Γράφει: Παναγιώτης Σιδηρόπουλος
Ολόκληρο το φωτορεπορτάζ σε άλμπουμ τού Facebook.
Το βιβλίο «10ο επετειακό ημερολόγιο-ανεκδοτολόγιο του 2016. Ένα παιδί, ακόμα μετράει τ' άστρα».
Ο συγγραφέας Γιάννης Σερβετάς.
Οι εκδόσεις ΙΑΝΟΣ.
Η κωμωδία είναι σοβαρή υπόθεση και ο Γιάννης Σερβετάς το επιβεβαίωσε στην παρουσίαση του «10ου επετειακού ημερολόγιου - ανεκδοτολόγιου του 2016» με υπότιτλο, «Ένα παιδί, ακόμα μετράει τ' άστρα». Προσέξτε τον υπότιτλο, έχει σημασία η θέση του σημείου στίξης διότι θα είχε εντελώς διαφορετικό νόημα έτσι, «Ένα παιδί ακόμα, μετράει τ' άστρα»!
Ξεχωρίζει το εξώφυλλο, μία παραλλαγή έκδοσης του βιβλίου «Ένα παιδί μετράει τ' άστρα», του Μενέλαου Λουντέμη, με τον ίδιο το συγγραφέα Γιάννη Σερβετά στη θέση του παιδιού που ατενίζει τον έναστρο ουρανό.
Όπως γράφει ο συγγραφέας στο οπισθόφυλλο του βιβλίου «...Πάρτε το, είναι πολύ καλό. Και σας το λέω όχι επειδή είναι δικό μου, αλλά επειδή είναι δικό μας...», το έργο είναι ουσιαστικά συλλογική δουλειά, το απόσταγμα της επικοινωνίας του με φίλους, τηλεθεατές, ακροατές, όλη την προηγούμενη χρονιά. Επιλεγμένα κείμενα και συμβάντα από αυτή την επικοινωνία περιέχονται στις 400 σελίδες της έκδοσης.
Να πως περιγράφει ο συγγραφέας το βιβλίο του:
«...Ήταν 2007 όταν κυκλοφόρησε το πρώτο μου Ημερολόγιο. Ήταν καταπράσινο και στο εξώφυλλό του έγραφα: 1687+19% ΦΠΑ = 2007. Το είδα πρόσφατα, συγκινήθηκα και ένα δάκρυ κύλησε... Και κύλησε όχι γιατί είδα το πρώτο μου Ημερολόγιο αλλά γιατί θυμήθηκα ότι πριν 10 χρόνια είχαμε ΦΠΑ μόνο 19%.
Αυτό που κρατάτε στα χέρια σας και σκέφτεστε αν θα το αγοράσετε ή όχι, είναι το 10ο Ημερολόγιο που γράφω. Πάρτε το, είναι πολύ καλό. Και σας το λέω όχι επειδή είναι δικό μου, αλλά επειδή είναι δικό μας. Γιατί όλοι μαζί το γράφουμε στιγμή την στιγμή, λεπτό το λεπτό. Εγώ ακούω τις ιστορίες σας, τις σημειώνω και στο τέλος τις βάζω όλες μαζί σε αυτές τις 400 σελίδες μαζί με δικές μου ιστορίες, με ανέκδοτα και χαμόγελα από όλο τον κόσμο.
Να ευχαριστήσω θερμά τον "IANO" που τόσα χρόνια στέκεται "παλικάρι" δίπλα μου και μάλιστα σε πολύ δύσκολες οικονομικά εποχές. Να ευχαριστήσω εσάς. Όλους σας. Τι θα έκανα χωρίς εσάς. Εσάς που μου επιτρέπετε να είμαι εγώ. Σας οφείλω πάρα πολλά.
Αυτά. Πάμε να ζήσουμε ακόμα μία μαγική χρονιά. Από το 2004 ως σήμερα είχαμε 7 πρωθυπουργούς. Καραμανλή, Παπανδρέου, Παπαδήμα, Πικραμένο, Σαμαρά, Τσίπρα, Θάνου (για πρώτη φορά γυναίκα) και πάλι Τσίπρα, από το Σεπτέμβριο του 2015. Για να δούμε το 2016 πόσοι θα γίνουν;
Το Hμερολόγιο που κρατάτε στα χέρια σας το θεωρώ επετειακό γιατί είναι το 10ο και ζήτησα από ανθρώπους που εκτιμώ και αγαπώ ιδιαίτερα να γράψουν γι\' αυτό λίγα λόγια. Τους ευχαριστώ που ανταποκρίθηκαν με χαρά...»
Σε μία κατάμεστη αίθουσα, ο συγγραφέας και ηθοποιός, ακούραστος, ανέβασε μία ολοκληρωμένη παράσταση διάρκειας 2 ωρών συνδυάζοντας stand up comedy, αφήγηση και σκετς σε μία συνεχή επαφή με το κοινό του, διασκεδάζοντας αλλά και συγκινώντας, με την αρωγή του φίλου και συνεργάτη του, Βασίλη Δέλιου.
Εκμυστηρεύτηκε άγνωστες πτυχές της προετοιμασίας του βιβλίου αλλά και προσωπικές του στιγμές με την οικογένεια και τους φίλους του, άλλες διασκεδαστικές, άλλες συγκινητικές, όλες ενδεικτικές της στάσης ζωής του συγγραφέα, «Είμαι συλλέκτης στιγμών», είπε αργότερα και αυτές τις στιγμές καταγράφει, μεγεθύνει και αναδεικνύει με τη δουλειά του.
Αρχικά, μας γνώρισε με την οικογένειά του, «Για να καταλάβετε», όπως είπε, «γιατί υπάρχει αυτή η βλακεία στον εγκέφαλό μου». Δεν ξέρω κατά πόσο οι ιστορίες ήταν αληθινές αλλά από την «επιρροή» πάνω του και πάνω μας, θα μπορούσαν να είναι! Το αστείο ήταν καθημερινότητα στο σπίτι του, με τους γονείς του να αξιοποιούν κάθε ευκαιρία για να προκαλούν γέλιο, με πρωταγωνιστή τον πατέρα Βασίλη ο οποίος τους προκαλούσε γέλιο, ακόμα και μετά το θάνατό του! «Και στα πιο δύσκολα να γελάτε, να του δίνετε να καταλάβει, είναι το μόνο πράγμα που φοβάται το "κακό", όποιο και νάναι αυτό, είτε ασθένεια, είτε ο θάνατος», προέτρεψε τους θαμώνες στην αίθουσα.
«Το φετινό βιβλίο δεν ήταν να το γράψω», είπε ο κος Σερβετάς και συνέχισε εκμυστηρευόμενος την απόφασή του, «Έχουν συσσωρευτεί πολλά βιβλία τόσα χρόνια και αποφάσισα να ασχοληθώ με τις παρουσιάσεις γιατί με αυτές περνάμε καλά. Επιστρέφοντας στην Θεσσαλονίκη από μία παρουσίαση, τη βραδιά που εφαρμόστηκαν να capital controls, βρήκα την πόλη εντελώς μίζερη. Οι Θεσσσαλονικείς στις ουρές περίμεναν να πάρουν χρήματα από τα μηχανήματα. Έτσι, άρχισα να στήνομαι και εγώ καθημερινά για να παίρνω τα 60 €. Εκεί, ο κόσμος με ρωτούσε για να μάθει κάτι παραπάνω για την κατάσταση αλλά με ρωτούσε και για το βιβλίο, "Τι γίνεται; Σε ποιο μήνα είσαι;". Αποκορύφωμα ήταν η συνάντηση με τη Χρύσα, ταμία σε ένα μεγάλο κατάστημα η οποία μου είπε, "Έχω όλα τα βιβλία σας αλλά το φετινό το περιμένω με ανυπομονησία". "Γιατί;", τη ρώτησα. "Τι γιατί; Για να γελάσω", μου απάντησε. Αισθάνθηκα τόσο μικρός, τόσο αχάριστος, που γύρισα στο σπίτι και άρχισα να το γράφω. Πριν φύγω όμως είπα στη Χρύσα, "Αν θα το γράψω θα το γράψω εξ αιτίας σου και εκείνη γέλασε». Αυτή την ιστορία περιγράφει ο συγγραφέας στον πρόλογο του βιβλίου. «Το πρώτο μήνυμα που έλαβα αμέσως με την κυκλοφορία του βιβλίου ήταν από τη Χρύσα η οποία διάβασε τον πρόλογο και συγκινήθηκε», συμπλήρωσε ο συγγραφέας.
Παρόλο που είχε καθυστερήσει, το ημερολόγιο γράφτηκε πολύ γρήγορα διότι ο κος Σερβετάς, όπως είπε, συγκεντρώνει υλικό όλο το χρόνο. Υπήρξε όμως κάποια πίεση διότι είχε χαθεί πολύτιμος χρόνος. Ο Νίκος Πολυχρονόπουλος, ο εικονογράφος, φαίνεται να πιέστηκε περισσότερο, ο οποίος πήρε το υλικό ακόμα πιο αργά και έπρεπε να συμπληρώσει με σχέδια έναν μεγάλο αριθμό σελίδων. Σε αυτό το σημείο ο συγγραφέας έδειξε στο κοινό τα προσχέδια και την εξέλιξή τους ως το τελικό στάδιο.
Η περιγραφή της επιλογής του εξωφύλλου ήταν διασκεδαστική διότι ο συγγραφέας ζωντάνεψε το σκηνικό που είχε σκεφτεί αρχικά όπου ο ίδιος ως μάγος με την κατάλληλη ενδυμασία θα διάβαζε τη σκέψη του συνεργάτη του Βασίλη Δέλιου.
«Κάτι όμως με απασχολούσε, είχαμε ωραίο περιεχόμενο, ωραία σκίτσα, ωραία χρώματα και δεν ήθελα να το αδικήσω. Σε συζήτηση με την Ξένια, τη γραφίστρια στον ΙΑΝΟ, μου ανέφερε το εξώφυλλο του Λουντέμη. Ψάχνουμε στο Διαδίκτυο και βρίσκουμε το εξώφυλλο. Μόλις το είδα βούρκωσα. Επειδή όμως δεν μπορούσαμε να κάνουμε ακριβώς το ίδιο, το έστειλα στον Πολυχρονόπουλο ο οποίος σχεδίασε το εξώφυλλο που βλέπετε στο βιβλίο».
Σύστησε στη συνέχεια το Βασίλη Δέλιο, φίλο και συνεργάτη του με τον οποίο έστησε ένα διάλογο με κεντρικό θέμα τα αγγλικά, την προφορά τους αλλά και τη συμπεριφορά των Άγγλων. «Με το Βασίλη γνωριστήκαμε σε ένα μπαρ που είχα στη Θεσσαλονίκη, λέγαμε ανέκδοτα ο ένας στον άλλο και αυτά μας ένωσαν. Από τότε, το 1474 ή 1478, δεν θυμάμαι, τον έχω πατέρα, μάνα, αδερφό, τον έχω οικογένεια», είπε με συγκίνηση, ο ίδιος αλλά επηρεάζοντας και τον κο Δέλιο, μια συγκαλυμμένη θα έλεγα συγκίνηση κάτω από τους αστεϊσμούς που χρησιμοποίησε. «Έχει διορθώσει όλα τα βιβλία μου, είμαστε μαζί στο ραδιόφωνο, στο Internet».
«Οι παρέες λένε τα ίδια πράγματα τα ίδια αστεία, για σκεφτείτε το! Λέμε, "Πες ρε Βασίλη εκείνη την ιστορία...", Στην αρχή, όταν έκανα παρουσιάσεις προσπαθούσα κάθε φορά να βρω και να πω κάτι καινούργιο αλλά μετά κατάλαβα ότι δεν χρειάζεται, δεν λέω ψέματα, λέω δικές μου ιστορίες, πραγματικές,αληθινές ιστορίες. Έτσι είναι και το βιβλίο, πολλές μικρές αστείες στιγμές, είτε δικές μου είτε δικές σας. Μην αφήνετε να περνάει καμία στιγμή, θα το καταλάβετε όταν φτάσετε στην ηλικία μου», είπε ο συγγραφέας και ακούστηκε μία φωνή από το κοινό, «Πόσο χρονών είσαι;», «104», απάντησε αυθόρμητα ο συγγραφέας.
Μία τέτοια αληθινή ιστορία είναι και η ιστορία της γιαγιάς Δωροθέας, έναν χαρακτήρα που ζωντανεύει ο ηθοποιός Σερβετάς στις εμφανίσεις του. «Τη γνώρισα στο ράδιο Θεσσαλονίκη όπου ήρθε την πρώτη φορά στην εκπομπή για ένα αστείο που είπα και της άρεσε, χρησιμοποίησα μία αστεία ποντιακή λέξη που ως πόντια την άγγιξε. Εκεί που μιλούσε έκλαιγε, είχε χάσει άντρα, είχε χάσει παιδί, αλλά πάντα είχε ένα χαμόγελο. Τότε, το ράδιο Θεσσαλονίκη μάζευε λεφτά για τη Λιβερία. Με 500 δραχμές, με σημερινό 1,5 €, γινόταν όλα τα εμβόλια σε ένα παιδί και με ρέστα ανοίγονταν πηγάδια νερού. Μαζεύτηκαν πολλά λεφτά, στο καλό οι άνθρωποι πάντα ανταποκρίνονται. Έρχεται λοιπόν η Δωροθέα φορώντας αυτή την κλασική "γιαγιαδίστικη" μαύρη ρόμπα με τις τεράστιες τσέπες που όλο και βγάζουν κάτι από μέσα. Ήταν λαχανιασμένη, "Κουράστηκα πολύ" μου λέει. "Γιατί κουράστηκες;" τη ρωτάω. "Γιατί ήρθα από τους Αμπελοκήπους με τα πόδια" (3-4 χλμ) μου απαντάει, βάζει το χέρι στην τσέπη και ακούω τα κέρματα. Κατάλαβα εγώ και της λέω, "Ας έπαιρνες ένα λεωφορείο και θα έβαζα εγώ τα υπόλοιπα χρήματα". "Σους!" μου λέει, "Για να μην περπατήσω εγώ 100 μέτρα να πεθάνει ένα παιδάκι στη Λιβερία! Δεν ντρέπεσαι;"».
Η παρουσίαση συνεχίστηκε με μία μίξη ανεκδότων, σκετς, αφηγήσεων στιγμών, όλα μπλεγμένα μεταξύ τους με έναν άναρχα οργανωμένο τρόπο, ο συγγραφέας πεταγόταν από το ένα θέμα στο άλλο και επανερχόταν με μαεστρία.
Επιβεβαίωσε την αρχική του δήλωση, «Γράφω τα βιβλία για τις παρουσιάσεις», προσφέροντας μία μοναδική εμπειρία σε όσους ήταν εκεί, ένα μείγμα συναισθημάτων.
Επιβεβαίωσε τη στάση ζωής του, «Τα ωραιότερα πράγματα είναι δωρεάν», προσφέροντας μία πραγματική παράσταση που δεν είχε να ζηλέψει σε τίποτα μία αντίστοιχη παράσταση σε ένα θέατρο, σε περιεχόμενο, σε ερμηνεία, σε διάρκεια. Εάν ακόμα δείγμα αυτή της αρχής του ήταν η έκπληξη που επιφύλαξε σε φίλη του που είχε τα γενέθλιά της και όλη η αίθουσα της ευχήθηκε σβήνοντας το κερί στην τούρτα.
Ακολούθησε η υπογραφή των αντιτύπων όπου υπομονετικά υπόγραψε αλλά και συνομίλησε με καθένα από τους δεκάδες αναγνώστες του που ήταν εκεί.
Τι παρατήρησα σε όλη τη διάρκεια αυτής της παρουσίασης; Ο Γιάννης Σερβετάς έφερνε στην επιφάνεια το παιδί που κρύβουμε όλοι μέσα μας. Το κοινό ανταποκρινόταν με έναν αυθορμητισμό που συναντάμε συνήθως σε παιδιά, στις παρουσιάσεις παιδικών βιβλίων. Ανταποκρινόταν στα καλέσματα του συγγραφέα αλλά έπαιρνε και πρωτοβουλία να φωνάξει, να μιλήσει, να σχολιάσει. Στις υπογραφές, πέρασαν προσωπικοί φίλοι του συγγραφέα αλλά και άγνωστοί του αναγνώστες. Δεν μπορούσες όμως να καταλάβεις ποιος είναι ποιος, ήταν τόσο οικείος σε όλους που όλοι τον αντιμετώπιζαν σαν κάποιον που γνώρισαν προσωπικά και για πολλά χρόνια.
Αυτό το παιδί από μέσα μας φαίνεται να βγάζει και με το βιβλίο του.
Αφού υπόγραψε λοιπόν δεκάδες βιβλία, λόγω της κούρασης από τις 4 ώρες που είχαν περάσει ήδη, είδε με ανακούφιση τον τελευταίο στη σειρά αναγνώστη να τον πλησιάζει. Ο αναγνώστης σήκωσε μία μεγάλη σακούλα και έβγαλε από μέσα και τα 10 βιβλία της σειράς για να του τα υπογράψει!











































Πρόσκληση φίλων