Επειδή φοβάμαι να παραδεχτώ ότι πέθανα, εισπνέω κάθε τόσο ή νομίζω ότι εισπνέω, τη μυρωδιά που αναδίνει το χώμα, νοτισμένο από την νυχτερινή δροσιά. Ανακατεμένο με οσμή από μέλι και θυμάρι. Είχα στην εξοχή, ένα μικρό σπίτι με ένα μεγάλο κήπο. Κάθε που πέρναγα κάποιο χρόνο εκεί, τα πρωινά, πολύ νωρίς, πριν φανεί ο ήλιος, έβγαινα από το κρεβάτι έξω και ανάσαινα βαθειά, την ευωδιά αυτή, της γης. Τότε αφυπνιζόμουνα τελείως. Αντάλλαζα καλημέρες με τον φίλο μου τον κοκκινολαίμη, που μάλλον είχε την φωλιά του κάπου εκεί κοντά. Τα χελιδόνια, σαν σφήνες, πέρναγαν πάνω από την αυλή μου, σπαθίζοντας τον αέρα και εξαφανίζονταν, πριν προλάβω να τα δω. Οι κίσσες περιδιάβαιναν ξένοιαστες, κρώζοντας αντιπαθητικά - πώς γίνεται αυτά τα εντυπωσιακά πουλιά, όπως και τα περιστέρια, να έχουν τόσο σκληρή και αποθετική λαλιά! Καμάρωνα τη θάλασσα, από τη μια μεριά, κι από την άλλη τους επάλληλους τρυφερούς λόφους, που θύμιζαν στητά στήθη νεαρών κοριτσιών. Γινόμουν ευτυχισμένη.
Σημείωση: Εδώ συζητάμε γενικά για το βιβλίο, δεν είναι ο χώρος τής βαθμολόγησης ή της κριτικής μας για το βιβλίο.
Η σύνδεση με το λογαριασμό σας στο Facebook είναι ασφαλής. Θα σας ζητηθεί να εξουσιοδοτήσετε το Bookia. Η εξουσιοδότηση που θα δώσετε στο Bookia θα χρησιμοποιηθεί μόνον για την παροχή των υπηρεσιών προσωπικά σε εσάς και πάντα με τη δική σας άδεια.