είναι η λογική ή η συναισθηματική διαδρομή που τις ενώνει;
Κάθε μία από τις ενότητες αποτυπώνει και μια πλευρά τις γυναικείας φύσης και δημιουργικότητας. Ως εκ τούτου το σύνολο αποσκοπεί να αποδώσει την ανθρώπινη κατάσταση ολιστικά μέσα από τη σχέση μας με τον εαυτό και τις σκιές μας, τις διαπροσωπικές μας σχέσεις με τους προπάτορες, τους εραστές και τα παιδιά μας, τη μητέρα Γη, το Θείο, την εσωτερική μας δημιουργική φλόγα. Παράλληλα, η συλλογή διαπραγματεύεται συλλογικά και κοινωνικά θέματα που μας αφορούν όλους και όλες, όπως η πατριαρχία, ο εκατέρωθεν μισογυνισμός και η θέση της σύγχρονης γυναίκας μέσα σε μια τέτοια συνθήκη. Η ανάγκη αυτο-ενδυνάμωσης και αφύπνισης που γέννησε τα περισσότερα ποιήματα της συλλογής, διατρέχει όλο το «Εκ γυναικός» και ευελπιστεί να λειτουργήσει το ίδιο εξιλεωτικά και για τις αναγνώστριες και τους αναγνώστες.
Υπάρχουν ποιήματα που γράφτηκαν με σιωπή και άλλα με οργή; Πώς επηρεάζει το συναίσθημα τον τρόπο γραφής;
Αν πρέπει να κάνω μια καταγραφή της συγγραφικής διαδικασίας και να ανοίξω το εργαστήρι μου, θα έλεγα ότι το συναίσθημα είναι η αρχή. Είναι η σπίθα που γεννά την ανάγκη για δημιουργία. Οποιοδήποτε συναίσθημα, θετικό ή γεμάτο δυσφορία και αμηχανία, που πηγάζει από ένα βίωμα προσωπικό, συλλογικό ή και δανεικό, μέσω της ενσυναίσθησης που διακατέχει ιδιαίτερα τους συγγραφείς, μπορεί να αποτελέσει αφόρμηση για συγγραφή. Το συναίσθημα συνδέεται μετωνυμικά και μεταφορικά με μια ρεαλιστική εικόνα που φαίνεται να αποτυπώνει τόσο αποτελεσματικά την αίσθηση του συναισθήματος που, στη δική μου τουλάχιστον περίπτωση, η ψυχή μου γεμίζει με ανατριχιαστική ευεξία. Όταν η ρεαλιστική αυτή εικόνα αποτυπωθεί με λέξεις, έχω τους πρώτους στίχους του ποιήματος πάνω στους οποίους χτίζω την υπόλοιπη κατασκευή.
Στην ενότητα "Θεολογία", η Παναγία απογυμνώνεται από τον άσαρκο, υπερβατικό της ρόλο και επανέρχεται ως μάνα, σώμα και εμπειρία. Τι σημαίνει για εσάς αυτή η αποκαθήλωση; Είναι μια πράξη πίστης, αμφισβήτησης ή και τα δύο;
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι εντοπίσατε τη φιγούρα της Παναγίας στην ενότητα αυτή όπου απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στη Χριστιανική πίστη. Προέρχομαι από βαθιά θρησκευόμενη οικογένεια. Ωστόσο, στη συλλογή αυτή επεδίωξα την εξερεύνηση της πνευματικότητας σε μια αρχέγονη βιωματική και καθαρά προσωπική και αυθεντική θεολογία όπου το γυναικείο στοιχείο είναι απαλλαγμένο από στερεότυπα του δυτικού πολιτισμού. Θέλησα να συνδεθώ με μια εσωτερική όσο και γήινη θεϊκή οντότητα και να αποδώσω τις ιδιότητες που συνήθως αποδίδονται στο θείο, σε απλές γυναίκες που με καθόρισαν, όπως η γιαγιά μου η Φώτω στην οποία είναι αφιερωμένη η συλλογή, ή ακόμα και σε πλευρές της ίδιας της δικής μου προσωπικότητας που, όπως σε όλους τους ανθρώπους, κρύβουν μια ανώτερη εκδοχή μας.
Ήταν μια πράξη συνειδητής κάθαρσης της γυναικείας φύσης από την παραδοσιακή πατριαρχική βιωμένη μιαρότητα ιδιαίτερα στον χώρο της θρησκείας. Ήταν ένα παιχνίδι, μια ταλάντευση ανάμεσα στη μιαρότητα και την ιερότητα του γυναικείου. Αυτό το παιχνίδι αποτυπώνεται και στον τίτλο “Εκ Γυναικός”, θραύσμα από την “αυθάδη” (όπως θεωρήθηκε) απάντηση της Κασσιανής “Και εκ γυναικός τα κρείττω” στον αυτοκράτορα Θεόφιλο που την προκάλεσε με τη ρήση “Εκ γυναικός τα χείρω”. Κάπου εκεί ανάμεσα στα καλύτερα και τα χειρότερα, στην ιεροποίηση και το μίασμα, στην ανάγκη να βλέπουμε τις γυναίκες είτε ως Παναγίες είτε ως πόρνες, ζουν και αναπνέουν οι αληθινές, αιμάτινες και σάρκινες καθημερινές γυναίκες. Σε αυτές θέλησα να δώσω φωνή.
Στην ενότητα Φωτογραφίες, η μνήμη δεν είναι απλώς ανάκληση αλλά σωματική εμπειρία – τρέμει, αιμορραγεί, γελάει. Και στους Σπονδύλους, το ποίημα γίνεται στήριγμα, σώζει. Πιστεύετε ότι η ποίηση μπορεί να λειτουργήσει ως σύστημα επιβίωσης; Και τι σώζει κάθε φορά που γράφετε ή που μιλάτε;
Για μένα είναι σίγουρα σύστημα επιβίωσης αλλά και τρόπος ζωής. Έχει μάλιστα διττή λειτουργία, είναι βαλβίδα αποσυμπίεσης και ταυτόχρονα συσκευή αποθήκευσης. Όπως ακριβώς στις ενότητες που αναφέρετε, στις Φωτογραφίες καταγράφονται στιγμές άλλων γυναικών, στην ποίηση βρίσκω και αυτήν την εξομολογητική καταγραφική και φωτογραφική εμπειρία στιγμών. Από την άλλη, όπως αποτυπώνεται στην ενότητα Σπόνδυλοι, η ποίηση αποσυμπιέζει, αποκωδικοποιεί και διασκεδάζει την πραγματικότητα.
Το Εκ γυναικός είναι ένα έργο που δεν διστάζει να είναι σκληρό, υμνητικό, βαθιά σωματικό. Δεν είναι γυναικεία ποίηση με τη συμβατική έννοια. Είναι ποίηση ανθρώπινη, με τόλμη και αντίσταση. Τι ρόλο παίζει το σώμα στη γλώσσα σας;
Δεν είχα ποτέ καλή σχέση με το φυσικό μου σώμα. Ήμουν άδικη και επικριτική απέναντί του. Επεδίωξα να αγγίξω το ευαίσθητο αυτό θέμα για μένα, να μην το αφήσω στη σκιά μου, να το αναδείξω, να το φωτίσω, να το αποσυνθέσω και να το επανασυνθέσω μέσω της ποίησης σε κάτι νέο, μια νέα σχέση. Πράγματι, η ποιητική γλώσσα έγινε ο καλύτερος διαμεσολαβητής ώστε να συνδεθεί ο εγκεφαλικός μου χαρακτήρας με τον υλικό, σωματικό μου κόσμο.
Καθώς προχωρούσε η συγγραφή παράλληλα με τη σωματική ψυχοθεραπευτική διαδικασία που επέλεξα, στην περίοδο μάλιστα που έγινα μητέρα για δεύτερη φορά, χτίστηκε και εξακολουθεί να χτίζεται μια σχέση αγάπης και σεβασμού, για όσα το δόλιο το σώμα κατορθώνει ακόμα κι όταν εμείς το κακομεταχειριζόμαστε ή δεν το ακούμε, δεν το φροντίζουμε όπως του πρέπει, για όσα βιώνει και σιωπά, για όσα το τραυματίζουν.
Η ποίησή σας μοιάζει με σώμα που μιλά, με μήτρα που πάλλεται από μνήμη και πληγή. Είναι η ποίηση ένας τρόπος να ‘ραφτεί’ αυτό που έχει ξηλωθεί;
Σαφέστατα. Το αυτοαναφορικό ποίημα “Ξεγραφέας” μιλά ακριβώς για αυτό: τη δύναμη της γραφής να επουλώνει πληγές και την ίδια στιγμή σαν αρχαιολογική σκαπάνη να ανασυνθέτει τα κομμάτια ενός ψυχοσωματικού παζλ. “VII Στριφογυριστή σκάλα της μνήμης πορφυρή XI Καρδιές και σπλήνες αρχαιολόγος σκαλίζει” Είχα θυμάμαι επισκεφτεί το σπίτι του Freud στη Βιέννη παλιότερα και μου είχε κάνει εντύπωση η αγάπη του για την αρχαιολογία.
Το γραφείο του ήταν γεμάτο με αγαλματίδια και αρχαιολογικά ευρήματα που είχε καταφέρει να συλλέξει. Επινόησε μάλιστα τις μεθόδους του μέσα από μια αναλογία μεταξύ της αρχαιολογίας και της ψυχολογίας: όπως η σκαπάνη ανακαλύπτει το ιστορικό παρελθόν, έτσι η ψυχολογία σκάβει την ανθρώπινη ψυχή. Δε θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη αναλογία για μένα αναφορικά με την ποίηση.
Μετά το «Εκ γυναικός», τι αναζητάτε ποιητικά; Υπάρχει κάποια νέα θεματική ή μορφή που σας καλεί; Ή μήπως αφήνεστε να σας βρει εκείνη;
Τα χαρτιά μου είναι πάντα ανοιχτά, τα τετράδια και οι σημειώσεις δεν τελειώνουν ποτέ. Όταν ολοκληρώθηκε το υλικό προς έκδοση, είχα ήδη μπει σε μια νέα συγγραφική εποχή πιο συνειδητοποιημένη, πιο ξεκάθαρη σε σχέση με τη θέση που θέλω να κρατώ απέναντι στα πράγματα. Θεματικά επίσης έκλεισε ένας κύκλος και άνοιξε ένας άλλος που βρίσκεται εδώ και καιρό σε εξέλιξη.
Η ποίησή της ανοίγει στόματα, σώζει γυναίκες, δονεί μνήμες κι αυτό δεν είναι μικρό πράγμα. Ας μείνει λοιπόν η φωνή της να πάλλεται εκεί που τόσες φορές βασίλεψε η σιωπή. Ευχαριστώ για την κουβέντα μας κυρία Νικολάου και σας εύχομαι η ποιητική συλλογή να είναι καλοτάξιδη.
Είδε στο δρόμο του μια πέτρα
Ήταν μια πέτρα μαύρη, λεία, στρογγυλή
Χρόνια περίμενε στου δρόμου την άκρη ένα πόδι να τη σπρώξει
...
Ώσπου έβγαλε ρίζες, φύτρες και βολβό
Πήγε ν' ανθίσει
Τότε βρέθηκε το πόδι του να την κλωτσήσει
Κύλησε παρακάτω
Κι έμεινε εκεί για χρόνους δέκα
Έβγαλε πόδια, στήθη, χείλη
Έγινε γυναίκα


































Πρόσκληση φίλων