Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
14-10-2025 18:27
Υπέρ Ενδιαφέρον, Καθηλώνει, Πρωτότυπο, Πλούσια πλοκή
Κατά
Μαρίνα καλεώδη -”Πατημασιές στην άμμο” εκδόσεις Ωκεανίδα
Γράφει η Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη
Η Μαρίνα Καλεώδη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, όμως η ίδια δηλώνει περήφανα ότι κατάγεται από την Τήνο. Το ίδιο περήφανα δηλώνει και ότι τελείωσε το Λεόντειο Λύκειο Νέας Σμύρνης. Πήρε πτυχίο Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας από το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και σήμερα εργάζεται ως διορθώτρια/επιμελήτρια κειμένων. Αν τη συναντήσετε, θα σας μιλήσει σίγουρα για τα ανίψια της, στα οποία έχει ιδιαίτερη αδυναμία, για τις ερασιτεχνικές θεατρικές παραστάσεις στις οποίες έχει λάβει μέρος, και για τον συγκρότημα παραδοσιακών χορών του οποίου είναι μέλος. Από μικρή έγραφε ιστορίες αλλά και ποιήματα. Με τις “Πατημασιές στην Άμμο” ξεκινάει ένα διαφορετικό ταξίδι στον κόσμο των εκδόσεων, ελπίζοντας να αφήσει τα δικά της ίχνη στην καρδιά του αναγνωστικού κοινού.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Η Άρτεμις μεγάλωσε σε ένα νησί των Κυκλάδων, μέσα σε μια δεμένη, πολύτεκνη, κλασική ελληνική οικογένεια. Και μπορεί να έφυγε για σπουδές στην Αθήνα, ανοίγοντας τα φτερά της σε έναν κόσμο που ονειρευόταν από μικρή, όμως πάντα είχε στην καρδιά της τον τόπο καταγωγής της και πάντα γυρνούσε σε αυτόν. Εκεί άλλωστε γνώρισε και τον μεγάλο της έρωτα, τον Απόλλωνα. Μαζί έκαναν σχέδια για το μέλλον και μαζί αντιμετώπιζαν κάθε δυσκολία. Ήταν όμως τα σχέδια αυτά συμβατά με όσα είχε γράψει η μοίρα για εκείνους; Μόνο η αγαπημένη της παραλία μπορούσε να της δώσει τις απαντήσεις που χρειαζόταν, γι’ αυτό και η Άρτεμις σε εκείνη κατέφευγε όποτε ήθελε να αντλήσει δύναμη.
Με τις Πατημασιές στην άμμο, η Μαρίνα Καλεώδη συνεχίζει τη διαδρομή της στην περιοχή όπου η καθημερινότητα συναντά το άρρητο, τον αθέατο χώρο του συναισθήματος. Εκεί που η σιωπή που λέει περισσότερα από τον λόγο. Εκεί όπου ο λόγος απλώνεται απαλά, σαν κύμα που αγγίζει την ακτή και αποσύρεται αφήνοντας πίσω του ίχνη της μνήμης, της αγάπης, της απώλειας. Πρόκειται για ένα βιβλίο που πρωτοεκδόθηκε το 2017 και επανακδόθηκε το 2023. Ώριμο, γαλήνιο και ταυτόχρονα ανήσυχο, που αναστοχάζεται τη ζωή ως μονοπάτι πάνω στην κινούμενη άμμο του χρόνου. Ο τίτλος «πατημασιές στην άμμο» μπορεί να διαβαστεί ως μεταφορά της μνήμης που σβήνει χωρίς να χάνεται. Γιατί ακόμη κι όταν η άμμος σκεπαστεί, το νερό κρατά την ενέργεια του περάσματος. Το παρελθόν δεν εξαφανίζεται αλλά μεταμορφώνεται.
.
Η Καλεώδη, με την αναγνωρίσιμη πια γλωσσική της λιτότητα και τη μελωδικότητα του ύφους της, δεν γράφει απλά ιστορίες· αλλά σμιλεύει τα συναισθήματα, όπως ο άνεμος σμιλεύει τους αμμόλοφους. Για να δώσουμε εδώ το τηνιακό άρωμα στον λόγο. Οι ήρωές της είναι καθημερινοί, εύθραυστοι, με τα βλέμματά τους στραμμένα στο παρελθόν και τα πόδια τους να αφήνουν αποτυπώματα που σβήνει το κύμα. Αυτή η αέναη διαγραφή, το σβήσιμο του ίχνους, αποτελεί και την κεντρική της μεταφορά: τί μένει από εμάς; ποιο είναι το αποτύπωμα που αφήνουμε;
Η θάλασσα είναι παρούσα σχεδόν παντού· όχι ως τουριστικό τοπίο, αλλά ως συμβολική μήτρα της ύπαρξης. Μέσα της συνυπάρχουν οι γεννήσεις, οι εξομολογήσεις, οι αποχαιρετισμοί. Είναι το στοιχείο που συνδέει τους χαρακτήρες με κάτι αρχέγονο, ένα πεδίο όπου το εγώ λιώνει και ξαναγεννιέται. Ενώ οι πατημασιές, λειτουργούν ως σύμβολο του περάσματος: ίχνος και απουσία ταυτόχρονα.
Η συγγραφέας έχει μια βαθιά ποιητική αίσθηση του χρόνου. Ο χρόνος στο παρόν βιβλίο κυλά, επιστρέφει, καταλύεται. Όχι για να σβήσει, αλλά για να ξαναγεννηθεί μέσα στη μνήμη, όπως το κύμα που διαλύεται μόνο για να επανέλθει πιο ήρεμο. Οι αφηγήσεις της λειτουργούν σαν κύματα που έρχονται και φεύγουν, κουβαλώντας ψήγματα μιας ζωής: έναν έρωτα, μια απώλεια, ένα μυστικό, μια μικρή αλήθεια. Μέσα σε αυτή την κυκλική ροή, οι φωνές των ηρώων ηχούν με νηφαλιότητα και ευαισθησία, σαν να αποδέχονται ότι τίποτα δεν είναι μόνιμο, ότι όλα είναι δανεικά, όπως η άμμος που δέχεται και σβήνει τα ίχνη μας.
Η γλώσσα της παραμένει όπως και στα άλλα βιβλία της, διάφανη και μουσική. Δεν υπερφορτώνει το συναίσθημα· το αφήνει να αιωρείται. Γράφει σαν να ζωγραφίζει με τις αισθήσεις. Οι εικόνες της δεν είναι απλώς ορατές· είναι σχεδόν απτικές. Ο αναγνώστης/ αναγνώστρια νιώθει το κύμα να τον/την αγγίζει, την άμμο να κολλά στα πέλματα, τον αέρα να αφήνει μια λεπτή δροσιά πάνω στο δέρμα. Μέσα από τη γραφή της, η αφή αποκτά ποιητική διάσταση· γίνεται τρόπος μνήμης. Οι λέξεις της λειτουργούν,αγκαλιάζουν, διαλύουν και ξαναπλάθουν το βίωμα, χωρίς ποτέ να το εξαντλούν. Η θάλασσα στο έργο της Καλεώδη δεν είναι ποτέ διακοσμητικό φόντο. Αλλά οντότητα, παρουσία ζώσα. Λειτουργεί ως μήτρα, ως τόπος επιστροφής στο αρχέγονο, εκεί όπου όλα ξεκινούν και όλα τελειώνουν. Ως φορέας της μνήμης που κρατά τα πάντα. Η Καλεώδη κατορθώνει να κάνει τη θάλασσα ποιητικό υποκείμενο, να συνομιλεί μαζί της. Στο βαθύτερο επίπεδο, η θάλασσα είναι το άπειρο, το θηλυκό στοιχείο της ύπαρξης. Είναι το σώμα της μάνας, το σώμα της γης, το σώμα της ίδιας της γραφής. Οι εικόνες της μένουν ανοιχτές, διάφανες, όπως τα ίχνη ενός σώματος που μόλις σηκώθηκε από την άμμο. Δεν υπάρχουν πια, κι όμως μπορείς να τις αισθανθείς. Χρησιμοποιεί την άμμο σαν παράδειγμα της ανθρώπινης εμπειρίας: μαλακή, δεκτική, αλλά και ασταθής. Η άμμος δέχεται, συγκρατεί, αλλά ποτέ δεν κρατά για πάντα. Μέσα της βλέπουμε την αλήθεια του χρόνου — ότι τίποτα δεν μπορεί να μείνει ακίνητο. Ταυτόχρονα, η άμμος συνδέεται με το ανθρώπινο ίχνος. Κολλά στα πόδια, στα ρούχα, στο δέρμα· όπως η μνήμη κολλά πάνω μας ακόμη κι όταν νομίζουμε πως την αποτινάξαμε. Είναι η υλική μεταφορά του παρελθόντος που παραμένει αισθητό. Η άμμος δεν είναι εδώ το υλικό της αθωότητας, αλλά της παροδικότητας. Μια υπενθύμιση ότι το κάθε βήμα πάνω της είναι και ένα αποχαιρετιστήριο. Κι όμως, μέσα σε αυτό το φθαρτό τοπίο, αναδύεται κάτι που μοιάζει με ελπίδα: η πίστη ότι το ίχνος μπορεί να χαθεί από το μάτι, αλλά όχι από την καρδιά. Έτσι, η αφήγηση μεταμορφώνεται σε ποιητική εμπειρία του σώματος και της μνήμης, μια σιωπηλή τελετουργία όπου η γλώσσα δεν περιγράφει αλλά αγγίζει.
Πίσω όμως από τη φαινομενική γαλήνη, ο αναγνώστης/ αναγνώστρια νιώθει πως μέσα από τις σελίδες του αναβλύζει μια στοχαστική μελαγχολία. Η συγγραφέας δεν εξιδανικεύει το παρελθόν ούτε ωραιοποιεί τη φθορά. Αντίθετα, τις δέχεται ως αναπόφευκτα στοιχεία της ανθρώπινης εμπειρίας. Τέλος η πατημασιά δεν είναι απλά αποτύπωμα αλλά πράξη ζωής. Είναι το ίχνος της παρουσίας μέσα στον κόσμο. Κάθε βήμα δηλώνει «ήμουν εδώ». Είναι ένα στιγμιαίο μαρτύριο ύπαρξης, που επιμένει λίγο προτού σβήσει. Το βήμα γίνεται μια μορφή αντίστασης απέναντι στη λήθη. Όχι γιατί θέλει να νικήσει τον χρόνο, αλλά γιατί τον αγγίζει, τον αναγνωρίζει.
Αν και δεν δηλώνεται πάντα ρητά, το φως στις Πατημασιές είναι πανταχού παρόν. Είναι το βλέμμα της, η εσωτερική φωτογραφική μηχανή που αποτυπώνει χωρίς να κρίνει. Το φως φωτίζει τις στιγμές, αλλά και δείχνει τις σκιές· αποκαλύπτει την ομορφιά της φθοράς, την απλότητα του χρόνου. Στο παρόν βιβλίο το φως δεν είναι μόνο φυσικό φαινόμενο· είναι κατάσταση ψυχής. Είναι το φως που αναβλύζει από την αποδοχή, από την εσωτερική συμφιλίωση. Όλα αυτά τα σύμβολα —θάλασσα, άμμος, βήμα, μνήμη, φως— συνθέτουν ένα ποιητικό οικοσύστημα, μέσα στο οποίο η συγγραφέας εξερευνά τη συνθήκη της ανθρώπινης ύπαρξης: τη συνεχή ταλάντωση ανάμεσα στο να μένεις και να χάνεσαι. Ας προχωρήσουμε στους πρωταγωνιστές του βιβλίου. Δεν είναι καθόλου τυχαία η επιλογή των μυθολογικών ονομάτων. Συμβολικό ζευγάρι. Ο αρσενικός ήλιος και η θηλυκή σελήνη· ο ένας φανερώνει, η άλλη κρύβει· η σύγκρουσή τους είναι υπαρξιακή, όχι μόνο ερωτική.
Η Άρτεμη είναι η ψυχή του βιβλίου· ένας χαρακτήρας που ζει μέσα στη διαρκή ταλάντωση ανάμεσα στο ανήκειν και το αποχωρώ. Η παιδική της ζωή στο νησί —μέσα σε μια πολύτεκνη, παραδοσιακή οικογένεια, χαράζει πάνω της το αποτύπωμα μιας συλλογικής ταυτότητας, μιας γυναίκας που ορίζεται από τις προσδοκίες των άλλων. Όταν φεύγει για σπουδές στην Αθήνα, ξεκινά μια τελετουργία αποχωρισμού. Εγκαταλείπει το γνώριμο χώμα, τη θαλασσινή της πατρίδα, για να δοκιμάσει την ελευθερία. Όμως η ελευθερία δεν είναι χωρίς τίμημα· στο σώμα της Άρτεμης κουβαλιούνται οι παλιές φωνές, η μνήμη του τόπου, η ενοχή της φυγής. Θα έλεγα πως η ψυχή της θυμίζει την Περσεφόνη. Μια γυναίκα που κινείται ανάμεσα σε δύο κόσμους: τον άνω κόσμο της δράσης, της αυτονομίας, της επιλογής και τον κάτω κόσμο της μνήμης, της ρίζας, της νοσταλγίας. Θα τη χαρακτήριζα ως ήσυχη επαναστάτρια. Δηλαδή τη γυναίκα που δεν φωνάζει, αλλά παλεύει να αναπνεύσει μέσα στις ρωγμές της παράδοσης. Το βλέμμα της προς τη θάλασσα είναι μια αναζήτηση εαυτού της. Θέλει να μάθει αν μπορεί να σταθεί μόνη, χωρίς να σβήσει το ίχνος της.
Ο Απόλλωνας, ήδη από το όνομά του, κουβαλά τη διπλή σημασία του φωτός και της απόστασης. Όπως ο θεός Απόλλων,ο θεός του ήλιου, της μουσικής, της τάξης, αλλά και της πειθαρχίας, ενσαρκώνει εδώ το ιδεώδες, τον έρωτα που ακτινοβολεί αλλά και καίει. Για την Άρτεμη, ο Απόλλωνας είναι αρχικά ο φάρος της επιθυμίας, το πρόσωπο που φωτίζει την εσωτερική της αναζήτηση για πληρότητα και ταυτόχρονα την ωθεί να αντικρίσει τη σκιά της. Δεν είναι απλά ένας εραστής· αλλά ο καταλύτης της ενηλικίωσής της, η δύναμη που την τραβά από τη σιγουριά του τόπου και τη φέρνει αντιμέτωπη με το άγνωστο των επιλογών της. Ωστόσο, ο φωτεινός του χαρακτήρας φέρει μέσα του και τη σκληρότητα του φωτός. Δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολία ή αδυναμία. Η παρουσία του, όσο θερμή και αν είναι, μπορεί να γίνει απαιτητική, εκτυφλωτική. Είναι η μορφή που ζητά να ακολουθηθεί, όχι πάντα να αγαπηθεί. Στην ψυχογραφική του διάσταση, ο Απόλλωνας είναι ο αντίποδας της Άρτεμης. Ενώ εκείνη ρέει, αλλάζει, αμφιβάλλει· εκείνος παραμένει σταθερός, σαν ήλιος στη μέση του ουρανού, γύρω από τον οποίο οι υπόλοιποι περιστρέφονται.
Αυτό το χάσμα τους κάνει τόσο αληθινή όσο και αδύνατη τη σχέση τους.
Γύρω από την Άρτεμη αναπνέει η οικογένεια της που εκπροσωπεί την παράδοση, τη σταθερότητα, αλλά και την αδράνεια. Είναι οι φωνές που αγαπούν και δεσμεύουν, οι ρίζες που τρέφουν αλλά και δεν αφήνουν να κινηθείς. Οι γονείς (ιδίως η μητέρα, αν αναφέρεται ενεργά στο βιβλίο) συνθέτουν την εσωτερική πολυφωνία του καθήκοντος, του φόβου, της αγάπης. Η μητέρα της Άρτεμης είναι σαν σταθερός αμμόλοφος, φορέας της παράδοσης και των κανόνων που διαμορφώνουν τις ζωές των παιδιών της. Τα έθιμα που τους μεταδίδει δεν είναι μοναχά αναμνήσεις. Είναι κύματα που σμιλεύουν την άμμο της καθημερινότητας, θέτοντας τα όρια του επιτρεπτού και περιορίζοντας την ελευθερία. Γιατί δεν είναι μόνο τα έθιμα του γάμου όπως διαβάζουμε στη σελίδα 83 του βιβλίου αλλά και άλλα στερεότυπα που συνοδεύεται μ’ αυτό το “πρέπει”, το μην” το “δεν είναι σωστό”. Η οικογένεια λειτουργεί σαν αντίποδας της ελευθερίας. Είναι ο φορέας της Μοίρας, του «έτσι ήταν πάντα» και που η Άρτεμη καλείται να αμφισβητήσει. Η Άρτεμη εκπροσωπεί τη δύναμη της νέας γενιάς που θέλει να αμφισβητήσει αυτά τα όρια αγγίζοντας τον κοινωνικό και υπαρξιακό πυρήνα του έργου.
Καλοτάξιδο να είναι!
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι