Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
13-10-2025 19:26
Υπέρ Ενδιαφέρον, Γρήγορο
Κατά
Η Ελπίδα δέχεται την πρόσκληση της γιαγιάς της να συζητήσουν για το παρελθόν και ταξιδεύει έτσι σε μια εποχή και σ’ έναν τόπο γεμάτο ομορφιά μα και δυσκολίες. Μέσα από την ιστορία αυτή αρχίζει να καταλαβαίνει τι πραγματικά συνέβη στην οικογένειά της και γιατί δε μιλάει η μητέρα της στη γιαγιά. Πώς μπορεί ένα μεγάλο μυστικό να διχάσει αλλά και να ενώσει; Υπάρχουν έρωτες που αντέχουν στον χρόνο παρά τα εμπόδια και την απόσταση; Πώς μπορείς να ξεπεράσεις τα προβλήματά σου χάρη στο παγωτό τριαντάφυλλο;
Με εναλλαγή πρωτοπρόσωπης και τριτοπρόσωπης αφήγησης, η Μυρτώ Κατσουλάρη μας συστήνει τη Λένα που γεννήθηκε στο Κάιρο εν μέσω του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, ένα κορίτσι που δεν μπόρεσε να ζήσει όλα όσα ήθελε όπως τα ήθελε αλλά δεν άντεχε να αφήσει και το όνειρο να πάει χαμένο. «…ήταν ένα κράμα από μυστικά, πληγές και φόβο αλλά η φωτιά που έκαιγε μέσα της την οδηγούσε» (σελ. 16). Παραστατικές, σχεδόν κινηματογραφικές σκηνές, ζωντανεύουν την ιστορία μιας κοπέλας που, μετά τον ξαφνικό θάνατο της μητέρας της, έγινε, ως το μόνο θηλυκό της οικογένειας, η «κυρία» του σπιτιού μόλις στα δέκα της χρόνια, μεγαλώνοντας με αγάπη τα δυο της αδέλφια, ψυχοκόρη στο ίδιο της το σπίτι και χωρίς καμία υποστήριξη. Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 ο πατέρας της παντρεύτηκε τελικά τη Φρόσω που είχε ήδη δύο αγόρια και τη σταματάει από το σχολείο για να τη βάλει στο ζαχαροπλαστείο του παρά τις αντιρρήσεις της.
Σύντομα, ο Περικλής προσλαμβάνει τον Αλέξανδρο για γκαρσόνι και ο έρωτας με τη Λένα είναι αμοιβαίος. Ο Αλέξανδρος σπουδάζει πολιτικές επιστήμες και παρατηρεί τον κόσμο γύρω του, τις αλλαγές του: «Ζούμε σε μια εποχή που αλλάζει όλο το πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό», θέλει να ξέρει την αλήθεια και κάποιες φορές προσπαθεί να την αλλάξει. Ο έρωτας τους κυριεύει, εκείνος είναι συνεπαρμένος και αποφασισμένος να την κάνει γυναίκα του αλλά εκείνη είναι πιο προσγειωμένη και ρεαλίστρια, «όνειρα από αλεύρι και ζάχαρη». Όλα αυτά όμως διαδραματίζονται την περίοδο που ανέβηκε ο Νάσερ στην εξουσία και η ελληνική ομογένεια στοχοποιήθηκε, με αποτέλεσμα αρκετοί να ξενιτευτούν, οι επιχειρήσεις των Ελλήνων να έχουν και Αιγύπτιο ως συνέταιρο για να συνεχίσουν να λειτουργούν κλπ. Οι δυο νέοι ζουν τον έρωτά τους ως τη στιγμή που η μοίρα θα πραγματοποιήσει τα δικά της σχέδια κι έτσι η συνέχεια της ιστορίας εκτυλίσσεται στην Αθήνα και φτάνει ως τη Δικτατορία του 1967, τινάζοντας στον αέρα για άλλη μια φορά τις ζωές των ηρώων και ειδικά της Λένας, μιας γυναίκας που υπήρξε θύμα και θύτης στη ζωή της και διένυσε μια πορεία από το σκοτάδι ως το φως και πάλι πίσω.
Ταυτόχρονα με την ιστορία της Λένας, γνωρίζουμε τη γιαγιά της Ελπίδας, μια γυναίκα πολύ διακριτική, που θέλει να βλέπει την εγγονή της αλλά δεν το απαιτεί, που αποφεύγει να ρωτήσει πράγματα που η Ελπίδα δε θέλει σίγουρα να συζητήσει, που δε λέει την άποψή της αν δεν της ζητηθεί, που τα έχει τετρακόσια αλλά είναι αθεράπευτα ρομαντική, που μυρίζει λεβάντα και πούδρα. Στο σπίτι της πάντα υπάρχει χειροποίητο παγωτό τριαντάφυλλο, σαν αυτό που συνοδεύει τώρα τις δυο γυναίκες στη μεγάλη αποκάλυψη της ζωής τους. Μια τρυφερότητα ξεχειλίζει από τις σελίδες όσο αναρωτιόμαστε πώς συνδέονται όλα αυτά με τη ζωή της Λένας και απολαμβάνουμε τις αναμνήσεις της Ελπίδας με τη γιαγιά και τον παππού της, ένα ζευγάρι στενά δεμένο, που τόσα χρόνια έχουν τη δική τους γλυκιά, ακύμαντη καθημερινότητα, με τη μοναδική εγγονή τους να περνάει τα καλοκαίρια μαζί τους στο εξοχικό κοντά στο Τολό: «Η αγάπη όσο τη μοιράζεσαι είναι ευλογία, αλλά όταν έρχεται η ώρα να αναμετρηθεί με την απουσία, γίνεται το χειρότερο μαρτύριο, ο πιο ανυπόφορος πόνος» (σελ. 62). Η μάνα της με τη γιαγιά είχαν άριστες σχέσεις, ήταν αχώριστες κι αγαπημένες, σε αυτούς οφείλει τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς της και τη μόρφωσή της. Η γιαγιά όμως, που νιώθει τον θάνατο να πλησιάζει λόγω ηλικίας, αποκαλύπτει κάτι αβάσταχτο στην κόρη της κι η σχέση τους τινάζεται στον αέρα. Υπάρχει άραγε περιθώριο να τα ξαναβρούν; Η Λένα τι ρόλο θα παίξει σε αυτό;
Το «Παγωτό τριαντάφυλλο» είναι μια γλυκόπικρη, ρομαντική νουβέλα που μας ταξιδεύει στην Αίγυπτο την εποχή του Νάσερ και μας συστήνει την ανθηρή ελληνική παροικία, χωρίς όμως να καταφεύγει σε πολλές και κουραστικές λεπτομέρειες, μιας και δίνει έμφαση στην καθημερινότητα των απλών ανθρώπων που βίωσαν τον ξεριζωμό της δεκαετίας του 1950. Ακόμη και η ατμόσφαιρα της δικτατορίας του 1967 δίνεται με διακριτικότητα ώστε οι ήρωες του βιβλίου να κινηθούν στη σκιά της, προσπαθώντας να ενώσουν τα χαμένα κομμάτια τους. Έχουμε σκηνές έρωτα, αναμενόμενες αλλά και απρόβλεπτες εξελίξεις, ενδιαφέροντες χαρακτήρες, προσεγμένο χειρισμό της πλοκής, η οποία καταλήγει στο τέλος να δημιουργεί έναν κύκλο κι ενώνει απρόσμενα το παρελθόν με το παρόν. Μου άρεσαν επίσης οι διαχρονικές αλήθειες του κειμένου: «Εμείς οι νέοι είμαστε πλάσματα ανίκανα να συνειδητοποιήσουμε την αξία της στιγμής. Μας αρέσει να αναβάλλουμε τα πάντα ή έστω ό,τι μπορούμε, αφού ο χρόνος μπροστά μας είναι άπειρος. Άλλωστε η νεότητα δικαιολογεί κάθε πράξη ανωριμότητας» (σελ. 14). Πόσο απλά καταγράφεται ο πόνος της απώλειας ενός φίλου για έναν μεγάλο άνθρωπο: «Έφυγε και πήρε τα νιάτα μας μαζί της και ζωή δίχως νιάτα είναι ζωή σε αναμονή» (σελ. 31). Εδώ δάκρυσα: «…κάποτε σε ρώτησα πού πάει η αγάπη όταν φεύγει και μου απάντησες πως αν είναι αληθινή δεν πάει πουθενά, απλώς γίνεται ελπίδα και προσπαθεί ως το τέλος» (σελ. 148). Και τέλος: «Σε αυτήν τη ζωή αν είσαι από τους τυχερούς, το μόνο που σου μένει είναι ο άνθρωπος που έχεις επιλέξει να γεράσεις δίπλα του» (σελ. 35). Ένας έρωτας μετ’ εμποδίων, μια ιστορία που ξεδιπλώνεται λιτά κι απέριττα και ταυτόχρονα με ένταση και παραστατικότητα και μια εποχή που μυρίζει σαν παγωτό τριαντάφυλλο.
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι