Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
13-10-2025 19:27
Υπέρ Ενδιαφέρον, Διδακτικό, Γρήγορο
Κατά
Ένας νεαρός άντρας, μεγαλωμένος με στερήσεις από τη μητέρα του, αποφασίζει να μεταναστεύσει στην Αμερική για να βρει και να αναμετρηθεί με τον πατέρα του που τους εγκατέλειψε. Αυτή θα είναι η αρχή ενός ταξιδιού εσωτερικότητας με απρόβλεπτες εξελίξεις και πολλές εξομολογήσεις.
Ο Άλκης ζει ήδη επτά μήνες στο Μαϊάμι, ακολουθώντας μιαν απόφαση που του κόστισε τελικά ψυχικά και συναισθηματικά. Είχε μια κοπέλα, την Έλσα, με την οποία οι τριγμοί βάθυναν περισσότερο με τις νέες εξελίξεις και μια μάνα που την άφησε πίσω μόνη στην ηλικία της κι αβοήθητη, μόνο και μόνο για να γνωρίσει τον πατέρα του. Έμαθε να μετράει αλλιώς, να ζυγίζει αλλιώς, να αντιμετωπίζει τους τυφώνες της περιοχής και να εκτιμά πολλά πράγματα στη νέα του ζωή. Συμπεριφέρεται με σεβασμό απέναντι στους γείτονες και σε όσους συναντάει στις δουλειές του αλλά δε μιλάμε για την ιδανική καθημερινότητα: «η βία καραδοκεί σαν σκιά -αυτή η παράξενη, αμερικανική ησυχία που κρύβει το μεταλλικό κλικ ενός γεμιστήρα πίσω από τον τοίχο» (σελ. 23). Αυτή η ζωή είναι κομμάτι του πατέρα του Άλκη, με αποτέλεσμα η οικογένεια που βρίσκει και που τον φιλοξενεί αρχικά να τον γεμίζει σταδιακά οργή και αηδία, ειδικά όταν τους συγκρίνει με τη δική του και τη μάνα του. Γιατί τους άφησε ο πατέρας του λοιπόν; Αφού η ζωή που τώρα κάνει δε διαφέρει σε τίποτα από αυτήν που θα περνούσε μαζί τους. Οι σχέσεις εντείνονται κι έτσι ξεσπάει, τον αντιμετωπίζει, του ζητάει ευθύνες, τον ταπεινώνει: «Για μένα θα είναι πάντα “εκείνος”, επειδή για εκείνον ήμουν πάντα “κάποιος”» (σελ. 48). «Μαζί του, έμαθα μόνο να κουτσαίνω» (σελ. 48). Γιατί: «Όταν νιώσεις την αδικία στο πετσί σου, εναντιώνεσαι. Διεκδικείς. Πολεμάς. Ή τουλάχιστον αυτό οφείλεις στον εαυτό σου να κάνεις» (σελ. 51).
Ο Άλκης είναι όμως και συγγραφέας, επομένως περίμενε πως η νέα του ζωή θα του έδινε ώθηση και έμπνευση. Τελικά, βυθίστηκε σε μια ρουτίνα και δεν μπορεί να γράψει ούτε μια λέξη απ’ το επόμενο μυθιστόρημα που έχει τελειώσει κιόλας στο μυαλό του: «Ξέρεις γιατί; Νιώθω λειψός, μισός και άδειος. Μυρίζω τον φόβο μου, σα σκύλος έτοιμος να μου επιτεθεί Είναι έτοιμος να μου επιτεθώ» (σελ. 17). Τελικά: «…η ζέστη, η υγρασία, η κακουχία που νιώθω και στην οποία συνειδητά υποβάλλω τον εαυτό μου, με κάνουν να γράφω πράγματα που έχω βαθιά θαμμένα μέσα μου, τόσο βαθιά που σχεδόν τα ξεχνώ» (σελ. 29). Πόσο εχθρικό μπορεί να γίνει ένα λευκό χαρτί, γεμάτο από ιδέες μισές, ένα μυαλό μοιρασμένο σε δυο ηπείρους και μια ψυχή που κατοικεί στη μια; Επίσης, βρήκα ευρηματικό το τέχνασμα που χρησιμοποιεί η συγγραφέας του βιβλίου: οι φράσεις που ακούει ο Άλκης γύρω του όσο αναπολεί τη ζωή του και γράφει στον υπολογιστή του ή στο χαρτί κουμπώνουν σε αναπάντεχες στιγμές της δικής του ζωής, την οποία μάλιστα αφηγείται με αντικειμενικότητα. Αυτό προσδίδει συγκίνηση και τρυφερότητα στο κείμενο, μιας και οι φράσεις αποτυπώνουν κάτι απλό, καθημερινό που οι περισσότεροι έχουμε ζήσει και τώρα βγαίνει στο φως με νέα οπτική.
Ταυτόχρονα, με διαρκή πρωθύστερα, γνωρίζουμε καλύτερα τη ζωή του Άλκη με τη μητέρα του και πώς τον μεγάλωσε, πότε και γιατί δυσκόλεψαν οι σχέσεις τους, πώς τον επηρέασε ψυχοσυναισθηματικά η απουσία του πατέρα του και κυρίως γιατί πήρε την απόφαση να τον βρει. Δάκρυσα με τις σκληρές συναισθηματικά σκηνές αποχωρισμού μητέρας και γιου: «Την αγκάλιαζα και σκεφτόμουν με τι τρόπο μπορούσα να την πάρω μαζί μου. Να μη νιώθει παρατημένη στα εβδομήντα της, μετά από όλα όσα έκανε για μένα, μετά από τη μάνα που υπήρξε για μένα, προστάτης και αρχηγός των πάντων μου» (σελ. 32). Κι όμως, αυτή η μάνα, όπως το αναγνωρίζει κι ο Άλκης, έχει την ικανότητα να τον κάνει να νιώθει ένοχος, να τον αφανίζει με λόγια που δεν αρθρώνει, «μια βαριά σκιά που με κυνηγούσε, θαρρείς και τα είχε κάνει όλα σωστά στη ζωή της, θαρρείς και δεν τα είχε σκατώσει ποτέ με τις αδυναμίες της στους λάθος ανθρώπους» (σελ. 35). Εκείνος θέλει να στέκεται ψηλότερα, να τη σκεπάζει με τα φτερά του κι ας ραγίζουν τα μάτια της με κάθε απογοήτευση.
Το «Λευκό χαρτί» είναι η αδυσώπητη αναμονή της δημιουργικότητας για όσους αντικρίζουν κατάματα μια οθόνη υπολογιστή ή ένα τετράδιο που τους περιμένει να το γράψουν και να το γεμίσουν εικόνες, συναισθήματα, σκηνές. Είναι όμως και μια ψυχή που γεννιέται κι ετοιμάζεται να γεμίσει το δικό της μονοπάτι με τέτοια στίγματα, ίσως ακόμη και η ψυχή του Άλκη που όμως αδειάζει σταδιακά από τα τραύματα που βιώνει κι αγωνίζεται να σταθεί στα δικά του πόδια, γνωρίζοντας τον εαυτό του και κατανοώντας τις συνέπειες από τις αλληλεπιδράσεις με το περιβάλλον γύρω του. Έφυγε από τη μητέρα του και τη γυναίκα που αγαπά, γνώρισε τον πατέρα του και τον αντιμετώπισε, προσπαθεί να γράψει το νέο του μυθιστόρημα, πώς θα κλείσει όμως ο κύκλος της αφήγησής του;
Χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«ο κόσμος που κατασπαράζει και κατακρεουργεί, … ανθρωπάκια δίχως ζωή που κοιτούν τους άλλους μέσα από το θολό πρίσμα της επίκρισης, προσδοκώντας υπόσταση» (σελ. 14).
«Μα τι έχουν να φοβηθούν…δυο ψυχές; Τι άλλο εκτός από τον ίδιο τους τον εαυτό;» (σελ. 12).
«Κι εμείς πασχίζουμε να τα κατανοήσουμε, μονοδιάστατα, φορτώνοντας τους εαυτούς μας με τύψεις κι ερωτήματα… και μας ξεχνάμε σαν κάτι ασήμαντο που γκρεμίστηκε στο έδαφος και έσπασε, μα κανείς δεν μπήκε στον κόπο να το σηκώσει από το πάτωμα» (σελ. 37).
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι