Κι έφτασε στο επίμαχο σημείο που τον είχε ταράξει. Του έγραφε επί λέξει: "... Καλέ μου φίλε, καθόμουν χτες σε ένα παγκάκι στο μεγάλο πάρκο, που είναι δυο βήματα πιο πέρα από το σπίτι μου. Πάνω μου μια τεράστια καστανιά. Άκουσα ένα τιτίβισμα πουλιού, πάνω ψηλά στα κλαδιά του δέντρου. Σήκωσα το βλέμμα μου κατά κει κι εκείνη τη στιγμή είχα εσένα στο μυαλό μου, ονειρευόμουν το γλυκό, καθάριο σου πρόσωπο κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή μια χοντρή κουτσουλιά πασάλειψε το μέτωπο μου! Θεέ μου, σκέφτηκα, πόσο μάταιος είναι ο κόσμος! Για αυτό καλέ μου Νεοκλή, βρες κάτι καλύτερο από μένα. Θα χαρώ πολύ να μου γράψεις κάτι τέτοιο! Είναι δε πολύ πιθανόν να συμβεί και σε μένα το ίδιο...". Δεν διάβασε πιο κάτω. Έκλεισε το γράμμα και το απίθωσε πάνω στο τραπεζάκι. Σηκώθηκε έκανε μια-δυο βόλτες κι αναστέναξε βαθιά...
Σημείωση: Εδώ συζητάμε γενικά για το βιβλίο, δεν είναι ο χώρος τής βαθμολόγησης ή της κριτικής μας για το βιβλίο.
Η σύνδεση με το λογαριασμό σας στο Facebook είναι ασφαλής. Θα σας ζητηθεί να εξουσιοδοτήσετε το Bookia. Η εξουσιοδότηση που θα δώσετε στο Bookia θα χρησιμοποιηθεί μόνον για την παροχή των υπηρεσιών προσωπικά σε εσάς και πάντα με τη δική σας άδεια.