Νικόλαος Ι. Σταυριανίδης
Συγγραφέας (Author)
Ὁ Νικόλαος Σταυριανίδης γεννήθηκε στήν Ἀθήνα τό 1959. Εἶναι γυιός τοῦ Ἰωάννη Σταυριανίδη (καταγομένου ἀπό τόν Εὔξεινο Πόντο) καί τῆς Αἴμμης Σταυριανίδου τό γένος Γεωργ. Τζουνάκου (καταγομένης ἀπό τήν Μάνη). Διπλωματοῦχος τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν (1981), ἔλαβε μετά ἀπό ἐξετάσεις ὑποτροφία τοῦ Ἰδρύματος Μιχαήλ Στασινοπούλου, καί συνέχισε τίς σπουδές του στό Πανεπιστήμιο τῆς Σορβόννης τῶν Παρισίων (PARIS II), ἀπό ὅπου ἔλαβε μεταπτυχιακά διπλώματα (D.E.A.) στό Δημόσιο Δίκαιο (1982) καί στήν Φιλοσοφία τοῦ Δικαίου (1985). Δικηγόρος Ἀθηνῶν ἀπό τό 1983, ὑπῆρξε γιά λίγους μῆνες βοηθός στήν Εὐρωβουλή τῶν Εὐρωβουλευτῶν Γεωργίου Μαύρου καί Νικολάου Γαζῆ. Τό 1991 εἰσῆλθε μεταξύ τῶν πρώτων στήν Διοικητική Δικαιοσύνη (τ.δ.δ.). Ὑπηρέτησε στά Διοικ. Πρωτοδικεῖα Πειραιῶς, Θεσσαλονίκης, Τριπόλεως, καί στά Διοικητικά Ἐφετεῖα Κομοτηνῆς καί Τριπόλεως. Ἀφυπηρέτησε ὡς ἐπίτιμος Ἐφέτης Δ.Δ. τό 2024.
Ὡς ἐρευνητής ἐπιστήμων καί ὡς συγγραφέας, ἀσχολήθηκε κυρίως μέ τό Δημόσιο Δίκαιο, Διοικητικό καί Συνταγματικό, ἀλλά ὄχι μόνον:
Ἀπό τήν δεκαετία τοῦ 1980, ἀσχολήθηκε ἰδίως μέ τόν ἔλεγχο τῆς Διοικήσεως (συγκριτικό δίκαιο), μέ τήν δημόσια ὑπηρεσία ὑπό λειτουργική ἰδίως ἔννοια καί μέ τήν διάκριση μεταξύ δημοσίων και ἰδιωτικῶν νομικῶν προσώπων. Το 1998 κυκλοφορήθηκε βιβλίο του μέ κωδικοποίηση τῆς ὅλης (διάσπαρτης, καί τότε ἀλλά καί τώρα) Διοικητικῆς Δικονομίας, μέ νομολογιακή ἐνημέρωση καί μέ σχόλια «κοινῆς [νομικῆς] λογικῆς».
Ἀπό τό 1989 καί μετά, γνωρίσθηκε μέ τόν πατέρα Ἀντώνιο Ἀλεβιζόπουλο (+1996), Γραμματέα τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν αἱρέσεων καί τῶν νέων κοσμοθεωριακῶν ρευμάτων, τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, καί ὑπεύθυνον γιά τά θέματα αὐτά στήν Αρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν, τοῦ ὁποίου πατρός ὑπῆρξε, χάριτι Θεοῦ, συνεργάτης. Ἀσχολήθηκε εἰδικότερα, μέ τούς βίους καί τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων τῆς Ὀρθοδοξίας, την Ἱστορία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέ τό Κανονικό καί τό Ἐκκλησιαστικό Δίκαιο, μέ τίς ἄλλες θρησκεῖες, μέ τίς παλαιότερες αἱρέσεις, μέ τίς «νεοφανεῖς αἱρέσεις» («καταστροφικές λατρεῖες» ἤ σέκτες), μέ τον παραθρησκευτικό ὁλοκληρωτισμό καί τίς χειραγωγήσεις πολλῶν ἐξ αὐτῶν, καθώς καί μέ τήν θρησκευτική ἐλευθερία, κατά τό Ἑλληνικό καί τό Γαλλικό Δίκαιο σέ σχέση πρός τήν Εὐρωπαϊκή Σύμβαση τῶν Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου.
Μετά τήν ἐπιβολή τῶν μνημονίων ἐπί τῆς Ἑλλάδος (2010), θεώρησε ἠθική ὑποχρεώσή του νά μήν σιωπήσῃ ἐπί κρισίμων γιά τήν κοινωνία καί τόν Ἐλληνισμό ζητημάτων Δημοσίου Δικαίου, Φιλοσοφίας τοῦ Πολιτισμοῦ καί τοῦ Δικαίου καί Αὐτοσυνειδησίας μας. Ἔτσι, ἄρχισε νά ἀρθρογραφῆ στήν μηνιαία ἐφημερίδα ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΓΝΩΜΗ, τηρώντας πάντα τήν δεοντολογία ἐκφράσεως γνώμης τοῦ δικαστοῦ.
Γνωρίζει Ἀγγλικά, Γαλλικά καί Γερμανικά - σέ ἀξιόλογο δέ βαθμό, Ἰταλικά καί Ἱσπανικά. Εἶναι ἀπό χρόνια μέλος τῆς Ἐπιτροπῆς Ποντιακῶν Μελετῶν, μελετητής ἱστορικῶν πτυχῶν τῆς γενοκτονίας μας ἀπό τούς Τούρκους, καί προσπαθεῖ να ἐξοικειωθῆ ἔτι περαιτέρω, μέ τήν θαυμάσια Ποντιακή-Ρωμαίϊκη διάλεκτο τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης.
(Πηγή: Εκδόσεις Ινφογνώμων, 2025)