Τον είχε συνηθίσει με όλη την κακή, τη δύστυχη ζωή που πέρασε μαζί του. Μα και πρωτύτερα, δίχως αυτόν, η ζωή της δεν ήτανε καλύτερη εκεί στο λασποχώρι, κοντά στον Άραχθο, απόξω από το ρωμαίικο το σύνορο, απόπου είχε ρθει. Ολημερίς στον ήλιο και στα κρύα, μισόγυμνη, ξυπόλυτη, δούλευε και κει, καθώς και δω? κι ο πατέρας της, τ’ αδέρφια, η μάνα τη βλαστημούσαν και τη δέρνανε και κει. Όξω στα χωράφια που θερίζανε, στα νερά που σκάφτανε μαζί γνώρισε το Σταύρο και τα σιάξανε. Είχε ρθει από κάπου από το τούρκικο βαθύτερα, κι ο πατέρας της, φτωχοκολήγας σ’ ένα τσιφλίκι, δεν ήθελε να του τη δώση, γιατί δεν ήξερε πούθε κρατά η σκούφια του. Μα στον πόλεμο, άμα ο ελληνικός στρατός, που είχε περάσει τα σύνορα, ξανάφυγε και μαζί του λακίσανε κ’ οι χωρικοί, μέσα στην αντάρα του γενικού φευγιού, ο Σταύρος την έκλεψε και μπήκε στο ρωμαίικο.
Σημείωση: Εδώ συζητάμε γενικά για το βιβλίο, δεν είναι ο χώρος τής βαθμολόγησης ή της κριτικής μας για το βιβλίο.
Η σύνδεση με το λογαριασμό σας στο Facebook είναι ασφαλής. Θα σας ζητηθεί να εξουσιοδοτήσετε το Bookia. Η εξουσιοδότηση που θα δώσετε στο Bookia θα χρησιμοποιηθεί μόνον για την παροχή των υπηρεσιών προσωπικά σε εσάς και πάντα με τη δική σας άδεια.