Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
Το Bookia προτείνει...
...Κομμένες γλώσσες
Συντάκτης-τρια:
Χρύσα Μαστοροδήμου Χρύσα Μαστοροδήμου

Εκπαιδευτικός, ποιήτρια, συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας<br /> <br /> Έχω εκδόσει 3 βιβλία<br /> ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΣ, ΠΟΙΗΣΗ, 2008, ΣΚΑΛΑ<br /> ΚΛΕΙΔΙΑ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ, ΠΟΙΗΣΗ, 2018, ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ<br /> ΤΑ ΤΕΜΑΧΙΑ, ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ, ΒΑΚΧΙΚΟΝ, 2021

Παναγιώτης Κολέλης Παναγιώτης Κολέλης
Ο Παναγιώτης Κολέλης γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1990 στην Αθήνα, όπου ζει μέχρι σήμερα. Σπούδασε Οικονομικά και Δημοσιογραφία στην Ελλάδα και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Δημόσια Πολιτική και Διοίκηση. Η "Εξαπάτηση της Δημοκρατίας" αποτελεί το πρώτο του βιβλίο.... Περισσότερα...
ΚΨΜ
Βιβλίο Κομμένες γλώσσες
Συγγραφέας Παναγιώτης Κολέλης
Κατηγορία Διηγήματα
Εκδότης ΚΨΜ
Συντάκτης-ρια Χρύσα Μαστοροδήμου

Αγορά τού βιβλίου από το Δίκτυο Βιβλιοπωλείων Bookia


Το διάβασες;
Πες τη γνώμη σου στο Bookia!

Βαθμολόγησε στο Bookia αυτό το βιβλίο και γενικά τα βιβλία που διαβάζεις!

Παναγιώτης Κολέλης γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1990 στην Αθήνα. Σπούδασε Λογιστική και Χρηματοοικονομικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, από όπου απέκτησε το μεταπτυχιακό του στη Δημόσια Πολιτική και Διοίκηση· ωστόσο, δραστηριοποιείται επαγγελματικά στο χώρο της επικοινωνίας και των δημοσίων σχέσεων. Έχει παρακολουθήσει μαθήματα στο Εργαστήρι Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας και αρθρογραφεί σταθερά σχετικά με το βιβλίο, το θέατρο και την πολιτική.

Οι Κομμένες γλώσσες είναι το τρίτο του βιβλίο, μετά το Επτά χρόνια στο αμόνι (Εκδόσεις Εντύποις, 2018) και την Εξαπάτηση της Δημοκρατίας (Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή, 2017). Αγαπάει τη θάλασσα.

Το βιβλίο του Παναγιώτη Κολέλη είναι από τα βιβλία που με προσέλκυσε από τον τίτλο του. Σκεφτόμουν ακριβώς τη στιγμή που ήρθα σε επαφή με το βιβλίο του, με αφορμή την παρουσίαση του συγγραφέα στη Λάρισα, ότι πολλές φορές έχουμε κληθεί ως κοινωνία να σιωπήσουμε και το κάναμε είτε γιατί μας έπεισαν ότι αυτό είναι το σωστό, είτε γιατί φοβόμαστε να εκτεθούμε, είτε γιατί βολευόμαστε, είτε για πολλούς άλλους λόγους και εμείς, μέχρι που η σιωπή και η υποταγή να γίνει καθημερινότητά μας όπως θα δούμε να συμβαίνει με τους ήρωες ή μάλλον τους αντιήρωες του βιβλίου.

Κρατώ στα χέρια μου ένα καλαίσθητο βιβλίο από τις εκδόσεις ΚΨΜ που αποτελείται από εννέα διηγήματα ή όπως γράφει στο οπισθόφυλλο εννέα ιστορίες κοινωνικού ρεαλισμού που ακροβατούν ανάμεσα στην αμείλικτη πραγματικότητα και στο μεταφυσικό, στο ορατό και στο αόρατο. Θα πρόσθετα ενίοτε και σουρεαλιστικές που έχουν ως φόντο ένα δυστοπικό περιβάλλον.

 Ο συγγραφέας ωθεί τους χαρακτήρες του τις περισσότερες φορές σε ακραίες και σχεδόν παράλογες αντιδράσεις και όχι με αίσια κατάληξη. Ωστόσο, σε τούτη την πραγματικότητα που βιώνουμε πια έχοντας και την εμπειρία της οικονομικής κρίσης και της πανδημίας τίποτε δε μοιάζει απίθανο από αυτά που περιγράφονται στο βιβλίο και είναι καταστάσεις που δυστυχώς ακούμε να συμβαίνουν όσο ακραίες κι αν μας φαίνονται κατά την ανάγνωση των διηγημάτων.

Θεωρώ γενικότερα τα διηγήματα ένα δύσκολο λογοτεχνικό είδος γιατί πρέπει μέσα σε μια μικρή ιστορία να ειπωθούν πολλά και να προσελκύσουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ο Κολέλης καταφέρνει με πολύ μεγάλη ευκολία -παρόλο που η γλώσσα του είναι δημοσιογραφική χωρίς πολλά καλλολογικά στοιχεία, λεκτικούς βερμπαλισμούς και λογοτεχνικές κορώνες-  να προσεγγίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την πρώτη ιστορία μέχρι την τελευταία. Ο δημοσιογραφικός,  άμεσος λόγος,  οι ρεαλιστικοί διάλογοι και η σχεδόν κυνική και ωμή κατάθεση των σκέψεων των πρωταγωνιστών  που φτάνει ως τον αμοραλισμό κάποιες φορές, φωτίζει πολλαπλά ιδιάζουσες προσωπικότητες που δεν απέχουν όμως και πολύ από την αλήθεια της σύγχρονης εποχής.

Οι πρωταγωνιστές  φλερτάρουν μεταξύ λογικού και παραλόγου, συνήθως είναι άνθρωποι φτωχοί, τσακισμένοι από την περιδιάβαση τους στη ζωή, άνθρωποι που δεν έχουν μάθει να πιστεύουν στον εαυτό τους και έχουν εθιστεί στην παραίτηση και την υποταγή ή άλλοτε λειτουργούν με βία χωρίς να συνειδητοποιούν καν γιατί. Κάθε αντίδραση τους συνοδεύεται από μια τάση αυτοτιμωρίας και ενοχής ενώ μοιάζουν να ακολουθούν ένα ένστικτο επιβίωσης. Θα έλεγα ότι υποβόσκει μια διαλυμένη ψυχοσύνθεση έτοιμη να εκραγεί πάρα τη φαινομενική ομαλότητα τους ως εκείνη τη στιγμή.

Μου ήρθαν στο μυαλό διαβάζοντας τις ιστορίες του Κολέλη τα λόγια του Μπόρχες: «Κάθε μοίρα όσο μακρά και περίπλοκη και αν είναι περιλαμβάνει στην πραγματικότητα μια μόνο στιγμή: αυτή που ο άνθρωπος ξέρει για πάντα ποιος είναι».

Βέβαια στις αφηγήσεις του Κολέλη οι πρωταγωνιστές αφήνουν αναπάντητα ερωτηματικά για το λόγο που επέλεξαν τη χειρότερη οδό που θα μπορούσαν, ή μάλλον αυτό είναι το ζητούμενο για το συγγραφέα να μας δείξει ότι: Το φως έρχεται λίγο πριν το βαθύτερο σκοτάδι, όπως είχε γράψει ο Σαμαράκης.

Στο πρώτο διήγημα «Η αντανάκλαση» η πρωταγωνίστρια έχει μάθει να υποτάσσεται. Η ζωή δεν είναι για αυτήν. Θα μάθει να σωπαίνει και θα ακολουθήσει αυτό που έχει μάθει: ο νόμος είναι έτσι φτιαγμένος για να τη γλιτώνουν κάποιοι. «Τι τα θες τι τα σκαλίζεις;» Θα σιωπήσει. Άλλωστε ο κόσμος συνεχίζει να υπάρχει και μετά από αυτή σαν μια αντανάκλαση στα τζάμια της ζωής.

Στη συνέχεια στο διήγημα «Κομμένες γλώσσες» κυριολεκτικά και μεταφορικά η σιωπή επιλέγεται και επιβάλλεται από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές αφού αδυνατούν να δουν άλλη επιλογή. Ένα ακραίο τέχνασμα του συγγραφέα που αντικατοπτρίζει ωστόσο ανθρώπους τόσο καθημερινούς, τόσο δίπλα μας, που εν τέλει αυτοί που αρνούνται να δουν πως υπάρχει και κάτι άλλο πέρα από αυτό που έχουν επιλέξει ως τρόπος ζωής, δείχνουν να μην έχουν καμία αίσθηση για το τι τους περιβάλλει. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το ακραίο για να φωτίσει αυτό που μπορεί να αλλάξει και αυτό από μόνο του είναι  αρκετά πρωτότυπο στο έργο του.

Παρόμοια και στο διήγημα «Κεραία» ο ήρωας δε βλέπει άλλη επιλογή παρά μόνο την ανάγκη για επιβίωση να σκεπάζει κάθε άλλη έννοια, αξίας και ηθικής. Η εγκατάσταση μιας  κεραίας κινητής τηλεφωνίας  θα παρασύρει τον πρωταγωνιστή και τον περίγυρο σε μια παράλογη ιστορία απελπισίας.

Στην «Καινούρια αρχή», το παράλογο και η απελπισία κυριαρχούν επίσης και αυτό που προϊδεάζει ο τίτλος μοιάζει με τραγική ειρωνεία μιας και μόνο καινούρια αρχή δεν είναι αυτό που καλούνται να βιώσουν οι χαρακτήρες.

Στο «Να τα πούμε», η απλή παρόρμηση ενός νέου για να βγάλει περισσότερα χρήματα θα τον οδηγήσει παρόμοια σε ένα κυκεώνα παράλογων καταστάσεων.

Στον «Ξένο» περιγράφεται με ωμότητα η εκμετάλλευση των μεταναστών και η σκληρότητα αυτών που κινούν τις διαδικασίες χωρίς καμία αιδώ.

Στην «Καρδούλα στη φωτογραφία» η ενοχική καθαρίστρια έχει πειστεί ότι χρωστάει εξηγήσεις σε όλους για όλα, θα βρεθεί σε μια στιγμή αδυναμίας να εύχεται το κακό των άλλων για να το πληρώσει τελικά για άλλη μια φορά η ίδια.

Στο «Mesulid»  όπως και στο  «Μπαλκόνι» πάλι ο συγγραφέας οδηγεί τους χαρακτήρες στον έσχατο δρόμο επιλέγοντας τη φυγή από το να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα.

Οι χαρακτήρες σχεδόν σε όλες τις ιστορίες μοιάζουν σαν να κινούνται όπως μέσα σε ένα όνειρο. Όνειρο και πραγματικότητα μπερδεύονται. Ρεαλισμός και υπερρεαλισμός συμπλέουν.

Ο συγγραφέας αριστοτεχνικά αξιοποιώντας στο έπακρο τη δημοσιογραφική τεχνική με την οποία παρουσιάζει σύντομα την κατάσταση του ήρωα –ποιος- που- πότε – γιατί, φαίνεται να κάνει τη δική του έρευνα για την ανθρώπινη φύση. Μοιάζει να δηλώνει ότι ο χρόνος δεν είναι παρά η αναμονή εκείνης της συγκεκριμένης στιγμής που μετατρέπει τη ζωή σε μοίρα. Από την άλλη ακριβώς για να δείξει ότι η μοίρα καθορίζεται και από τη δική μας επιλογή.

Συνάμα ως δημοσιογράφος θέτει τα ερωτήματα και αφήνει την απάντηση στον αναγνώστη ανάλογα με τη δική του οπτική γωνία.

Η σιωπή είναι επιλογή; Είναι επιβολή; Η σκληρότητα υπάρχει ή καλλιεργείται στον άνθρωπο;

Ερωτήματα που φτάνουν το μαχαίρι στο κόκκαλο. Και αυτό ακριβώς αποτελεί την ιδιαιτερότητα της γραφής του. Ο λόγος αν δεν είναι καταγγελτικός ή παραινετικός ίσως να μην έχει να προσθέσει κάτι πια στα παγκόσμια αριστοτεχνικά δημιουργήματα. Ο λόγος έχει αξία όταν αποτυπώνει την εποχή του, όταν καταδικάζει, όταν στηλιτεύει. Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις μας λέει ο Μ. Αναγνωστάκης. Και αυτό το πετυχαίνει με το παραπάνω ο συγγραφέας. Είναι σίγουρα από τα βιβλία που διαβάζει κανείς και δεν τα αφήνει εύκολα πίσω του, όπως διαβάζοντας τολμώντας να πω, Πιραντέλο ή Χάρολντ Πίντερ.

Ανήκοντας στη νέα γενιά λογοτεχνών ο Π. Κολέλης χαράσσει ένα δικό του δρόμο στο χώρο της γραφής που φαίνεται ότι θα είναι δυναμικός και αξιοπρόσεκτος.

Διαβάζοντας τα διηγήματά του δεν μπορεί κανείς να μην ελπίσει και να ευχηθεί τα αντίθετα από αυτά που συμβαίνουν σε αυτά, δηλαδή οι γλώσσες των ανθρώπων της εποχής μας να σταματήσουν να είναι κομμένες και να φωνάξουν δυνατά για την αλήθεια, την αγάπη και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου ώστε η ζωή να αποτελέσει ένα νέο βιβλίο εκεί που θα πρεσβεύει το καλό, το φωτεινό και το αισιόδοξο.

``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα